Με απανωτά ρεκόρ στους αριθμούς διαπιστωμένων κρουσμάτων, δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία σχετικά με τη δυναμική της πανδημίας στη χώρα μας. Δυναμική η οποία φαίνεται να βαίνει παράλληλα με αντίστοιχες ευρωπαϊκών χωρών καθώς βιώνουμε το δεύτερο κύμα εξάπλωσης του SARS-CoV-2.
Oταν την περασμένη άνοιξη μπαίναμε σε lockdown, ο στόχος ήταν να περιορίσουμε την εξάπλωση του ιού σε επίπεδα διαχειρίσιμα από το σύστημα Υγείας της χώρας. Η κρυφή ελπίδα ήταν ότι μέχρι τον χειμώνα φάρμακα και εμβόλια θα μας απάλλασσαν βαθμηδόν από τον ιό και την ανάγκη λήψης μέτρων κοινωνικής αποστασιοποίησης, τα οποία όχι μόνο κουράζουν αλλά πλήττουν σοβαρά και την οικονομία.
Μακρινές ελπίδες για το εμβόλιο
Σήμερα, οι ελπίδες για ασφαλή και αποτελεσματικά εμβόλια παραμένουν βεβαίως ζωντανές, αλλά είναι μάλλον ανεδαφικό να θεωρούμε ότι θα υπάρξει εμβόλιο (και μάλιστα σε ποσότητες που μετρώνται σε δισεκατομμύρια δόσεων) το οποίο θα μας προστατεύσει από τον ιό πριν από τον χειμώνα που έρχεται. Οσο για τα φάρμακα, οι κλινικές δοκιμές δεν επιβεβαίωσαν τις προσδοκίες για τη ρεμδεσιβίρη. Ετσι, το μόνο φάρμακο το οποίο διαθέτουμε αυτή τη στιγμή για την αντιμετώπιση του ιού είναι η δεξαμεθαζόνη, η οποία σε κλινικές δοκιμές διαπιστώθηκε ότι μειώνει τους θανάτους όσων ασθενούν σοβαρά με COVID-19.
Κρούσματα και ρευστές παράμετροι
Παρήγορο είναι το γεγονός ότι οι γιατροί, τόσο διεθνώς όσο και στη χώρα μας, έγιναν καλύτεροι στο να αντιμετωπίζουν τη νόσο. Τα όσα αναφέρθηκαν παραπάνω όμως σημαίνουν ότι δεν υπάρχουν προς το παρόν ούτε ειδικά αντι-ιικά φάρμακα για τον ιό, ούτε προληπτικές προσεγγίσεις, αν και ελπίζεται ότι εκτός από τα εμβόλια και οι θεραπείες με μονοκλωνικά αντισώματα, οι οποίες ακόμη δοκιμάζονται, θα μπορούσαν να χορηγούνται και προφυλακτικά.
Καίρια ερωτήματα για το άμεσο μέλλον
Πού βρισκόμαστε λοιπόν αναφορικά με τον SARS-CoV-2; Πώς συγκρίνεται η χώρα με τον προηγούμενο εαυτό της και ποιο διαφαίνεται το μέλλον της; Πώς θα πρέπει να πορευτούμε από δω και εμπρός; Αυτά και άλλα ερωτήματα θέσαμε σε δύο έλληνες επιστήμονες, οι οποίοι από την έναρξη της πανδημίας παρακολουθούν την εξάπλωση του ιού, ο καθένας από το δικό του μετερίζι: στον κ. Δημήτρη Παρασκευή, αναπληρωτή καθηγητή Επιδημιολογίας και Προληπτικής Ιατρικής στην Ιατρική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ), και στον κ. Δημοσθένη Σαρηγιάννη, καθηγητή Περιβαλλοντικής Μηχανικής στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ) και επικεφαλής της ομάδας HERACLES, η οποία μέσα από το ευρωπαϊκό πρόγραμμα HERΑ αναπτύσσει μοντέλα εκτίμησης υγειονομικού κινδύνου.
