Οκτώ μήνες μετά από ήπια νόσηση με τον νέο κοροναϊό, ένα στα δέκα άτομα εμφανίζει τουλάχιστον ένα μέτριο ως σοβαρό σύμπτωμα της COVID-19 το οποίο έχει αρνητική επίδραση στην εργασία, στην κοινωνική και στην οικογενειακή ζωή του. Τα πιο κοινά μακροπρόθεσμα συμπτώματα είναι η απώλεια όσφρησης και γεύσης καθώς και η κόπωση. Αυτό δείχνει νέα μελέτη ειδικών του Νοσοκομείου Danderyd και του Ινστιτούτου Καρολίνσκα στη Σουηδία η οποία δημοσιεύεται στην ιατρική επιθεώρηση «Journal of the American Medical Association» (JAMA).

Η μελέτη COMMUNITY

Από την άνοιξη του 2020 οι σουηδοί ερευνητές διεξάγουν τη μελέτη COMMUNITY της οποίας κύριος στόχος είναι η καταγραφή της διάρκειας της ανοσίας μετά από νόσηση με τον SARS-CoV-2. Στην πρώτη φάση της μελέτης κατά την περυσινή άνοιξη, οι ερευνητές συνέλεξαν δείγματα αίματος από 2.149 εργαζομένους του Νοσοκομείου Danderyd, εκ των οποίων ποσοστό περίπου 19% διέθετε αντισώματα ενάντια στον νέο κορωνοϊό. Εκτοτε οι ερευνητές συλλέγουν δείγματα από τους ίδιους εθελοντές κάθε τέσσερις μήνες ενώ οι συμμετέχοντες απαντούν και σε ερωτηματολόγια σχετικά με την εμφάνιση μακροχρόνιων συμπτωμάτων και την πιθανή επίδραση που αυτά έχουν στην ποιότητα ζωής τους.

Κατά την τρίτη φάση παρακολούθησης τον Ιανουάριο του 2021 η ερευνητική ομάδα μελέτησε την παρουσία μακροχρόνιων συμπτωμάτων των εθελοντών που είχαν περάσει την COVID-19 με ήπια συμπτώματα τουλάχιστον οκτώ μήνες νωρίτερα. Η ομάδα αυτή αποτελείτο από 323 υγειονομικούς (το 83% εξ αυτών ήταν γυναίκες με μέση ηλικία τα 43 έτη) η οποία και συγκρίθηκε με 1.072 υγειονομικούς (86% γυναίκες με μέσο όρο ηλικίας τα 47 έτη) που δεν μολύνθηκαν με τον νέο κορωνοϊό καθόλη τη διάρκεια της μελέτης.

Συμπτώματα οκτώ μήνες μετά την ήπια νόσο

Με βάση τα ευρήματα, το 26% όσων είχαν νοσήσει στο παρελθόν με τον νέο κορωνοϊό (σε σύγκριση με ποσοστό 9% στην ομάδα ελέγχου) παρουσίασε τουλάχιστον ένα μέτριο ως σοβαρό σύμπτωμα το οποίο διήρκεσε περισσότερο από δύο μήνες ενώ ποσοστό 11% της ομάδας που είχε νοσήσει με COVID-19 (και 2% στην ομάδα ελέγχου) εμφάνιζε τουλάχιστον ένα σύμπτωμα με αρνητική επίδραση στην επαγγελματική, στην κοινωνική ή στην οικογενειακή ζωή του το οποίο διαρκούσε επί τουλάχιστον οκτώ μήνες. Τα πιο κοινά μακροπρόθεσμα συμπτώματα ήταν η αγευσία, η ανοσμία, η κόπωση και τα αναπνευστικά προβλήματα.

Ποια ήταν τα συμπτώματα της μακράς COVID-19 (και ποια δεν ήταν)

«Διερευνήσαμε την ύπαρξη μακροπρόθεσμων συμπτωμάτων μετά από ήπια COVID-19 σε μια ομάδα σχετικώς νέων και υγιών ατόμων παραγωγικής ηλικίας και ανακαλύψαμε ότι τα κύρια μακροπρόθεσμα συμπτώματα ήταν η απώλεια όσφρησης και γεύσης. Η κόπωση και τα αναπνευστικά προβλήματα ήταν επίσης πιο συχνά στα άτομα που είχαν νοσήσει με SARSCoV-2 αλλά δεν εμφανίζονταν στον ίδιο βαθμό» ανέφερε η Σάρλοτ Tαλίν, ειδική παθολόγος, κύρια ερευνήτρια της μελέτης COMMUNITY στο Νοσοκομείο Danderyd και το Ινστιτούτο Καρολίνσκα. Προσέθεσε ωστόσο ότι «δεν είδαμε αυξημένη συχνότητα εμφάνισης γνωστικών συμπτωμάτων όπως η ομίχλη του εγκεφάλου, τα προβλήματα μνήμης και συγκέντρωσης ή σωματικά προβλήματα όπως οι πόνοι στους μυς και τις αρθρώσεις, η ταχυκαρδία ή ο μακροχρόνιος πυρετός».

Απαιτείται σεβασμός στον ιό και από τους νέους και υγιείς

Ο Σεμπάστιαν Χάβερβαλ, ειδικός παθολόγος στο Νοσοκομείο Danderyd και διδακτορικός ερευνητής στο Ινστιτούτο Καρολίνσκα σημείωσε πως «παρά το γεγονός ότι οι συμμετέχοντες στη μελέτη είχαν εμφανίσει ήπια λοίμωξη με τον νέο κορωνοϊό, ένα σχετικά μεγάλο ποσοστό ανέφερε μακροπρόθεσμα συμπτώματα τα οποία είχαν επίδραση στην ποιότητα ζωής του. Υπό το φως αυτού του ευρήματος, πιστεύουμε ότι οι νέοι και υγιείς άνθρωποι, όπως και άλλες ομάδες του πληθυσμού, πρέπει να δείχνουν μεγάλο σεβασμό σε αυτόν τον ιό ο οποίος φαίνεται ότι μπορεί να υποβαθμίσει σημαντικά την ποιότητα ζωής, ακόμη και για μακρό διάστημα μετά τη λοίμωξη».

Τα επόμενα βήματα

Η μελέτη COMMUNITY συνεχίζεται τώρα με τους ερευνητές να έχουν σχεδιάσει την επόμενη παρακολούθηση των εθελοντών τον ερχόμενο μήνα – όταν και ένα μεγάλο μέρος τους αναμένεται να εμβολιαστεί. Μεταξύ άλλων οι επιστήμονες θα παρακολουθήσουν τη διάρκεια της ανοσίας των εθελοντών, τις πιθανές επαναλοιμώξεις αλλά θα διερευνήσουν σε μεγαλύτερο βάθος και μακροπρόθεσμα συμπτώματα όπως η ανοσμία και η αγευσία. Θα εξετάσουν επίσης αν το ανοσοποιητικό σύστημα παίζει ρόλο στη μακρά COVID-19.