Δεν μπορούμε να τις δούμε, όμως νιώθουμε τις φυσιολογικές αυξομειώσεις τους αλλά και τις διαταραχές τους, που μπορεί να επηρεάζουν πολλές πτυχές τού πώς νιώθουμε, πόσο καλά κοιμόμαστε, πώς είναι οι τιμές της πίεσης ή του σακχάρου μας, πόσο κουρασμένοι είμαστε, πόσο καλά λειτουργεί ο μεταβολισμός μας, πόση ερωτική διάθεση έχουμε κ.λπ. Ο λόγος για τις ορμόνες μας, ουσίες που εκκρίνονται από τους ενδοκρινείς αδένες μας (θυρεοειδής, επινεφρίδια, ωοθήκες, όρχεις, πάγκρεας, υπόφυση) στην κυκλοφορία του αίματος και χρειάζεται να φτάσουν στο όργανο-στόχο ώστε να δράσουν.
Η αυξημένη ή μειωμένη παραγωγή των ορμονών ή η ανικανότητα του οργάνου-στόχου να ανταποκριθεί στις ορμόνες, μπορεί να προκαλούν τις διαταραχές των ορμονών που κάποιες φορές είναι φυσιολογικές και άλλες χρήζουν διερεύνησης και πιθανώς θεραπείας.
Τα νεύρα μας χτυπάνε κόκκινο
Τι μας συμβαίνει: Εκτός από κακή διάθεση, εκνευρισμό, ανεξήγητη εγρήγορση και δυσθυμία είναι επίσης πιθανό να νιώθουμε και μία ακατανίκητη πείνα.
Ο ένοχος: Η κορτιζόλη, που αυξάνεται (κατ’ εντολήν του υποθαλάμου του εγκεφάλου μας) όταν βρισκόμαστε σε κάποιου είδους στρες, έχει γενικά πολλές αναμενόμενες διακυμάνσεις στη διάρκεια της ημέρας μας.
Το πρόβλημα όμως δεν είναι οι καθημερινές φυσιολογικές διακυμάνσεις (αυξημένη έκκριση το πρωί και μειωμένη το βράδυ) όσο το χρόνιο στρες που προκαλεί συνεχή υψηλά επίπεδα της κορτιζόλης, με αποτέλεσμα να δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος.
Το χρόνιο στρες και η υψηλή κορτιζόλη έχουν συσχετιστεί με προβλήματα παχυσαρκίας, με αδύναμο ανοσοποιητικό, υψηλή χοληστερόλη και σάκχαρο, αυξημένη όρεξη και αδύναμα μαλλιά.
Συχνά μαζί με την αύξηση της κορτιζόλης συνυπάρχει και εκείνη της αδρεναλίνης που «μπαίνει στο παιχνίδι» όταν έχουμε να αντιμετωπίσουμε έναν κίνδυνο-στρες.
Το πρόβλημα είναι ότι όταν και η αδρεναλίνη βρίσκεται σε συνεχώς υψηλά επίπεδα, επιβαρύνεται το καρδιαγγειακό μας σύστημα και αυξάνεται η αρτηριακή μας πίεση, ο καρδιακός μας ρυθμός καθώς και η πιθανότητα να εμφανίσουμε αρρυθμίες.
Τι μπορούμε να κάνουμε: Θα μας βοηθήσει η προσπάθεια να διατηρήσουμε το στρες σε χαμηλά επίπεδα (π.χ. με τη βοήθεια της ψυχοθεραπείας, της γιόγκα, του διαλογισμού κ.ά.). Επίσης, σύμφωνα με έρευνες η συστηματική σωματική άσκηση καθώς και ο φυσιολογικός ύπνος, τουλάχιστον 7 ώρες το βράδυ, μπορεί να βοηθήσουν στη μείωση των επιπέδων τόσο της κορτιζόλης όσο και της αδρεναλίνης.