«Δεν είναι εύκολο να συγκριθεί η Ελλάδα του σήμερα με την Ελλάδα του Μαρτίου καθώς έχουν αλλάξει πολλές παράμετροι. Παράμετροι που αφορούν τόσο τον τρόπο με τον οποίο το κοινωνικό σύνολο αντιλαμβάνεται τον κίνδυνο, όσο και την αντοχή της οικονομίας αλλά και τη στάση της κεντρικής διοίκησης» μας είπε ο κ. Παρασκευής και εξήγησε: «Τον Μάρτιο μπαίναμε σε lockdown ελπίζοντας ότι θα ελέγξουμε την εξάπλωση ενός άγνωστου ιού. Η θετική ανταπόκριση του κόσμου έδωσε το αναμενόμενο αποτέλεσμα. Σήμερα όμως υπάρχει μια, αναμενόμενη βεβαίως, κόπωση στην κοινωνία. Η κόπωση αυτή, σε συνδυασμό με ιδεοληπτικές συμπεριφορές, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τους αρνητές της πανδημίας, μειώνει την αποδοχή των μέτρων που λαμβάνονται, παρά το γεγονός ότι η πρότερη συλλογική εμπειρία μας αποδεικνύει ότι το κλειδί για τη διαχείριση της εξάπλωσης του ιού είναι η έγκαιρη λήψη μέτρων. Τα οποία βεβαίως δεν μπορούν να είναι οριζόντια, καθώς πρέπει να ληφθεί υπ’ όψιν και το πλήγμα στην οικονομία, με ό,τι αυτό συνεπάγεται».
Κρούσματα και ρευστές παράμετροι
Η έγκαιρη λήψη μέτρων υποστηρίζεται και από τα μοντέλα που «τρέχει» η ομάδα του καθηγητή Σαρηγιάννη, οι προβλέψεις των οποίων φαίνεται να επιβεβαιώνονται με την παρατηρούμενη αύξηση των κρουσμάτων των τελευταίων εβδομάδων. Ωστόσο, ο κ. Σαρηγιάννης επισημαίνει ότι ο ημερήσιος αριθμός κρουσμάτων δεν είναι ασφαλής δείκτης για την πορεία της πανδημίας «Κατ’ αρχάς ο αριθμός των κρουσμάτων είναι σε άμεση συνάρτηση με τον αριθμό των τεστ που διενεργούνται.
Σήμερα διενεργούνται πολύ περισσότερα τεστ σε σχέση με την αρχή της πανδημίας. Τότε υπολογίζαμε ότι ο αληθινός αριθμός κρουσμάτων μπορούσε να είναι έως και δέκα φορές μεγαλύτερος από τα διαπιστωμένα. Σήμερα υπολογίζουμε ότι ο αριθμός αυτός είναι περί τις τέσσερις φορές μεγαλύτερος. Βεβαίως δεν είναι ο μόνος που χρησιμοποιείται: για να «τρέξουμε» το μοντέλο μας χρησιμοποιείται επίσης ο αριθμός των θανάτων, ενώ λαμβάνονται υπ’ όψιν και οι ανάγκες σε κλίνες ΜΕΘ. Οσο για τον αριθμό των κρουσμάτων, είναι ορθότερο αυτός να εκφράζεται με τον κυλιόμενο εβδομαδιαίο μέσο όρο».
Πού βασίζεται όμως το μοντέλο και πώς επιβεβαιώνονται οι προβλέψεις του, όταν η κατάσταση είναι τόσο ρευστή και όταν ακόμη και ο πραγματικός αριθμός κρουσμάτων δεν μπορεί να υπολογιστεί παρά κατά προσέγγιση;
«Το μοντέλο, το οποίο αρχικά είχε αναπτυχθεί για να μελετηθεί η επίδραση της έκθεσης του πληθυσμού σε περιβαλλοντικούς παράγοντες και στη συνέχεια προσαρμόστηκε για την πανδημία, είναι ένα δυναμικό μοντέλο πολλαπλών καταστάσεων, το οποίο βελτιώνεται συνεχώς» μας είπε ο κ. Σαρηγιάνης και εξήγησε: «Παραδείγματος χάριν, για τη νόσο υπάρχουν περί τις 5 διαφορετικές καταστάσεις, από τους υγιείς και ασυμπτωματικούς μέχρι τους βαρέως πάσχοντες. Χρησιμοποιούμε στοχαστικά μοντέλα συμπεριφοράς του πληθυσμού τα οποία «τρέχουμε» χιλιάδες φορές, ενώ παράλληλα λαμβάνουμε υπ΄όψιν παραμέτρους όπως είναι ο καιρός. Η επίδραση του καιρού αξιολογείται με βάση δύο άξονες: αφενός τον τρόπο που επιδρά στη μεταδοτικότητα, καθώς η θερμοκρασία, η υγρασία και η ηλιακή ακτινοβολία παίζουν ρόλο σε αυτή, και αφετέρου την επίδραση που έχει στην ανθρώπινη συμπεριφορά, καθώς η πτώση της θερμοκρασίας αυξάνει τον χρόνο παραμονής σε κλειστούς χώρους».
