Ζούνε ανάμεσά μας και είναι εξαιρετικά γοητευτικοί και γεμάτοι αυτοπεποίθηση (φαινομενικά). Και κάπως έτσι μπορεί να πέσουμε στην παγίδα μιας σχέσης που μας ταλαιπωρεί, δεν μας κάνει ευτυχισμένη και μας κακοποιεί συναισθηματικά.
Η Ντόρα Μίνου, ΜΑ Κλινικής Ψυχολογίας, Ψυχοθεραπεύτρια (ενηλίκων, ζεύγους & οικογένειας)εξηγεί για το πώς είναι η σχέση με έναν νάρκισσο!
Η σχέση με έναν νάρκισσο είναι γεμάτη δυσκολίες στην επαφή, είναι μία σχέση συναισθηματικά ρηχή που σταδιακά θα αποδιοργανώσει και θα “ισοπεδώσει” τον σύντροφο, σε όλα τα επίπεδα, εφόσον κυρίαρχο χαρακτηριστικό της είναι η ψυχοσυναισθηματική κακοποίηση.
Ο νάρκισσος έχει ένα ταμπεραμέντο να επιδρά σταδιακά και να επηρεάζει όλη την ύπαρξη του άλλου, μέχρι που θα τον “αφανίσει” και θα παραμείνει ο ίδιος εξουσιαστικός και άκαμπτος μέσα από μία εικόνα “φαίνεσθαι” που έχει δημιουργήσει για τον εαυτό του.
Στην αρχή, θα εντυπωσιάσει, θα γοητεύσει μέσα από το “προσωπείο” του. Συνήθως οι γυναίκες γοητεύονται με έναν τέτοιο τύπο που παρουσιάζεται άψογος, πετυχημένος, ισορροπημένος μέσα από μία ψεύτικη εικόνα εαυτού που προβάλλει στους άλλους προκειμένου να πετύχει το σκοπό του. Σταδιακά θα κερδίζει χώρο στη ζωή του άλλου και στο τέλος θα εδραιώσει τη θέση του σε μία δήθεν σχέση.
Στην πορεία της σχέσης όλο αυτό το οικοδόμημα αρχίζει και γκρεμίζεται και σιγά σιγά παρουσιάζονται οι πραγματικές πτυχές της προσωπικότητάς του. Η σύντροφος μπερδεύεται μεταξύ αυτού που αρχικά γνώρισε και θαύμασε – ερωτεύτηκε και αυτού που σιγά σιγά αποκαλύπτεται.
Άτομο συναισθηματικά “παγωμένο”, ανίκανο να αγαπήσει κάποιον πέρα από τον εαυτό του και επειδή η “υποδομή” της προσωπικότητάς του είναι σαθρή θα υποτιμήσει, θα απαξιώσει, θα πληγώσει τον άνθρωπο που έχει δίπλα του προκειμένου να μην πέσει από το “βάθρο” του.
Η σχέση αποκτά κακοποιητικό χαρακτήρα και συνήθως ο/η σύντροφος παίρνει το ρόλο του θύματος μέσα από τις συμπεριφορές ενός ανθρώπου που έχει δίπλα του/της, που κυριαρχική και μόνη του ανάγκη είναι η επίδειξη ενός προσωπικού γοήτρου.
Σε μία τέτοια σχέση δεν μπορεί να υπάρξει ισοτιμία, γιατί ένας νάρκισσος δεν μπορεί να αναμετρηθεί μέσα σε μία ισότιμη σχέση. Είναι βασική προϋπόθεση για αυτόν να υποβαθμίζει τον άλλο προκειμένου ο ίδιος να λαμβάνει αξία και να διατηρεί το προσωπείο του ατόμου που είναι υπεράνω όλων.
Από την άλλη, το άτομο που θα σταθεί και θα διατηρήσει τη σχέση με μία τέτοια προσωπικότητα, έχει την τάση να συμβιβάζεται, είναι ευάλωτο σχετικά με τις ικανότητές του και την πραγματική του αξία, υποτιμά τον εαυτό του και εξοικειώνεται με τη συνθήκη “υπομένω όλα αυτά γιατί μου αξίζει” ή “αυτό που συμβαίνει δεν είναι το πραγματικό γιατί αυτός ο άνθρωπος ήταν αλλιώς στην αρχή της γνωριμίας”.
