Τα μειωμένα επίπεδα μιας μεταβολικής ορμόνης που είναι γνωστή ως λεπτίνη συνδέονται με εξασθενημένες αποκρίσεις αντισωμάτων στα εμβόλια στο γενικό πληθυσμό και άρα μειωμένη ανοσία, σύμφωνα με νέα επιστημονική μελέτη του Πανεπιστημίου του Queensland.
Αυτό το εύρημα ανακαλύφθηκε από τους ερευνητές ενώ μελετούσαν πολλές απαντήσεις ομάδων για το εμβόλιο της γρίπης ή για εκείνο της ηπατίτιδας Β πριν από την έναρξη της πανδημίας του κοροναϊού.
Ανοσία και λεπτίνη άμεσα συνδεδεμένες
Ο δρ. Di Yu του Πανεπιστημίου του Queensland εντόπισε μια σχέση μεταξύ του μεταβολικού και του ανοσοποιητικού συστήματος που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για την ανάπτυξη νέων στρατηγικών για τη βελτίωση της προστασίας του εμβολίου σε πληθυσμούς που είναι ευάλωτοι.
«Χρησιμοποιώντας πολλαπλές προηγμένες τεχνικές στην ανοσολογία, τη γενετική και τη βιοχημεία, η μελέτη μας διαπίστωσε ότι η λεπτίνη προώθησε άμεσα την ανάπτυξη και τη λειτουργία των κυττάρων που είναι ζωτικής σημασίας για την ενεργοποίηση μιας απόκρισης αντισωμάτων», δήλωσε ο δρ. Di Yu.
«Σε συνεργασία με επιστημονικές ομάδες από ολόκληρο τον κόσμο, εντοπίσαμε ότι η μείωση μιας βασικής μεταβολικής ορμόνης που ονομάζεται λεπτίνη συσχετίστηκε με εξασθενημένες αποκρίσεις εμβολίων τόσο σε νεαρά όσο και σε ηλικιωμένα άτομα.
Ως αποτέλεσμα, μπορούμε τώρα να εντοπίσουμε αυτούς που κινδυνεύουν να μην αποκτήσουν ανοσία, ακόμα και μετά τον εμβολιασμό» επισημαίνει.
Πώς θα αυξήσετε την αποτελεσματικότητα του εμβολίου
Ο δρ. Di Yu αναφέρει ότι η λεπτίνη αποτελεί μεταβολική ορμόνη που παράγεται σε μεγάλο βαθμό από λιπώδη ιστό. «Είναι γνωστό ότι κάθε οργανισμός ανταποκρίνεται διαφορετικά στα εμβόλια. Αυτή η διαφορά οφείλεται εν μέρει στην γενετική, αλλά υπάρχουν και άλλοι παράγοντες που είναι εξίσου σημαντικοί.
Όταν είμαστε σε καλή κατάσταση και υγιείς, έχουμε πολύ καλύτερη αποτελεσματικότητα του εμβολίου. Εάν είμαστε υγιείς, έχουμε καλό μεταβολισμό και φυσιολογικά επίπεδα λεπτίνης, σε αντίθετη όμως περίπτωση, η λεπτίνη μειώνεται περιορίζοντας την απόκριση στο εμβόλιο και την ανοσία».
Οι ερευνητές επιθυμούν να δοκιμάσουν τα ευρήματά τους στα εμβόλια κατά του κοροναϊού για να προσδιορίσουν τους βιοδείκτες για τα άτομα που κινδυνεύουν με εξασθενημένη απόκριση στο εμβόλιο.