Η αξία των μοντέλων και των μέτρων
Αξίζει να σημειωθεί ότι τα μοντέλα δεν έχουν ρόλο Πυθίας! Είναι χρήσιμα επειδή μπορούν να εκτιμήσουν την επίδραση που θα έχουν συγκεκριμένες παράμετροι στην έκβαση ενός γεγονότος το οποίο βρίσκεται σε εξέλιξη. Εν προκειμένω, τα μοντέλα μπορούν να ποσοτικοποιήσουν την επίδραση συγκεκριμένων μέτρων στην έκβαση της πανδημίας. Από το καλοκαίρι το μοντέλο του κ. Σαρηγιάννη και των συνεργατών του προέβλεψε την τωρινή εξέλιξη, αν δεν λαμβάνονταν τα κατάλληλα μέτρα. Φτάσαμε όμως εδώ παρά τη λήψη των μέτρων! Τι συνέβη; Ο έλληνας καθηγητής εκτιμά ότι τα μέτρα ελήφθησαν «πυροσβεστικά» και όχι «προληπτικά» και επιπλέον ότι αν αυτά είχαν εφαρμοστεί ως όφειλαν, δεν θα παρατηρούσαμε σήμερα αυτή την αύξηση κρουσμάτων.
Σημειώνει όμως ότι δεν είναι αργά για να αντιστραφεί αυτή η δυναμική: «Ακόμη και με τα υπάρχοντα μέτρα θα μπορούσαμε να τιθασεύσουμε την εξέλιξη της πανδημίας και μέχρι τα τέλη του Νοεμβρίου να πετύχουμε έναν κυλιόμενο εβδομαδιαίο μέσο όρο 177 κρουσμάτων». Θεωρεί ωστόσο ότι, με δεδομένη και την κούραση του πληθυσμού, τα μέτρα θα έπρεπε να είναι απλά και κατανοητά, όπως παραδείγματος χάριν η χρήση μάσκας παντού, σε συνδυασμό βεβαίως με τη διατήρηση των αποστάσεων και τη σωστή υγιεινή.
Η ασιατική συνταγή με τις μάσκες
Η καθολική χρήση μάσκας σε εσωτερικούς και εξωτερικούς χώρους φαίνεται να είναι ένα από τα μυστικά της επιτυχημένης συνταγής που ακολούθησαν πολλές ασιατικές χώρες, όπως παραδείγματος χάριν η Κίνα, η Nότια Κορέα, η Ταϊβάν και η Σιγκαπούρη, προκειμένου να εμποδίσουν τη μετάδοση του ιού.
«Πράγματι, οι χώρες αυτές αποδείχθηκαν περισσότερο έτοιμες να αντιμετωπίσουν την πανδημία σε σχέση με τις χώρες του δυτικού κόσμου. Η εξοικείωση των πολιτών τους με τη χρήση μάσκας ήταν δεδομένη καθώς η μάσκα χρησιμοποιείται ευρέως και ως μέσο πρόληψης από άλλες αερογενείς λοιμώξεις, όπως η γρίπη. Πολλοί από εμάς θυμόμαστε Ασιάτες να κυκλοφορούν με μάσκα στα αεροδρόμια σε εποχές πολύ πριν από την πανδημία» σημείωσε ο κ. Παρασκευής και πρόσθεσε: «Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η ανθρώπινη συμπεριφορά διευκολύνει ή εμποδίζει τη μετάδοση του ιού και ο χαμηλός αριθμός κρουσμάτων στις χώρες αυτές το αποδεικνύει. Θα πρέπει ωστόσο να σημειώσουμε ότι η χρήση μάσκας και η γενικότερη υπακοή στους κανόνες δεν αρκούν για να εξηγήσουν την επιτυχία των ασιατικών χωρών στον έλεγχο της εξάπλωσης του ιού. Παράλληλα υπήρξε μια τεράστια επιχείρηση διενέργειας τεστ και ιχνηλάτησης επαφών των επιβεβαιωμένων κρουσμάτων, συχνά μάλιστα ηλεκτρονικής».
