Για τους περισσότερους ανθρώπους, η αναπνευστική λοίμωξη COVID-19 αποτελεί μια σύντομη και ήπια ασθένεια. Παρ’ όλα αυτά υπάρχουν και κάποιοι άλλοι που αντιμετωπίζουν για μήνες, μετά την «ανάρρωση», συμπτώματα όπως το διαρκές αίσθημα κόπωσης, ο επίμονος πόνος ή ακόμα και η δύσπνοια. Το φαινόμενο αυτό που είναι γνωστό και ως «long COVID» μπορεί να έχει εξουθενωτική επίδραση στην καθημερινότητα των ανθρώπων, αφήνοντάς τους εξαντλημένους ακόμα και μετά από έναν ήπιο περίπατο.
Τους τελευταίους μήνες η προσπάθεια της παγκόσμιας επιστημονικής κοινότητας έχει εστιάσει στη διάσωση της ανθρώπινης ζωής και στην εύρεση ενός αποτελεσματικού και ασφαλούς εμβολίου προκειμένου να σταματήσει η διάδοση του κορωνοϊού.
Ωστόσο, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε τις αυξανόμενες περιπτώσεις ασθενών με τις μακροπρόθεσμες συνέπειες της μόλυνσης του κορωνοϊού, καθώς και τα ερωτήματα που προκύπτουν.
Τι είναι το long COVID;
Δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή ιατρικός ορισμός ή κοινή για όλους τους ασθενείς συμπτωματολογία, καθώς δύο άτομα που περνούν long COVID ενδεχομένως να έχουν δύο πολύ διαφορετικές εμπειρίες. Παρ’ όλα αυτά, το πιο κοινό χαρακτηριστικό φαίνεται να είναι η εξουθενωτική κόπωση.
Αλλα συμπτώματα μπορεί να περιλαμβάνουν τη δύσπνοια, τον επίμονο βήχα, τον πόνο στις αρθρώσεις, τους μυϊκούς πόνους, τα προβλήματα ακοής και όρασης, τους πονοκεφάλους, την απώλεια γεύσης και όσφρησης καθώς και βλάβες στην καρδιά, στους πνεύμονες, στα νεφρά, ακόμη και στο έντερο.
Αόρατες βλάβες
Τελευταία μάλιστα γίνεται λόγος και για τις «αόρατες βλάβες» που η εν λόγω νόσος προκαλεί και στην ουσία έχουν να κάνουν με τις επιπτώσεις στην ψυχική υγεία. Νέα μελέτη συγκεκριμένα από το Oxford University αναφέρει ότι οι επιζώντες διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης ψυχικών νόσων, όπως είναι η αγχώδης διαταραχή και η κατάθλιψη.
Την ίδια στιγμή μια άλλη μελέτη που δημοσιεύθηκε στο «The Lancet Psychiatry» αναφέρει ότι εξίσου πιθανή είναι και η εμφάνιση της άνοιας.
Το long COVID δεν σηματοδοτεί απλώς το μεγαλύτερο χρονικό διάστημα που θα χρειασθεί για να αναρρώσει ένας ασθενής που έχει νοσηλευθεί σε μονάδα εντατικής θεραπείας. Ακόμα και άτομα με σχετικά ήπιες λοιμώξεις μπορεί να αντιμετωπίσουν επίμονα και σοβαρά ζητήματα υγείας που θα διαρκέσουν ή θα εμφανισθούν αργότερα.
«Δεν έχουμε καμία αμφιβολία ότι το long COVID υπάρχει» δηλώνει χαρακτηριστικά ο καθηγητής David Strain, από το University of Exeter.
Οι επιπτώσεις του long COVID
Πολλές είναι οι ερευνητικές προσεγγίσεις, χωρίς όμως να έχει δοθεί – μέχρι στιγμής τουλάχιστον – οριστική απάντηση. Ο οργανισμός μπορεί να έχει απαλλαγεί ως επί το πλείστον από τον ιό, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν διάσπαρτα μικρότερα κομμάτια του.
«Εάν εντοπίζεται μακροχρόνια απώλεια όσφρησης, τότε ενδεχομένως να βρίσκεται στα νεύρα. Εάν υπάρχει μακροχρόνια διάρροια τότε μπορεί να παραμένει στο έντερο. Eτσι θα μπορούσε να εξηγηθεί πού οφείλεται» επισημαίνει ο καθηγητής Tim Spector από το King’s College London.
Ο κορωνοϊός μπορεί να μολύνει άμεσα μια μεγάλη ποικιλία κυττάρων στο σώμα, «πυροδοτώντας» μια υπερδραστήρια ανοσοαπόκριση, που με τη σειρά της μπορεί να προκαλέσει βλάβες σε ολόκληρο το σώμα.
Μία προσέγγιση αναφέρει ότι ενδεχομένως το ανοσοποιητικό σύστημα δεν επιστρέφει στα φυσιολογικά επίπεδα μετά τη μόλυνση, δημιουργώντας προβλήματα. Η μόλυνση μπορεί επίσης να αλλάξει τον τρόπο λειτουργίας των οργάνων.
