Ήταν 26 Φεβρουαρίου του 2020 όταν το πρώτο τεστ για κορωνοϊό στην Ελλάδα βγήκε θετικό. Η γυναίκα στα χέρια της οποίας έφτασε αυτό το αποτέλεσμα, καταχωρήθηκε ως «ασθενής μηδέν» και χρειάστηκε να νοσηλευτεί για 16 ημέρες σε ειδικό θάλαμο στο ΑΧΕΠΑ στη Θεσσαλονίκη.
Η Δήμητρα Βουλγαρίδου, ο «ασθενής 0», έναν χρόνο μετά, μιλά στο GRTimes.gr για την εμπειρία της και το πώς άλλαξε η ζωή της από τότε έως σήμερα.
Το ταξίδι που θα θυμάται για πάντα
«Μία μέρα πριν την επιστροφή μας στην Ελλάδα (σ.σ. είχε μεταβεί στη βόρεια Ιταλία), έλαβα κάποια ακυρωτικά email για ένα event στην ιταλική πόλη και εκεί καταλάβαμε ότι κάτι συμβαίνει. Τα email ανέφεραν ότι ακυρώνεται τα events προς συμπαράσταση στα χωριά γύρω από το Μιλάνο, τα οποία είχαν ήδη μπει σε αυστηρό lockdown καθώς κάτοικοι τους βρέθηκαν θετικοί στον ιό», εξιστορεί η κ. Βουλγαρίδου.
Η ίδια έφτασε την επομένη στο αεροδρόμιο, πέταξε για Θεσσαλονίκη και επέστρεψε κανονικά στο σπίτι της. Μετά από δύο ημέρες, εμφανίστηκαν κάποια ήπια συμπτώματα, όπως δέκατα και πονοκέφαλος. «Επειδή θορυβήθηκα, καθώς μένω μαζί με τον σύζυγο και το παιδί μου, τηλεφώνησα στην ιδιωτική μου ασφάλεια και από εκεί με συμβούλεψαν να κάνω τεστ, καθώς είχα επιστρέψει από την Ιταλία. Πήγα λοιπόν στο νοσοκομείο αναφοράς ΑΧΕΠΑ, υποβλήθηκα σε τεστ κορωνοϊού και με ενημέρωσαν ότι θα τηρηθεί συγκεκριμένο πρωτόκολλο βάσει του οποίου έπρεπε να διανυκτερεύσω σε θάλαμο αρνητικής πίεσης μέχρι να βγουν τα αποτελέσματα του τεστ μου», περιγράφει.
Όταν καταλάβα πως λένε για μένα στα κανάλια
«Οι γιατροί περίμεναν μέχρι να σιγουρευτούν 100%. αλλά φίλοι και γνωστοί μου τηλεφωνούσαν και μου έλεγαν ότι στο διαδίκτυο και τα κανάλια αναφέρουν ότι εντοπίστηκε το πρώτο κρούσμα κοροναϊού στη χώρα μας, και έδιναν μία περιγραφή, η οποία μου ταίριαζε «γάντι». Γύρω στις 14:00, στις 26/02/2020, ο γιατρός κ. Χρυσανθίδης μου ανακοίνωσε ότι είμαι το πρώτο επιβεβαιωμένο κρούσμα κορωνοϊού στην Ελλάδα», αναφέρει.
Τα πρώτα συναισθήματα τα οποία κυρίευσαν την κ. Βουλγαρίδου ήταν ο φόβος για το άγνωστο, καθώς κανείς δεν ήξερε την εξέλιξη του ιού. «Αγχώθηκα πολύ. Παράλληλα σκεφτόμουν όλους όσους ήρθα σε επαφή. Το σύζυγό μου, το παιδί μου, τους γονείς μου. Ανησυχούσα για το αν τους κόλλησα. Δεν έχω λόγια πάντως για τη συμπεριφορά των γιατρών και των νοσηλευτών. Προσπαθούσαν να με καθησυχάσουν και πραγματικά η συμπαράσταση ήταν πολύ μεγάλη», τονίζει.
