«Να είναι καλά το παιδί και να μεγαλώσει σε ένα περιβάλλον που θα συναποτελείται από τις δύο οικογένειες, τόσο της δικής του όσο και της Καρολάιν και όχι σε κάποιο ίδρυμα». Αυτή είναι η επιθυμία του 32χρονου Μπάμπη Αναγνωστόπουλου για το παιδί του, σύμφωνα με όσα δήλωσε, μιλώντας στην ΕΡΤ, ο συνήγορος του καθ’ ομολογία δράστη του εγκλήματος στα Γλυκά Νερά, Βασίλης Σπύρου.
Ο κ. Σπύρου επισκέφθηκε την ΓΑΔΑ το πρωί και ενημέρωσε τον κατηγορούμενο για τη διαδικασία που είναι σε εξέλιξη από την Εισαγγελία Ανηλίκων για τη μικρή Λυδία.
Όπως είπε ο συνήγορος του Αναγνωστόπουλου, αυτό που τον ενδιαφέρει είναι να είναι καλά το παιδί και να μην καταλήξει σε κάποιο ίδρυμα, αλλά να μεγαλώσει σε ένα οικογενειακό περιβάλλον, που θα συναποτελείται από τις δύο οικογένειες – τους γονείς του ιδίου και της άτυχης Καρολάιν.
Επίσης, ο κ. Σπύρου μαζί με τον κατηγορούμενο μίλησαν για την απολογία του, προκειμένου να συνταχθεί απολογητικό υπόμνημα, το οποίο θα δοθεί στον ανακριτή – αν και δεν είναι σίγουρο ότι θα γίνει την Τρίτη καθώς, όπως είπε, δεν έχει λάβει στα χέρια του το αντίγραφο της έκθεσης από τα συμπεράσματα των εγκληματολογικών εργαστηρίων για την εξέταση στα ψηφιακά πειστήρια που «έκαψαν» τον πιλότο.
Υπενθυμίζεται ότι ο κατηγορούμενος, που διώκεται για δύο κακουργήματα και δύο πλημμελήματα, πήρε προθεσμία για να απολογηθεί την Τρίτη στις 10 το πρωί και παραμένει κρατούμενος στη ΓΑΔΑ.
Σύμφωνα με πληροφορίες, κρατείται μόνος σε κελί στον 7ο όροφο και βρίσκεται σε άσχημη ψυχολογική κατάσταση.
Ο 32χρονος δήλωσε μετανιωμένος στην προανακριτκή απολογία για τις πράξεις του και ζήτησε συγγνώμη ακόμη και από τους αστυνομικούς του τμήματος Ανθρωποκτονιών, στους οποίους τόσες μέρες έλεγε ψέματα και έπαιζε θέατρο γιατί, όπως είπε, δεν ήθελε να πάει φυλακή και να μείνει μόνο του το παιδί του.
Οι συνήγοροί του, πάντως, δεν θα ζητήσουν ψυχιατρική εξέταση για τον δράστη.
Σε μεγάλο μέρος της απολογίας του, ο πιλότος αναφέρεται στα προβλήματα που είχε στον γάμο του και στις συγκρούσεις του με την 20χρονη Καρολάιν. Εν πολλοίς, ρίχνει την ευθύνη στην άτυχη κοπέλα και μιλάει για επιθετική και αλλοπρόσαλλη συμπεριφορά της, κυρίως μετά τη γέννηση του παιδιού τους.
Επίσης, περιέγραψε με λεπτομέρειες, όχι μόνο τη δολοφονία, αλλά και τη σκηνοθεσία της ληστείας. Όπως είπε, με τα γάντια της μοτοσικλέτας του, αφαίρεσε την κάρτα μνήμης στο σαλόνι της μεζονέτας, ενώ εξήγησε πώς ξήλωσε το παράθυρο στο υπόγειο απ’ όπου μπήκαν οι υποτιθέμενοι ληστές, αλλά και ότι έκρυψε τα κοσμήματα της Καρολάιν, αρχικά μέσα στο ντεπόζιτο της μοτοσικλέτας που βρισκόταν στο γκαράζ του σπιτιού του, ενώ σε δεύτερο χρόνο τα πέταξε σε κάδο απορριμμάτων για να φανεί ότι δήθεν τα έκλεψαν οι ληστές, όπως και τα 10.000 ευρώ μέσα από το επιτραπέζιο παιχνίδι που, όπως προέκυψε, δεν υπήρχαν ποτέ μέσα στο σπίτι.