Δεν μπορούμε να «πάρουμε τα πόδια μας»
Τι μας συμβαίνει: Νοιώθουμε υπερβολική κούραση, υπνηλία, έλλειψη διάθεσης, κουράγιου και παράλληλα βλέπουμε τα κιλά μας να αυξάνονται χωρίς λόγο, τα μαλλιά μας να αδυνατίζουν, έχουμε δυσκοιλιότητα, δυσκολία συγκέντρωσης, προβλήματα μνήμης, κράμπες και μούδιασμα των δαχτύλων…
Ο ένοχος: Το πιο πιθανό είναι να υπολειτουργεί ο θυρεοειδής μας (οι ορμόνες του θυρεοειδούς είναι η Τ3 και η Τ4), πράγμα αρκετά συνηθισμένο ειδικά σε γυναίκες με οικογενειακό ιστορικό.
Αν αντίθετα νιώθουμε εκνευρισμό και ευερεθιστότητα, υπερένταση, ταχυκαρδία, ευαισθησία στη ζέστη με αποτέλεσμα να ιδρώνουμε εύκολα, έχουμε μειωμένη όρεξη, δυσκολία να κοιμηθούμε, διάρροια, απώλεια βάρους κ.ά. είναι πολύ πιθανό να υπερλειτουργεί ο θυρεοειδής μας.
Πολύ συχνά οι διαταραχές αυτές πυροδοτούνται και εμφανίζονται μετά από κάποια περίοδο έντονου στρες στα άτομα με σχετική προδιάθεση.
Τι μπορούμε να κάνουμε: Να επισκεφθούμε άμεσα έναν ενδοκρινολόγο, που θα εκτιμήσει τα συμπτώματα και θα μας συστήσει εξετάσεις για να διερευνήσει την κατάσταση του θυρεοειδούς μας και της λειτουργίας του.
Αφού δει τα αποτελέσματα των εξετάσεών μας, αν το κρίνει απαραίτητο, θα μας δώσει φάρμακα.
Μας φαίνονται όλα μαύρα… και είμαστε γυναίκες
Τι μας συμβαίνει: Κατά κανόνα έχει να κάνει με τα επίπεδα των οιστρογόνων μας (τις γυναικείες ορμόνες που παράγονται στις ωοθήκες), που παρουσιάζουν φυσιολογικές διακυμάνσεις στη διάρκεια του κύκλου και της εγκυμοσύνης και κάθετη πτώση κατά την εμμηνόπαυση.
Ο ένοχος: Η παρουσία των οιστρογόνων σε ικανοποιητικά επίπεδα βοηθάει στη διατήρηση καλής διάθεσης και ευεξίας ενώ τα χαμηλά τους επίπεδα (π.χ. προεμμηνορυσιακό σύνδρομο, εμμηνόπαυση, λοχεία) προκαλούν δυσθυμία, εκνευρισμό και κακή διάθεση.
Τι μπορούμε να κάνουμε: Θεωρείται ότι μία διατροφή βασισμένη στης αρχές της μεσογειακής δίαιτας, πλούσια σε λαχανικά, φρούτα, ξηρούς καρπούς, ελαιόλαδο και ψάρια, καθώς και η συχνή άσκηση και η αποφυγή της πολλής καφεΐνης και του αλκοόλ βοηθούν, ειδικά στην περίοδο της εμμηνόπαυσης όπου τα επίπεδα των οιστρογόνων πέφτουν κάθετα προκαλώντας πολλά δυσάρεστα συμπτώματα στις γυναίκες (π.χ. εφιδρώσεις, εξάψεις, διαταραχές μνήμης, αύξηση βάρους, δυσθυμία κ.ά.).
Για την άμβλυνση των συμπτωμάτων της εμμηνόπαυσης, ιδιαίτερα αν είναι πρόωρη, υπάρχει η λύση της θεραπείας ορμονικής υποκατάστασης, περίπτωση κατά την οποία χρειάζεται να ληφθούν υπόψη τόσο τα θετικά αποτελέσματά της όσο και οι πιθανές αρνητικές συνέπειές της.
