Η πραγματικότητα είναι ότι ο σύγχρονος άνθρωπος ζει περισσότερο από οποιονδήποτε προηγούμενο. Παρ’ όλα αυτά η ψυχική και πνευματική του υγεία δεν συμβαδίζει με τη διάρκεια της ζωής του… Υπολογίζεται ότι αυτή τη στιγμή 47 εκατομμύρια άνθρωποι παγκοσμίως έχουν άνοια και ότι το 2050 ο αριθμός αυτός θα έχει αυξηθεί στα 106 εκατομμύρια! Επίσης, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) εκτιμά ότι το 2020 το Αλτσχάιμερ θα είναι η δεύτερη αιτία αναπηρίας παγκοσμίως. Ετσι, τον Μάιο του 2017 ο ΠΟΥ συμπεριέλαβε την προσπάθεια αντιμετώπισης της άνοιας και του Αλτσχάιμερ στις βασικές προτεραιότητές του για το πλάνο δράσης που συνέταξε για τα επόμενα χρόνια. Σε αυτό το πλαίσιο οι έρευνες που ασχολούνται με τη μελέτη του μηχανισμού πρόκλησης αλλά και των πιθανών θεραπειών του Αλτσχάιμερ αυξάνονται.
Στα όσα ακολουθούν παρουσιάζουμε μία έρευνα που έρχεται από την Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου του Minho και το Ινστιτούτο ICVS στην Πορτογαλία, με επικεφαλής έναν έλληνα επιστήμονα, τον δρα Ιωάννη Σωτηρόπουλο. Μία έρευνα που ασχολείται με τους νευροβιολογικούς μηχανισμούς που επάγονται από το χρόνιο, καθημερινό στρες και οδηγούν στην εμφάνιση της νόσου Αλτσχάιμερ, συνδέοντάς την με την κατάθλιψη.
Ενας λόγος παραπάνω να μην αγνοούμε την κατάθλιψη
Τόσο η κατάθλιψη όσο και το Αλτσχάιμερ είναι πολυπαραγοντικές νόσοι (παίζει ρόλο η γενετική προδιάθεση, η προχωρημένη ηλικία, το φύλο – οι γυναίκες είναι πιο ευάλωτες από τους άνδρες –, το στρες κ.ά.). Τελευταία διάφορες μελέτες δείχνουν ότι υπάρχει συσχέτιση ανάμεσα στο στρες, στην κατάθλιψη και στο Αλτσχάιμερ και ότι οι καταθλιπτικοί ασθενείς έχουν αυξημένα ποσοστά εμφάνισης άνοιας και Αλτσχάιμερ και μάλιστα πιο συγκεκριμένα ότι όσο πιο πολλά επεισόδια κατάθλιψης έχουν απασχολήσει έναν άνθρωπο στη ζωή του τόσο πιο πολλές πιθανότητες έχει να πάθει Αλτσχάιμερ. Κάπου εδώ εμπλέκεται και το χρόνιο ψυχολογικό στρες που, σύμφωνα με μελέτες του δρος Σωτηρόπουλου κατά τη διάρκεια των τελευταίων χρόνων, μπορεί να αποτελεί τον συνδετικό κρίκο ανάμεσα στην κατάθλιψη και στο Αλτσχάιμερ.
Οταν χάνεται η πλαστικότητα του εγκεφάλου
Τελευταία έχει βρεθεί ότι μια φλεγμονή συμβάλλει στην εκδήλωση του Αλτσχάιμερ. Αυτή η φλεγμονή προκύπτει από τη δημιουργία κάποιων τοξικών πρωτεϊνών, όπως είναι η tau (τάου), που βρίσκεται ανάμεσα στα βασικά ενδιαφέροντα των ερευνητών του Αλτσχάιμερ ακριβώς επειδή φαίνεται να παίζει μεγάλο ρόλο στη δημιουργία του. Η tau είναι μία φυσιολογική και χρήσιμη πρωτεΐνη που επειδή καταστρέφεται – λόγω του χρόνιου στρες στην προκειμένη περίπτωση – οδηγείται στην τοξική συσσώρευσή της στα κύτταρα του εγκεφάλου, που εμποδίζει την κανονική λειτουργία τους.
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να χάνεται η (πλαστική) ικανότητα του εγκεφάλου να δημιουργεί καινούργιες συνάψεις (συνδέσεις νευρικών κυττάρων με σκοπό τη μεταξύ τους επικοινωνία), που καταγράφουν τις καινούργιες πληροφορίες. Γι’ αυτό και συχνά βλέπουμε μεγάλους ανθρώπους με άνοια να θυμούνται τα παλιά και όχι τα πρόσφατα γεγονότα και πληροφορίες, καθώς ο εγκέφαλος χάνει την ικανότητά του να δημιουργήσει καινούργιες συνάψεις που θα καταγράψουν νέα δεδομένα και μνήμες.
Ο δρόμος προς την κατάθλιψη και το Αλτσχάιμερ είναι κοινός
Η έρευνα από το Πανεπιστήμιο του Minho, το οποίο συνεργάζεται με το Εργαστήριο Φαρμακολογίας της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, με το οποίο δημοσιεύουν διαρκώς τα τελευταία χρόνια κοινές ερευνητικές εργασίες, έγινε σε ποντίκια και έδειξε ότι η χρόνια έκθεση σε στρες προκαλεί την ατροφία των συνάψεων και την απώλεια επικοινωνίας μεταξύ περιοχών του εγκεφάλου που οδηγούν στην καταθλιπτική συμπεριφορά αλλά και στα προβλήματα μνήμης. Οπως εξηγεί ο δρ Ι. Σωτηρόπουλος: «Χρησιμοποιώντας πειραματόζωα, δείξαμε πρόσφατα ότι μηχανισμοί που μέχρι χθες γνωρίζαμε ότι υπήρχαν μόνο στη νόσο Αλτσχάιμερ, τώρα εμπλέκονται και στην εμφάνιση της κατάθλιψης λόγω της έκθεσης σε μεγάλες περιόδους στρες».
Και συνεχίζει: «Η έρευνά μας ανέδειξε τον σημαντικό ρόλο της πρωτεΐνης tau (μέχρι τώρα εμπλεκόταν στο Αλτσχάιμερ) και στη στρεσοεπαγόμενη κατάθλιψη καθώς βρήκαμε ότι η έκθεση σε χρόνιο στρες καταστρέφει την πρωτεΐνη tau οδηγώντας σε ατροφία του νευρικών κυττάρων». Οπως μας είπε ο δρ Σωτηρόπουλος, οι ερευνητικές προσπάθειες έχουν επικεντρωθεί τα τελευταία χρόνια στη δημιουργία νέων φαρμάκων που θα μειώνουν τα επίπεδα της κατεστραμμένης πρωτεΐνη tau.