Η «ασθενής μηδέν» έμεινε στο θάλαμο αρνητικής πίεσης για 16 ημέρες, έως ότου αρνητικοποιήθηκε, ενώ έμεινε για επιπλέον 11 ημέρες σε κατ΄οίκον απομόνωση. «Ήταν πολύ δύσκολο. Όταν είσαι σε τέτοιους χώρους συνειδητοποιείς ότι στη ζωή ερχόμαστε και φεύγουμε μόνοι μας. Όλο αυτό το αβέβαιο με έκανε και αισθανόμουν μελλοθάνατη. Καθημερινά έκανα πολλές εξετάσεις και δεν ήξερα τι πρόκειται να αντιμετωπίσω. Τα ίδια συναισθήματα είχαν και οι γιατροί. Το μόνο που έβλεπα μέσα από τις στολές τους, ήταν η αμφιβολία και το «άγνωστο» στα μάτια τους. Ωστόσο η μεγαλύτερη δοκιμασία ήταν όταν βρέθηκε θετικό το παιδί μου», εξηγεί.
«Με ενόχλησε πολύ το γεγονός ότι διέρρευσε το όνομά μου»
Στις 27/02/2020, βγήκαν θετικά τα αποτελέσματα της οικογένειάς της. Ο μοναδικός που βρέθηκε θετικός, ήταν ο 9χρονος γιος της, ο οποίος νοσηλεύτηκε μαζί της για 16 ημέρες στον ίδιο θάλαμο αρνητικής πίεσης. «Αυτό ήταν το δύσκολο της νοσηλείας μου. Νιώθω ευγνώμων που το πέρασα τόσο ελαφρά, όμως ήμουν μαζί με το παιδί μου που δεν μπορούσε να βγει ούτε στο διάδρομο», αναφέρει.
Η ίδια, οι γιατροί και οι νοσηλευτές, αποφάσισαν ότι το παιδί δεν πρέπει να μάθει ότι νοσεί από κοροναϊό. Όπως είπε χαρακτηριστικά, «είχαμε αποφασίσει να μην ακουστεί καν η λέξη κοροναϊό. Άνοιξε η πόρτα του δωματίου, τον έβαλαν μέσα και δεν του εξήγησαν το γιατί. Του είπαν μόνο ότι η μαμά του ήταν άρρωστη και ότι θα έπρεπε να μείνει μαζί της ώστε να τη βοηθήσει».
«Ο μικρός ξυπνούσε νωρίς το πρωί και κοιμόταν πολύ αργά το βράδυ. Είχε πολύ περίεργες αντιδράσεις. Ήθελε διαρκώς να φύγει. Θεωρούσε ότι εγώ έφταιγα που ήταν εκεί. Έλεγε συνέχεια ότι θέλει να βγει έξω και να παίξει με τους φίλους του. Ρωτούσε, μαμά, εγώ γιατί δεν πάω σχολείο; Με απασχολούσε ιδιαίτερα το πως θα επιστρέψει το παιδί μου στο σχολείο. Με ενόχλησε πάρα πολύ το γεγονός ότι δεν τηρήθηκε το ιατρικό απόρρητο, διέρρευσε το όνομά μου και παιζόταν παντού, χωρίς να σκεφτεί κανείς τις συνέπειες αυτής της προβολής στο παιδί μου. Συμβουλεύτηκα παιδοψυχολόγο μετά που βγήκαμε από το νοσοκομείο και του τα εξηγήσαμε όλα», αναφέρει χαρακτηριστικά η κ. Βουλγαρίδου.
Όταν ο 9χρονος γύρισε στο σχολείο αντιμετώπισε μία δύσκολη κατάσταση. «Ξέρετε, τα παιδιά αυτής της ηλικίας είναι πολύ σκληρά. Τον αποκαλούσαν «κορωνοϊό» και τον ρωτούσαν γιατί δεν πέθανε. Τα παιδάκια τότε νόμιζαν ότι όποιος κολλάει πεθαίνει κιόλας» σημειώνει.
Τα μηνύματα στο facebook
Η κοινωνική κατακραυγή βέβαια, δεν άφησε «στην ησυχία της» ούτε την ίδια. Συνεχώς λάμβανε μηνύματα στο facebook από άγνωστους της ανθρώπους, οι οποίοι την κατηγορούσαν ότι έφερε τον κορωνοϊό στην Ελλάδα και ότι αποτελεί την αιτία του εγκλεισμού. «Το πήρα πάρα πολύ βαριά. Δεν περίμενα ποτέ ότι υπάρχει κόσμος που θα κατηγορήσει κάποιον επειδή αρρώστησε. Από εκεί και πέρα είναι κάτι που αφήνω πίσω. Κρατάω τον κόσμο που με στήριξε. Μία πολύ μεγάλη μερίδα ανθρώπων, πέρα από φίλους και γνωστούς, μου έδωσε κουράγιο», αναφέρει η κ. Βουλγαρίδου.
