Οι ασθενείς που ανέρρωσαν από την πνευμονία Covid-19 είναι «άκρως απίθανο» να επαναμολυνθούν για τουλάχιστον έξι μήνες μετά την πρώτη λοίμωξη, διαπιστώνει μελέτη σε εργαζομένους του βρετανικού ΕΣΥ σχετικά με την ανοσία.
Η μελέτη του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης ίσως φέρει κάποια ανακούφιση στους περισσότερους από 51 εκατομμύρια ανθρώπους που έχουν προσβληθεί μέχρι σήμερα από τον κοροναϊό SAS-2-CoV σε όλο τον κόσμο.
«Είναι μια πραγματικά καλή είδηση γιατί μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα ότι, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα, οι περισσότεροι άνθρωποι που παθαίνουν Covid-19 δεν θα την ξαναπάθουν» είπε στο Reuters ο καθηγητής Ντέιβιντ Έιρ, συνεπικεφαλής της μελέτης, η οποία δεν έχει ακόμα υποβληθεί σε ανεξάρτητο έλεγχο και παρουσιάζεται ως προδημοσίευση στο medRχiv.
Αναφορές για σποραδικά κρούσματα επαναμόλυνσης έχουν δημιουργήσει ανησυχία ότι η ανοσία μπορεί να έχει περιορισμένη διάρκεια και επομένως όσοι αναρρώνουν κινδυνεύουν να επαναμολυνθούν σύντομα.
Σύμφωνα όμως με την τελευταία μελέτη, τα περιστατικά επαναμόλυνσης πιθανότατα θα παραμείνουν σπάνια: «Η λοίμωξη Covid-19 όντως προσφέρει προστασία από την επαναμόλυνση στους περισσότερους ανθρώπους και για τουλάχιστον έξι μήνες» δήλωσε ο Έιρ. «Δεν βρήκαμε καμία νέα συμπτωματική λοίμωξη σε εθελοντές της μελέτης που είχαν βρεθεί θετικοί σε αντισώματα» ανέφερε.
Η μελέτη κοόρτης κάλυψε μια περίοδο 30 εβδομάδων μεταξύ Απριλίου και Νοεμβρίου, και αξιοποίησε δεδομένα από τα τεστ που διενεργούνται προληπτικά στο υγειονομικό προσωπικό της Βρετανίας.
Συνολικά εξετάστηκαν δεδομένα για 1.246 εργαζομένους που είχαν προσβληθεί από τον κοροναϊό και 11.052 εργαζομένους που είχαν βρεθεί αρνητικοί σε τεστ αντισωμάτων εναντίον του κοροναϊού, ισχυρή ένδειξη ότι δεν είχαν νοσήσει στο παρελθόν. Στη διάρκεια των 30 εβδομάδων καταγράφηκαν 89 κρούσματα μεταξύ εργαζομένων που δεν είχαν νοσήσει στο παρελθόν, ενώ κανείς από τους εργαζομένους που είχαν αναρρώσει δεν εκδήλωσε εκ νέου τη νόσο.
«Θα συνεχίσουμε την προσεκτική παρακολούθηση αυτής της κοορτής προσωπικού για να διαπιστώσουμε ακριβώς πόσο διαρκεί η προστασία και το κατά πόσο οι προηγούμενες λοιμώξεις επηρεάζουν τη σοβαρότητα της επόμενης λοίμωξης στις περιπτώσεις που οι ασθενείς επαναμολύνονται» δήλωσε ο Έιρ.