Αυτό είναι πιο εμφανές στους πνεύμονες εάν υπάρξουν βλάβες, καθώς έχουν παρατηρηθεί μακροχρόνια προβλήματα κατόπιν της μόλυνσης με τον Sars ή τον Mers, δύο άλλους τύπους κορωνοϊού.
Αλλά ο κορωνοϊός μπορεί επίσης να αλλάξει τον μεταβολισμό των ανθρώπων. Υπήρξαν περιπτώσεις ανθρώπων που πασχίζουν να ελέγξουν τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα μετά την ανάπτυξη διαβήτη ως αποτέλεσμα της COVID-19.
Παράλληλα, αναφέρονται πρώιμα σημάδια αλλαγών και στη δομή του εγκεφάλου, με τα δεδομένα ακόμα να βρίσκονται υπό διερεύνηση, ενώ φαίνεται να επηρεάζει και το αίμα, προκαλώντας θρομβώσεις.
Θα αναρρώσουν πλήρως οι ασθενείς με long COVID;
Ο αριθμός των ασθενών με long COVID φαίνεται να μειώνεται με την πάροδο του χρόνου. Ωστόσο, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο ιός εμφανίστηκε πριν από περίπου 11 μήνες, οπότε υπάρχει έλλειψη μακροπρόθεσμων δεδομένων.
Οι ερευνητές επισημαίνουν τις ανησυχίες τους ακόμα και για τους ανθρώπους που φαίνεται να ανακάμπτουν, καθώς θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν κινδύνους μακροπρόθεσμα.
Τα άτομα που αντιμετώπισαν σύνδρομο χρόνιας κόπωσης είναι πιθανό να κληθούν να το αντιμετωπίσουν ξανά, καθώς μελλοντικές λοιμώξεις μπορεί να «πυροδοτήσουν» παθήσεις εκ νέου. Μάλιστα, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) έχει προειδοποιήσει ότι η εκτεταμένη φλεγμονή που προκαλείται από τον κορωνοϊό μπορεί να προκαλέσει καρδιακά προβλήματα ακόμα και σε νεαρότερα άτομα.
Πόσο ασυνήθιστο είναι;
Η «μετα-ιική» κόπωση και ο βήχας που μπορεί να παραμείνει για λίγο μετά τη μόλυνση από διάφορους ιούς ή παθογόνους μικροοργανισμούς αποτελεί φαινόμενο τεκμηριωμένο και συνηθισμένο. «Με τον κορωνοϊό όμως φαίνεται να υπάρχουν περισσότερα μακροχρόνια συμπτώματα και ο αριθμός των ανθρώπων που τα εμφανίζει είναι πολύ μεγαλύτερος» αναφέρει ο Chris Brightling, καθηγητής στο University of Leicester.
«Η μοναδικότητα του τρόπου με τον οποίο ο ιός επιτίθεται στον ξενιστή και οι διαφορετικοί τρόποι που στη συνέχεια μπορεί να αλλάξει τη συμπεριφορά των κυττάρων ενδεχομένως να ευθύνονται για τη σοβαρότερη μόλυνση από άλλους ιούς και τα επίμονα συμπτώματα» καταλήγει.
Τα ερευνητικά εμπόδια
Σύμφωνα με τον δρα Αναστάσιο Σπαντιδέα, κλινικό φαρμακολόγο-παθολόγο, με τον όρο long COVID αναφερόμαστε στην απώτερη συμπτωματολογία και στις απώτερες επιπτώσεις που προκαλεί στον οργανισμό μας η λοίμωξη από τον κορωνοϊό SARS-CoV-2 πέρα από τη συμπτωματολογία που βιώνουν τα άτομα κατά την οξεία φάση της λοίμωξης.
Τα συμπτώματα αυτά μπορεί να διαρκούν μεγάλο χρονικό διάστημα μετά την αρχική ανάρρωση του ασθενούς από τη λοίμωξη και σε ένα ποσοστό που φθάνει στο 10% μπορεί να οδηγήσει τους ασθενείς σε επανεισαγωγή στο νοσοκομείο μετά από δύο μήνες για την αντιμετώπιση των σοβαρών συμπτωμάτων τους.
Επειδή οι νεκροτομές, για ευνόητους λόγους, δεν επιτρέπονται στα άτομα που πεθαίνουν από COVID-19, γίνονται γνωστές μόνο οι μακροσκοπικές επιπτώσεις της νόσου στον οργανισμό μας αλλά όχι και οι μικροσκοπικές που ευθύνονται για τις απώτερες επιπτώσεις.
Ετσι δεν ξέρουμε τι ιστολογικές βλάβες προκαλεί ο κορωνοϊός στα πνευμόνια, στην καρδιά, στα νεφρά, στο νευρικό σύστημα και σε άλλα όργανα του σώματός μας.
Το γεγονός επίσης ότι δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμα ο κύκλος της πανδημίας και επειδή αυτή βρίσκεται σε εξέλιξη είναι πιθανόν να μη γνωρίζουμε τις επιπτώσεις της λοίμωξης σε μεγάλο βάθος χρόνου και τι τελικά αφήνει στον οργανισμό μας (π.χ. επηρεασμό του ανοσολογικού μας συστήματος και εμφάνιση διαφόρων αυτοάνοσων παθήσεων).