Χάνουμε την ερωτική μας διάθεση… και είμαστε άνδρες
Τι μας συμβαίνει: Εχουμε πιθανώς συνηθίσει να συνδυάζουμε τα «ορμονικά προβλήματα» με τις γυναίκες, πράγμα που όμως δεν είναι απόλυτο. Κάπως όπως συμβαίνει και με τις γυναίκες με τα οιστρογόνα (που έχουν βέβαια πολύ μεγαλύτερες και έντονες διακυμάνσεις) μπορεί να συμβεί και με τους άνδρες, με τη βασική ορμόνη του φύλου τους, την τεστοστερόνη.
Οι άνδρες, όταν μειώνεται η τεστοστερόνη τους, μπορεί να έχουν χαμηλή λίμπιντο, κακή διάθεση καθώς και περιορισμένη ενεργητικότητα, μυϊκή δύναμη και αντοχή. Μακροχρόνια, αυτό μπορεί να οδηγήσει και σε απώλεια μυϊκής και οστικής μάζας.
Ο ένοχος: Η παραγωγή της τεστοστερόνης αυξάνεται κατά την εφηβεία και μετά και διαρκεί για όλη τη ζωή του άνδρα. Οσο όμως μεγαλώνουν οι άνδρες, είναι πιθανό να μειώνονται σταδιακά τα ανδρογόνα τους (ανδρόπαυση), ιδιαίτερα μετά τα 40, μία διαδικασία που όμως δεν επηρεάζει όλους τους άνδρες στον ίδιο βαθμό.
Τι μπορούμε να κάνουμε: Αν και ακούγεται ίσως τρομακτική, η «ανδρόπαυση» είναι μία φυσιολογική διαδικασία ήπια και σταδιακή, οπότε σπάνια απαιτεί υποκατάσταση με τεστοστερόνη. Αυτό που μπορεί να βοηθήσει στο να διατηρείται όσο γίνεται η τεστοστερόνη σε φυσιολογικά επίπεδα είναι η σωματική άσκηση και η διατήρηση ενός φυσιολογικού βάρους.
Η ανάγκη για χορήγηση θεραπείας υποκατάστασης τεστοστερόνης είναι πολύ σπάνια, κι αυτό μόνο όταν διαπιστωθεί – από τον ειδικό γιατρό – ότι υπάρχει σημαντική μείωση της τεστοστερόνης σε παθολογικά επίπεδα (πιθανά παθολογικά αίτια μπορεί να είναι διάφοροι τραυματισμοί ή φλεγμονές των όρχεων, όγκοι της υπόφυσης κ.ά.).
Προσοχή: Αν χορηγηθεί θεραπεία υποκατάστασης με τεστοστερόνη θα πρέπει να γίνει υπό τη στενή παρακολούθηση του ενδοκρινολόγου. Επίσης, θα πρέπει να αποκλειστεί η παρουσία καρκίνου του προστάτη (πριν τη χορήγησή της) γιατί ο καρκίνος αυτός μπορεί να διεγερθεί από την τεστοστερόνη.
Το πρόβλημα: Κάποιες φορές, άνδρες, που συχνά ασχολούνται με τον αθλητισμό, κάνουν χρήση της τεστοστερόνης και άλλων ανδρογόνων ως αναβολικών με μορφή χαπιών ή ενέσεων για αύξηση της μυϊκής μάζας, της δύναμης και της αντοχής.
Με αυτόν τον τρόπο όμως εκθέτουν τον εαυτό τους στον κίνδυνο καταστολής της παραγωγής της δικής τους τεστοστερόνης, με αποτέλεσμα ατροφία των όρχεων και διαταραχή στην παραγωγή σπέρματος, ενώ παράλληλα μπορεί να εμφανίσουν γυναικομαστία ή και έντονη ευαισθησία στους μαστούς.
Ευχαριστούμε για τη συνεργασία τον καθηγητή κ. Κωνσταντίνο Η. Τσίγκο, ενδοκρινολόγο-διαβητολόγο.