Βρισκόμασταν νομίζω ανάμεσα στην προπαίδεια και στις πληροφορίες που γράφαμε με τον μικρό μου γιο για τον Βεζούβιο, όταν ήρθε στο κινητό μου ένα βιντεάκι, μαζί με το μήνυμα της φίλης μου να το δω οπωσδήποτε.
Ηταν ένα πολύ γνωστό τραγούδι, του οποίου τους στίχους είχε διασκευάσει χιουμοριστικά μια οικογένεια, τραγουδώντας για τη ζωή τους εν μέσω της επιδημίας του κορωνοϊού.
Ακουγα το τραγούδι στην αρχή μηχανικά, αλλά σιγά-σιγά κάθε στίχος του ήταν σαν να είχε γραφτεί για εμένα και τη δική μου οικογένεια, σαν να περιέγραφε όλες τις δυσκολίες, μικρές ή μεγάλες, που περνάμε εμείς στη διάρκεια της καραντίνας, του lockdown, του σχολείου μέσω υπολογιστή, των ιδιαίτερων μαθημάτων μέσω Zoom, της αγωνίας που έχει να κάνει με το αν τέλειωσε το χαρτί στον εκτυπωτή, το πότε θα χτυπήσει το κουδούνι να έρθει το κούριερ, το μήπως το συνάχι που εμφάνισε ο μικρός είναι σύμπτωμα της νόσου και, κυρίως, με το τι θα μας ξημερώσει αύριο.
Κι εκείνη τη στιγμή το σκέφθηκα: Το γεγονός ότι περνάμε όλοι την ίδια αυτή δυσκολία – όσο παράδοξο κι αν ακούγεται – λειτουργεί κάπως ανακουφιστικά.
Υποφέρουμε λιγότερο μαζί με άλλους
Αυτό που ένιωσα εγώ και που πιθανότατα έχουν νιώσει και πολλοί άλλοι είναι γνωστό, μελετημένο και επιβεβαιωμένο από τους επιστήμονες που ασχολούνται με την ψυχική υγεία.
Το τραύμα που αφορά μόνο ένα άτομο, όπως είναι για παράδειγμα η σεξουαλική παρενόχληση ή επίθεση, μπορεί να είναι πολύ περισσότερο επιβαρυντικό ψυχικά και διανοητικά για τον άνθρωπο που το έχει υποστεί από ό,τι το συλλογικό τραύμα, που προκύπτει σε μια μεγάλη ομάδα ανθρώπων, σε μια πόλη, σε μια χώρα, για παράδειγμα από μια φυσική καταστροφή ή μια τρομοκρατική επίθεση.
Αυτό συμβαίνει επειδή οι κοινωνικοί δεσμοί λειτουργούν προστατευτικά έναντι του στρες και γιατί στη διάρκεια μιας κρίσης οι άνθρωποι τείνουν να έρχονται κοντά με στόχο να μοιραστούν τον πόνο, να βρουν κατανόηση και να αλληλοβοηθηθούν δημιουργώντας παράλληλα μια αίσθηση του ανήκειν και μιας κοινής ταυτότητας με τους γείτονες.
Μπορούμε να εξελιχθούμε μέσα από το τραύμα;
Οχι μόνο το γεγονός ότι το τραύμα είναι συλλογικό αλλά και το ότι κάποιοι καταφέρνουν να δουν τον εαυτό τους ως μέλλον του συνόλου, όπως έδειξε και έρευνα στη Μαδρίτη, μπορεί να λειτουργήσει θετικά.
Ανθρωποι που στην αρχή της πανδημίας βρέθηκαν να έχουν θετικές πεποιθήσεις για τον κόσμο και την ανθρωπότητα (πιστεύοντας ότι ο κόσμος μας είναι κατ’ αρχήν καλός) μπόρεσαν να βιώσουν μετατραυματική ανάπτυξη, χρησιμοποιώντας την πανδημία ως μια ευκαιρία για να επανεκτιμήσουν τη ζωή τους και να αλλάξουν προς το καλύτερο.
Το συλλογικό τραύμα ως συνεκτικός κρίκος
Επιπλέον, μερικές φορές το συλλογικό τραύμα μπορεί να αποτελέσει τον συνδετικό κρίκο για μια ομάδα ή έναν πληθυσμό και μπορεί να λειτουργήσει και ως το επίκεντρο της ταυτότητάς τους για χρόνια ολόκληρα, όπως για παράδειγμα το Ολοκαύτωμα για τους Εβραίους, η Κατοχή για τους Ελληνες ή οι βομβαρδισμοί από τους Γερμανούς για τους Βρετανούς.
Το τραύμα θυμίζει τη δύναμη, τη σύμπνοια, τη συνεργασία που επέδειξε η κάθε ομάδα απέναντι στην απειλή και τη βία, και καταφέρνει έτσι έμμεσα να λειτουργήσει και συνεκτικά.
Πώς ορίζεται το ψυχικό τραύμα
Ας μην ξεχνάμε ότι η πανδημία που περνάμε έχει χαρακτηριστεί από τους ειδικούς η μεγαλύτερη απειλή για την ψυχική υγεία μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Το τραύμα που βιώνουμε όμως δεν έχει να κάνει μόνο με την ασθένεια του κορωνοϊού αυτή καθαυτή αλλά και με τον φόβο για την ασθένεια και την αλλαγή που επιφέρει στη ζωή μας, στον κόσμο μας και στο μέλλον μας.
Η έννοια του τραύματος λοιπόν ξεπερνάει τον τραυματισμό ή την απλή στεναχώρια και αναφέρεται στο πώς τα τραυματικά γεγονότα – όπως η πανδημία του κορωνοϊού που βιώνουμε παγκόσμια – φτάνουν να επηρεάζουν τον εγκέφαλό μας.
Με λίγα λόγια, το τραύμα θεωρείται ότι συμβαίνει όταν ο τρόπος που βλέπουμε το εαυτό μας, τους άλλους αλλά και τον κόσμο αλλάζει άρδην εξαιτίας ενός γεγονότος.
Ευχαριστούμε για τη συνεργασία τη δρα Ναταλία Κουτρούλη, ψυχολόγο με εκπαίδευση στη Γνωσιακή Ψυχοθεραπεία και στη Συμβουλευτική.