Κουβαλώντας λοιπόν την αρχική εικόνα, του δίνει ελαφρυντικά, αμφισβητεί όλη την τοξικότητα της σχέσης και περιμένει τη στιγμή που αυτό θα αλλάξει. Ουσιαστικά, αυτό-τιμωρείται, χάνει την αυτοαξία του και παίρνει το ρόλο του θύματος σε μία κακοποιητική σχέση.
Στην ουσία είναι στη σκιά της “παθολογίας” του συντρόφου και χάνει την επαφή με τις δικές του ανάγκες, αξίες, πεποιθήσεις, υπηρετώντας την “άρρωστη” ανάγκη του άλλου για αυτοπροβολή και ενίσχυση του γοήτρου του. Δίνει χώρο στον εξουσιαστικό τρόπο που χρησιμοποιεί ο άλλος και η σχέση μεταμορφώνεται σε μία “σαδομαζοχιστική αρένα”.
Αρχικά ο νάρκισσος θα εξιδανικεύσει και μετά θα απορρίψει, θα υποτιμήσει, θα πει ψέματα, θα εξευτελίσει, θα παραπλανήσει, θα ελέγχει τον σύντροφό του -όλα αυτά είναι μορφές κακοποίησης. Συνεπώς, η σχέση μπαίνει σε έναν φαύλο κύκλο και εδραιώνονται οι ρόλοι μεταξύ θύτη και θύματος.
Ο σύντροφος θύμα χάνει την ταυτότητά του σιγά σιγά, υιοθετεί όλο και περισσότερο μαζοχιστικά στοιχεία και οι συγκρούσεις μέσα στη σχέση είναι αναπόσπαστο κομμάτι της συντήρησής της.
Μία ναρκισσιστική προσωπικότητα έχει δομηθεί μέσα από την ανασφάλεια, την εγκατάλειψη, την αστάθεια, συμπλέγματα κατωτερότητας, επικριτικό ή υπερπροστατευτικό γονεϊκό περιβάλλον που ουσιαστικά δεν έδωσαν τη δυνατότητα στο παιδί να σταθεί στην πραγματική υπόσταση της προσωπικότητάς του, με αποτέλεσμα να αποκτήσει ένα προσωπείο και όχι μία πραγματική εικόνα εαυτού. Όλο αυτό το σαθρό υπόβαθρο της προσωπικότητας ουσιαστικά το προβάλλει στο σύντροφό του με αποτέλεσμα να δημιουργείται μία κατά φαντασία σχέση μεταξύ τους, εφόσον δεν στηρίζεται στα αληθή χαρακτηριστικά και στην πραγματική εικόνα του ατόμου.
Οι νάρκισσοι εναντιώνονται σε οποιοδήποτε πλαίσιο αμφισβητεί το μεγαλειώδες της προσωπικότητάς τους, καθώς και σε ό,τι φαίνεται αυστηρά οριοθετημένο, αφού την ίδια στιγμή απαιτείται να έρθουν σε επαφή με τις ευθύνες τους, που είναι άλλωστε και ένα σοβαρό κομμάτι, που πυροδοτεί την παθολογία τους.
Η σύντροφος ερωτεύεται το δημιούργημα του σκηνοθέτη και αναλώνεται σε μία φανταστική σχέση, είναι γεμάτη προσδοκίες, πείθεται εύκολα μετά από κάθε σύγκρουση ότι κάτι δεν έκανε η ίδια σωστά, προσδοκά ότι τα πράγματα θα αλλάξουν και όλο αυτό σιγά σιγά δημιουργεί αισθήματα ανασφάλειας και συναισθηματική ανεπάρκεια και στην ίδια.
Όταν ο άλλος αποκτήσει την επίγνωση της φαινομενικής σχέσης που βιώνει και αποφασίσει να εγκαταλείψει, βιώνει ματαίωση, θα πενθήσει στη συνειδητοποίηση ότι ερωτεύτηκε το προσωπείο και όχι το πραγματικό άτομο που έκρυβε από κάτω.
Να θυμάστε ότι στην σχέση του με τους άλλους, ο νάρκισσος αναζητά άτομα που προάγουν την εικόνα που νομίζει πως έχει και στη συνέχεια φαίνεται να ικανοποιεί την κάθε τους επιθυμία. Στην πραγματικότητα όμως, απαιτεί να θαυμάζεται με βάση αυτό που νομίζει πως είναι και όχι με βάση την πραγματική του εικόνα, αφού και ο ίδιος αδυνατεί να τη βιώσει.
*Με πληροφορίες από το Tlife