Η ανησυχία ότι η ραδιενέργεια από την πυρηνική καταστροφή του Τσερνόμπιλ μπορεί να επηρεάσει γενιές και γενιές ανθρώπων δείχνει να διαψεύδεται από μεγάλη γενετική μελέτη που δημοσιεύεται στο κορυφαίο περιοδικό Science ενόψει της θλιβερής επετείου της Δευτέρας.
Η έκρηξη του αντιδραστήρα 3 στον πυρηνικό σταθμό του Τσερνόμπιλ της Ουκρανίας στις 26 Απριλίου 1986 κάλυψε την Ευρώπη με ένα σύννεφο ραδιενεργών ισοτόπων και σκότωσε περίπου 30 πυροσβέστες που εκτέθηκαν σε υψηλές δόσεις ραδιενέργειας. Σύμφωνα με το πόρισμα του ΟΗΕ για τις επιπτώσεις του δυστυχήματος, η διαρροή προκάλεσε περίπου 5.000 επιπλέον κρούσματα καρκίνου του θυρεοειδή σε παιδιά, από τα οποία πάντως τα περισσότερα αντιμετωπίστηκαν με επιτυχία.
Έκτοτε, εκατομμύρια κάτοικοι της Ουκρανίας ζουν με την ανησυχία ότι η ραδιενέργεια οδήγησε στην εμφάνιση κληρονομίσιμων μεταλλάξεων. «Πολύς κόσμος πιστεύει πως αν εκτεθεί κανείς στην ακτινοβολία θα υπάρξουν επιδράσεις και στην επόμενη γενιά» σχολιάζει στο δικτυακό τόπο του Science ο Ντιμίτρι Μπάζικα, γενικός διευθυντής του Εθνικού Ερευνητικού Κέντρου Ακτινοθεραπείας στο Κίεβο και μέλος της διεθνούς ομάδας που υπογράφει τη νέα μελέτη.
Τα ευρήματα όπως δείχνουν να διαψεύδουν τις ανησυχίες: οι μεταλλάξεις που ανιχνεύθηκαν σε παιδιά πολιτών οι οποίοι είχαν εκτεθεί στη ραδιενέργεια δεν ήταν περισσότερες από αυτές που ανιχνεύονται στον γενικό πληθυσμό, ακόμα κι αν οι δόσεις ακτινοβολίας ήταν υψηλές.
Ο μέσος άνθρωπος φέρει 50 με 100 μεταλλάξεις που εμφανίστηκαν τυχαία στο σπερματοζωάριο του πατέρα του ή το ωάριο της μητέρας του. Μέχρι σήμερα ο μόνος παράγοντας κινδύνου για αυτές τις γενετικές αλλαγές, γνωστές ως «μεταλλάξεις de novo», ή DNM, είναι η ηλικία του πατέρα –όσο μεγαλύτερος είναι, τόσο περισσότερες οι DNM που ανιχνεύονται στο σπέρμα του.
Προηγούμενες μελέτες σε πειραματόζωα είχαν δείξει ότι η έκθεση σε υψηλές δόσεις ακτινοβολίας αυξάνει τις μεταλλάξεις DNM σε ωάρια και σπερματοζωάρια. Μέχρι σήμερα όμως παρέμενε ασαφές αν αυτό ισχύει και για τους επιζώντες του Τσερνόμπιλ.
Για να φτάσουν στην απάντηση, οι ερευνητές αναζήτησαν παιδιά που συνελήφθησαν και γεννήθηκαν μετά το ατύχημα από γονείς που είχαν εκτεθεί σε ραδιενέργεια: παιδιά κατοίκων του Πριπγιάτ και παιδιά των πυροσβεστών που είχαν αναλάβει την επικίνδυνη επιχείρηση απομάκρυνσης ραδιενεργών υλικών από τον κατεστραμμένο αντιδραστήρα.
Η ερευνητική ομάδα αλληλούχισε τα πλήρη γονιδιώματα συνολικά 150 γονιών και 130 παιδιών που γεννήθηκαν το διάστημα 1987-2002. Τα γενετικά δεδομένα συνδυάστηκαν με εκτιμήσεις των δόσεων ακτινοβολίας που δέχτηκαν οι γονείς, οι οποίες προέκυψαν κυρίως από μετρητές ακτινοβολίας που χρησιμοποιήθηκαν κατά την επιχείρηση καθαρισμού.
Ακόμα και στις περιπτώσεις που οι γονείς εκτέθηκαν σε υψηλές δόσεις ακτινοβολίας, τα παιδιά δεν εμφάνιζαν περισσότερες μεταλλάξεις de novo από ό,τι ο γενικός πληθυσμός, καταλήγει η μελέτη.
Τα ευρήματα προσφέρουν ένα καθησυχαστικό μήνυμα και για τους κατοίκους της Φουκουσίμα στην Ιαπωνία, οι οποίοι ζουν με τον φόβο των καρκινογόνων μεταλλάξεων μετά το πυρηνικό ατύχημα του 2011.
Ο ΟΗΕ έχει εξάλλου διαβεβαιώσει ότι το ατύχημα της Φουκουσίμα δεν αναμένεται να οδηγήσει σε αύξηση των περιστατικών καρκίνου.