«Η ΕΛΑΣ δεν ανησυχούσε μήπως διαφύγει»
Η εκπρόσωπος Τύπου της ΕΛΑΣ, Άννα Ευθυμίου, μιλώντας το πρωί στην εκπομπή «ΕΡΤ Σαββατοκύριακο», τόνισε ότι η αστυνομία και οι αρμόδιες υπηρεσίες της εργάστηκαν από την πρώτη στιγμή ανελλιπώς, συγκεντρώνοντας όλα τα απαραίτητα αποδεικτικά στοιχεία προκειμένου να καταλήξουν σε ένα συμπέρασμα.
Όπως είπε, από την αρχή υπήρχε και το ενδεχόμενο της ληστείας, το οποίο δεν μπορούσαν να αποκλείσουν και έτσι έπρεπε να εξετάσουν όλα τα διαθέσιμα στοιχεία για να δουν αν υπήρχαν ενδείξεις τέλεσης του συγκεκριμένου αδικήματος ή όχι:
«Εφόσον αποκλείστηκε η ληστεία, καθώς δεν βρέθηκαν ίχνη, αποτυπώματα ή DNA στην οικία, που να μαρτυρούν την παρουσία τρίτου προσώπου, από κάποια άλλα στοιχεία, όπως εργαστηριακά ευρήματα μέσω τεχνολογικών αναλύσεων, καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι βασικός ύποπτος είναι ο 32χρονος και γι’ αυτό κλήθηκε στη ΓΑΔΑ για να καταθέσει», επεσήμανε.
Η κ. Ευθυμίου είπε ότι οι κινήσεις τους έπρεπε να είναι προσεκτικές, επειδή υπήρχε το ενδεχόμενο της ληστείας και μέχρι να βρεθούν τις αποδείξεις για το αντίθετο «ήταν ο σύζυγος μιας δολοφονημένης μητέρας και πατέρας ενός παιδιού που είχε χάσει τη μάνα του».
Αξιοσημείωτο είναι πως, στην ερώτηση για το αν υπήρχε φόβος μήπως ο 32χρονος διαφύγει και γι’ αυτό το λόγο πήγε στο νησί ελικόπτερο για να τον μεταφέρει στην Αθήνα, η εκπρόσωπος της ΕΛΑΣ ανέφερε ότι δεν υπήρχε τέτοια ανησυχία. Εκείνη την ημέρα, ήταν η στιγμή που «έδεσε» η δικογραφία, συγκεντρώθηκαν όλα τα στοιχεία και κατέδειξαν ως βασικό ύποπτο τον σύζυγο, οπότε τότε εκλήθη στη ΓΑΔΑ, όπως είπε.
Τι προβλημάτισε τους αστυνομικούς από την πρώτη στιγμή
Για τα στοιχεία που προβλημάτισαν από την πρώτη στιγμή τους αστυνομικούς μίλησε στην ΕΡΤ ο πρόεδρος της Ένωσης Αστυνομικών Υπαλλήλων ΝΑ Αττικής, Γιώργος Καλλιακμάνης.
«Εγώ είχα την τύχη να μιλήσω με τους πρώτους αστυνομικούς που μπήκαν στο σημείο. Μου είπαν κάποια πράγματα από τα οποία έβλεπα ότι κάτι δεν στέκει, κάτι δεν πάει καλά. Δεν μπορεί να έχει παραβιαστεί ένα παράθυρο και να έχει ίχνη παραβίασης από μέσα, να είναι πεταμένο μέσα στο σπίτι και να μην έχει σπάσει το τζάμι. Δεν μπορεί οι υποτιθέμενοι ληστές να έχουν αφαιρέσει κάρτες μνήμης. Πού ήξεραν πώς λειτουργούν οι κάμερες; Εμένα, αν μου δείξετε κάμερες, δεν μπορώ να ξέρω πού είναι το καταγραφικό, αν έχουν κάρτες μνήμης ή όχι».
Σχετικά με το κρεμασμένο σκυλί, ο κ. Καλλιακμάνης είπε ότι «είχε σημασία να βρεθεί πότε κρεμάστηκε, πριν ή μετά, και από ό,τι φαίνεται κρεμάστηκε μετά, για να ενισχυθεί το σενάριο της ληστείας. Η γειτόνισσα δεν άκουσε να γαβγίζει ο σκύλος, αλλά να κλαίει. Συνήθως, τα ζώα κλαίνε όταν τα βασανίζουν ή πάνε να τα σκοτώσουν οι ιδιοκτήτες τους. Για τον τρόπο που ήταν δεμένος, οι αστυνομικοί που μπήκαν μέσα, μου είπαν ότι άνετα μπορούσε να πάρει τηλέφωνο με τα δάχτυλα».
Ακόμα, αναφέρθηκε στο γεγονός ότι ο αστυνομικός πήρε αγκαλιά το βρέφος, γιατί φοβήθηκε ότι μπορεί να πέσει από τα χέρια του πιλότου, καθώς τον έβλεπε να κάνει νευρικές και άγαρμπες κινήσεις.