Η ίδια υπενθυμίζει ότι όταν ολοκληρώθηκαν για εκείνη οι ημέρες καραντίνας, ξεκίνησε το lockdown για όλη τη χώρα. «Μπορώ να πω ότι μας έκανε καλό. Ο κόσμος άρχισε να συνειδητοποιεί ότι δεν ήμουν υπεύθυνη για το ό,τι έγινε. Ομολογώ όμως ότι ποτέ δεν εφησύχασα. Ποτέ δεν σκέφτηκα ότι αφού είχα κολλήσει, δεν κινδυνεύω πλέον. Ίσα ίσα, έγινα χειρότερη. Κατάντησα μικροβιοφοβική. Ήμουν από τους ανθρώπους που καθάριζα τις σακούλες του σούπερ μάρκετ. Έπαθα ένα μεγάλο σοκ, διότι είχα φοβηθεί αρκετά. Περνώντας όμως ο καιρός συνειδητοποίησα πόσο υπερβολική ήμουν. Πλέον τηρώ πιστά τα μέτρα και ακολουθώ τις οδηγίες των ειδικών», επισημαίνει.
Για την κ. Βουλγαρίδου ο συνεχόμενος εγκλεισμός δεν την ενοχλεί. Τονίζει, ήταν τόσο δύσκολες οι ημέρες της νοσηλείας της αλλά και ότι ακολούθησε, που η υπακοή στα μέτρα είναι το τελευταίο πράγμα που την ενοχλεί, παρά το γεγονός ότι και το δικό της επάγγελμα έχει πληγεί πάρα πολύ.
«Τα μέτρα, δεν είναι τίποτα αν σκεφτούμε τους ανθρώπους που νοσηλεύονται βαριά»
«Έχω δώσει προτεραιότητα στην υγεία μας και των αγαπημένων μας ανθρώπων. Έχω αναθεωρήσει πολλά και έχω βάλει προτεραιότητες. Μπορώ να πω ότι αυτό που μου συνέβη, ανεξάρτητα με το γεγονός ότι πέρασε ο καιρός, μάθαμε περισσότερα και συνειδητοποιήσαμε ότι δεν είναι τόσο τραγικό, με ταρακούνησε πολύ. Όταν ήμουν στο θάλαμο αρνητικής πίεσης, το μυαλό μου ταξίδευε. Σκεφτόμουν πώς είναι η ζωή στις φυλακές. Όταν αρνητικοποιήθηκα, συνειδητοποίησα τη σημασία της ελευθερίας. Τα μέτρα, δεν είναι τίποτα αν σκεφτούμε τους ανθρώπους, που νοσηλεύονται βαριά και όχι όπως εγώ. Δεν είναι κάτι, αν σκεφτούμε ότι πολλοί δεν είπαν ένα τελευταίο αντίο σε αγαπημένους τους ανθρώπους. Μέχρι και τώρα σκέφτομαι αυτούς τους ανθρώπους στις ΜΕΘ, τους γιατρούς και τους νοσηλευτές, που είναι με οικογένεια, παιδιά και προσωπική ζωή, τονίζει και επισημαίνει ότι «δύσκολα όμως μπαίνουμε πραγματικά στη θέση του άλλου».
Κλείνοντας η κ. Βουλγαρίδου εκφράζει την εμπιστοσύνη της στην επιστήμη, ενώ θεωρεί ότι το εμβόλιο είναι η ελπίδα του κόσμου. Εκτιμά, ότι στην κανονικότητα, πρόκειται να επιστρέψουμε πολύ σταδιακά και ότι η ζωή που είχαμε τον Φεβρουάριο του 2020 δεν θα επιστρέψει σύντομα.
«Μακάρι να τελειώσει όλο αυτό που ζούμε και να επιστρέψουμε στο πριν. Στις ζωές μας…», καταλήγει.
Πηγή: GRTimes.gr