Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, τα παιδιά χωρίστηκαν από την οικογένεια και τους φίλους τους, τα σχολεία έκλεισαν και υπήρξαν περιορισμοί σε σημαντικές δραστηριότητες, όπως το παιχνίδι.
Γνωρίζουμε πολλά για τις φυσικές επιδράσεις που έχει ο κοροναϊός στα παιδιά. Όμως, ο αντίκτυπος στην ψυχική και συναισθηματική τους ευημερία είναι λιγότερο κατανοητός, ιδιαίτερα από την οπτική γωνία των ίδιων των παιδιών.
Μια πρόσφατα δημοσιευμένη έρευνα υπογραμμίζει τη σημασία του να ακούσουμε τα παιδιά, για το τι έχουν να πουν και για τις πληροφορίες που θέλουν για την COVID-19.
Πώς έγινε η έρευνα για το τι γνωρίζουν τα παιδιά
Στην διεθνή μελέτη συμμετείχαν ομάδες ερευνητών που μελέτησαν συνολικά 390 παιδιά από έξι χώρες: το Ηνωμένο Βασίλειο, την Ισπανία, τον Καναδά, τη Σουηδία, τη Βραζιλία και την Αυστραλία.
Τα παιδιά επιλέχθηκαν μέσω επαγγελματικών και κοινωνικών δικτύων, για παράδειγμα αθλητικών και κοινοτικών ομάδων. Ζητήθηκε από παιδιά ηλικίας 7 έως 12 ετών να περιγράψουν τι πρόσβαση έχουν σε πληροφορίες σχετικά με την COVID-19, να πουν τι καταλαβαίνουν για τον κορονοϊό και γιατί πιστεύουν ότι τους ζητήθηκε να μείνουν στο σπίτι.
Υπήρξαν σημαντικές διαφορές μεταξύ των χωρών κατά τη διεξαγωγή της έρευνας, συμπεριλαμβανομένου του αριθμού των κρουσμάτων και των θανάτων από COVID-19, καθώς και των κυβερνητικών μέτρων και των επιπέδων περιορισμών.
Για παράδειγμα, οι αναφερόμενοι θάνατοι και κρούσματα ήταν πολύ υψηλότεροι σε χώρες όπως το Ηνωμένο Βασίλειο και η Βραζιλία σε σύγκριση με την Αυστραλία και τα παιδιά στη Σουηδία συνέχισαν να φοιτούν στο σχολείο, ενώ τα περισσότερα παιδιά σε άλλες χώρες διδάσκονται από το σπίτι.
Οι απαντήσεις
Υπήρχαν πολλές ομοιότητες στις διάφορες χώρες στα πράγματα που είναι σημαντικά για τα παιδιά, τι έπρεπε να πουν και τι ήθελαν να μάθουν. Αλλά υπήρχαν και διαφορές τόσο μεταξύ των χωρών όσο και μεταξύ των παιδιών.
Περισσότερα από τα μισά παιδιά δήλωσαν ότι ήξεραν πολλά ή αρκετά για την COVID-19. Τα σχόλιά τους περιελάμβαναν εκφράσεις όπως:
«Είναι ένας ηλίθιος ιός»
«Εξαπλώνεται πολύ γρήγορα»
«Οι άνθρωποι το υποβαθμίζουν και μου λένε ότι δεν μπορεί να σκοτώσει ανθρώπους, αλλά ξέρω ότι άνθρωποι πεθαίνουν κάθε μέρα»
Αλλά τα παιδιά είχαν επίσης και δικές τους ερωτήσεις/απορίες:
«Πώς και από πού ξεκίνησε;»
«Πώς μοιάζει ο κορονοϊός;»
«Πώς σε κάνει άρρωστο;»
Μερικά παιδιά είπαν ότι δεν ήθελαν να μάθουν περισσότερα για τον κορονοϊό:
«Είναι βαρεμάρα»
«Δεν θέλω να μάθω (περισσότερα) γιατί σκοτώνει ανθρώπους και αυτό με κάνει λυπημένο»
Τα παιδιά εξέφρασαν διαφορετικά συναισθήματα για την COVID-19. Είπαν ότι ένιωθαν «ανησυχία», «φόβο», «θυμό» και «μπερδεμένα».
Τα παιδιά γνώριζαν ότι ο κορονοϊός ήταν ιδιαίτερα επικίνδυνος για τα ευάλωτα άτομα:
“Μπορεί να σκοτώσει ηλικιωμένους και ανθρώπους με κακή υγεία”.
Σε κάποια παιδιά τους έλλειψαν οι φίλοι και η οικογένειά τους:
«Πότε μπορούμε να επιστρέψουμε στο σχολείο;»
Τα παιδιά λαμβάνουν πληροφορίες για τον κορονοϊό από διάφορες πηγές, κυρίως από γονείς και καθηγητές. Αναζητούν επίσης πληροφορίες από φίλους, τηλεοπτικές εκπομπές και το Διαδίκτυο, συμπεριλαμβανομένων των μέσων κοινωνικής δικτύωσης.
Καταλαβαίνουν τι απαιτείται από την κοινότητα να γίνει και είχαν μάθει τις έννοιες των νέων λέξεων και όρων. Γνώριζαν λοιπόν τι σήμαινε η κοινωνική απόσταση και ότι έπρεπε να μείνουν σε απόσταση 2 μέτρων. Τα παιδιά γνώριζαν επίσης βασικά μηνύματα δημόσιας υγείας σχετικά με το πλύσιμο των χεριών, το άγγιγμα του προσώπου και την ανάγκη να μείνουν στο σπίτι “για να σώσουν ζωές”.
Η σημασία της έρευνας και της παιδικής οπτικής γωνίας
Τα παιδιά έχουν σημαντικό ρόλο στην ανταπόκριση της κοινωνίας στην COVID-19. Οι σημαντικές συνεισφορές τους στον περιορισμό της εξάπλωσης του ιού συμπεριλαμβάνουν τον διαχωρισμό από την οικογένεια και τους φίλους τους και τους περιορισμούς σε σημαντικές δραστηριότητες που αποτελούν μέρος της “φυσιολογικής” ζωής τους.
Ωστόσο, οι επιπτώσεις στη ζωή και την ευημερία των παιδιών είναι σε μεγάλο βαθμό μη αναγνωρισμένες. Οι συνεισφορές τους πρέπει να αναγνωριστούν και πρέπει να τα ευχαριστούμε γι’ αυτές.
Τα παιδιά έχουν το δικαίωμα να τους παρέχονται πληροφορίες σε μορφή κατάλληλη για την ασφάλεια και την ευημερία τους. Πρέπει να έχουν την ευκαιρία να κάνουν ερωτήσεις και να μάθουν τι σημαίνει COVID-19 για τα ίδια και για τους ενήλικους γύρω τους, όπως οι γονείς και οι δάσκαλοι.
Οι ενήλικες, λοιπόν, πρέπει να αφιερώσουν χρόνο και χώρο για να μιλήσουν με τα παιδιά. Μπορούν να τους κάνουν ερωτήσεις όπως:
«Τι θα ήθελες να μάθεις για τον κορονοϊό;»
«Τι ερωτήσεις έχεις για ό,τι συμβαίνει;»
Αυτή η προσέγγιση σημαίνει ότι τα παιδιά έχουν την εξουσία να προσδιορίζουν τις ανάγκες και τις ανησυχίες τους και οι πληροφορίες που τους παρέχονται είναι σχετικές και ανταποκρίνονται στις ανάγκες τους.
*Με πληροφορίες από το medicalxpress.com