Τα πρώτα δύο εμβόλια κατά της covid-19 που έλαβαν έγκριση για επείγουσα χρήση από την αμερικανική Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) χρησιμοποίησαν μια τεχνολογία που δεν είχε χρησιμοποιηθεί ποτέ πριν. Και τα δύο εμβόλια είχαν καλή απόδοση σε κλινικές δοκιμές και τα δύο έχουν αναγνωριστεί ευρέως για την μείωση του κινδύνου μόλυνσης, με την ανησυχία ωστόσο για ανοσία που παραμένει δίχως να εξασθενεί να παραμένει.
Για πόσο προστατεύουν τα εμβόλια mRNA
Τώρα, μια μελέτη από ερευνητές της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Ουάσινγκτον στο Σεντ Λούις, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Nature, φέρνει στο φως νέα στοιχεία που επισημαίνουν ότι η ανοσολογική απόκριση σε τέτοια εμβόλια είναι τόσο ισχυρή όσο και δυνητικά μακροχρόνια.
Σχεδόν τέσσερις μήνες μετά την πρώτη δόση, τα άτομα που έλαβαν το εμβόλιο της Pfizer είχαν ακόμα τα λεγόμενα βλαστικά κέντρα στους λεμφαδένες τους που προκαλούν ανοσοκύτταρα που επιτίθενται στον κοροναϊό.
Τα βλαστικά κέντρα, που σχηματίζονται είτε μετά από τον εμβολιασμό είτε κατόπιν της μόλυνσης, λειτουργούν ως σημεία εκκίνησης για τα ανοσοκύτταρα, ένα μέρος όπου τα άπειρα κύτταρα εκπαιδεύονται για να αναγνωρίζουν καλύτερα τον ιό και να του επιτίθενται, προστατεύοντας τον οργανισμό.
Η καλύτερη απόκριση του βλαστικού κέντρου μπορεί να ισούται με ένα καλύτερο εμβόλιο.
Επιπλέον, ο εμβολιασμός οδήγησε σε υψηλά επίπεδα εξουδετερωτικών αντισωμάτων αποτελεσματικών έναντι τριών παραλλαγών του ιού, συμπεριλαμβανομένης της παραλλαγής Beta από τη Νότια Αφρική που έχει δείξει κάποια αντίσταση στα εμβόλια.
Ο εμβολιασμός προκάλεσε ισχυρότερες αποκρίσεις αντισωμάτων σε άτομα που είχαν αναρρώσει από τη λοίμωξη SARS-CoV-2 σε σύγκριση με εκείνα που δεν είχαν μολυνθεί ποτέ.
Τον Απρίλιο, τόσο η Pfizer όσο και η Moderna ανέφεραν ότι τα εμβόλια τους παρείχαν τουλάχιστον έξι μήνες προστασίας. Οι αναφορές τους βασίστηκαν στην παρακολούθηση των ατόμων που είχαν εμβολιαστεί πλήρως και πόσων από αυτών κατέληξαν τελικά με μόλυνση.
Άλλες ομάδες παρακολούθησαν τα επίπεδα αντισωμάτων στο αίμα και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι το εμβόλιο παρέχει τουλάχιστον μήνες προστασίας.
Ανοσία διαρκείας χάρη στα βλαστικά κέντρα
«Τα βλαστικά κέντρα αποτελούν το κλειδί για την ισχυρή ανοσία με μεγάλη διάρκεια» επισημαίνει ο ανώτερος συγγραφέας της μελέτης δρ. Ali Ellebedy, αναπληρωτής καθηγητής παθολογίας και ανοσολογίας, ιατρικής και μοριακής μικροβιολογίας.
«Τα βλαστικά κέντρα είναι εκεί όπου σχηματίζονται οι ανοσοποιητικές μας αναμνήσεις. Και όσο περισσότερο έχουμε ένα βλαστικό κέντρο, τόσο ισχυρότερη και πιο ανθεκτική θα είναι η ανοσία μας γιατί υπάρχει μια έντονη διαδικασία επιλογής που συμβαίνει εκεί και μόνο τα καλύτερα κύτταρα του ανοσοποιητικού σώματος επιβιώνουν.
Βρήκαμε ότι τα βλαστικά τα κέντρα ήταν ακόμα ισχυρά 15 εβδομάδες μετά την πρώτη δόση του εμβολίου. Παρακολουθούμε ακόμη τα βλαστικά κέντρα και δεν μειώνονται. Σε μερικούς ανθρώπους, συνεχίζουν να βρίσκονται σε εξέλιξη. Αυτό είναι πραγματικά αξιοσημείωτο και ιδιαίτερα αισιόδοξο» αποκαλύπτει.
Στα πλαίσια της μελέτης, οι ερευνητές εξήγαγαν κύτταρα από 14 άτομα που έλαβαν το εμβόλιο της Pfizer. Τα δείγματα ελήφθησαν τρεις εβδομάδες μετά την πρώτη δόση (λίγο πριν από τη χορήγηση της δεύτερης δόσης) και έπειτα την τέταρτη, πέμπτη και έβδομη εβδομάδα.
Μερικοί από τους συμμετέχοντες έδωσαν επιπλέον δείγματα 15 εβδομάδες μετά την πρώτη δόση. Κανένας από τους συμμετέχοντες δεν είχε μολυνθεί προηγουμένως από τον ιό.
Τρεις εβδομάδες μετά την πρώτη δόση, και οι 14 συμμετέχοντες είχαν σχηματίσει βλαστικά κέντρα με Β κύτταρα που παράγουν αντισώματα που στοχεύουν μια βασική πρωτεΐνη του SARS-CoV-2. Η ανταπόκριση εντάθηκε πολύ μετά την δεύτερη δόση και στην συνέχεια παρέμεινε υψηλή.
Ακόμη και 15 εβδομάδες μετά την πρώτη δόση, οκτώ από τα 10 άτομα είχαν ακόμα ανιχνεύσιμα βλαστικά κέντρα που περιέχουν Β κύτταρα που στοχεύουν τον ιό.
Οι ερευνητές έλαβαν επίσης δείγματα αίματος από 41 άτομα που έλαβαν το εμβόλιο Pfizer, συμπεριλαμβανομένων οκτώ που είχαν προηγουμένως μολυνθεί με τον ιό. Λήφθηκαν δείγματα πριν από τη χορήγηση κάθε δόσης του εμβολίου, καθώς και τέταρτη, πέμπτη και έβδομη εβδομάδα αλλά και 15 εβδομάδες μετά την πρώτη δόση.
Σε άτομα χωρίς προηγούμενη έκθεση στον ιό, τα επίπεδα αντισωμάτων αυξήθηκαν αργά μετά την πρώτη δόση και κορυφώθηκαν μία εβδομάδα μετά τη δεύτερη. Τα άτομα που είχαν προηγουμένως μολυνθεί είχαν ήδη αντισώματα στο αίμα τους πριν από την πρώτη δόση.
Τα επίπεδα αυξήθηκαν γρήγορα μετά την πρώτη δόση και κορυφώθηκαν υψηλότερα από τα επίπεδα των μη μολυσμένων συμμετεχόντων.