«Καθήκοντα» και για τις δύο πλευρές
Πιθανότατα είναι ανεδαφικό να ελπίζουμε ότι το ασιατικό μοντέλο θα μπορούσε να μεταφερθεί αυτούσιο στην Ελλάδα ή σε οποιαδήποτε άλλη χώρα του δυτικού κόσμου. Ωστόσο αυτό δείχνει έναν δρόμο: υποδεικνύει από τη μια ότι το καθήκον των πολιτών είναι η τήρηση των μέτρων και από την άλλη ότι το καθήκον της πολιτείας είναι, μεταξύ άλλων, ο συστηματικός έλεγχος και η επίσης συστηματική ιχνηλάτηση των επαφών των κρουσμάτων. Ελπιδοφόρο πάντως είναι το γεγονός ότι το μοντέλο της ομάδας HERACLES δείχνει ότι υπό την προϋπόθεση της καθολικής χρήσης μάσκας η διατήρηση του μέσου κυλιόμενου εβδομαδιαίου αριθμού κρουσμάτων στα 177 είναι εφικτή μέχρι τα τέλη Δεκεμβρίου (περαιτέρω προβλέψεις δεν είναι δυνατόν να γίνουν, λόγω και της έλλειψης καιρικών προβλέψεων). Με άλλα λόγια, μπορούμε ακόμη να ελπίζουμε σε καλά Χριστούγεννα.
Μικρή η «συνεισφορά» των σχολείων στην αύξηση των κρουσμάτων
Τον Σεπτέμβριο κυριάρχησε η εύλογη αγωνία γονέων και όχι μόνο σχετικά με την επίδραση του ανοίγματος των σχολείων στην εξέλιξη της πανδημίας και κατ’ επέκταση στην υγεία των παιδιών και των οικείων τους. Σύμφωνα με το μοντέλο της ομάδας HERACLES, προς το παρόν η συμβολή του ανοίγματος των σχολείων στην παρατηρούμενη αύξηση των κρουσμάτων δεν είναι σημαντική. Οπως όμως επισημαίνει ο κ. Σαρηγιάννης, «μέχρι πρόσφατα ο καιρός υπήρξε σύμμαχός μας. Τα παιδιά μπορούσαν να βγουν στο προαύλιο και οι αίθουσες να αεριστούν. Μένει να αποδειχθεί ότι θα τα πάμε εξίσου καλά και τον χειμώνα, όπου αναμφίβολα ο συγχρωτισμός των μαθητών θα είναι μεγαλύτερος».
Τα αμείλικτα δεδομένα για τον ιό
Διεθνώς, αλλά και στη χώρα μας, ο ο SARS-CoV-2 επελαύνει. Ολοι είμαστε δυνητικοί (μετα)φορείς του, αλλά κάποιοι κινδυνεύουν περισσότερο. Ολοι έχουμε κάθε λόγο να αναχαιτίσουμε την εξάπλωσή του.Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, ο αριθμός των κρουσμάτων ανέρχεται παγκοσμίως σε 41.486.979, ενώ ο αριθμός των ατόμων που έχουν χάσει τη ζωή τους από τον ιό ανέρχεται σε 1.136.339. Οι θεραπευμένοι από τον ιό υπολογίζονται σε 30.913.803, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι τα ενεργά κρούσματα ανέρχονται σε 9.436.837, εκ των οποίων περίπου το 1% είναι σε κρίσιμη κατάσταση.
Τα συγκεντρωτικά στοιχεία για τη χώρα μας έχουν ως εξής: ο συνολικός αριθμός των επιβεβαιωμένων εργαστηριακά κρουσμάτων ανέρχεται σε 27.334, ενώ ο συνολικός αριθμός θανάτων σε 534. Με βάση τα παραπάνω στοιχεία προκύπτει μια θνητότητα της τάξεως του 2%. Ωστόσο, θα ήταν ανακριβές να ειπωθεί κάτι τέτοιο: παγκοσμίως υπολογίζεται ότι τα πραγματικά κρούσματα του ιού είναι πολύ περισσότερα από αυτά που διαπιστώνονται εργαστηριακά. Ετσι μέχρι σήμερα η θνητότητα από τον SARS-CoV-2 υπολογίζεται διεθνώς περίπου στο 0,5%. Πράγμα που σημαίνει ότι για κάθε 200 άτομα που μολύνονται από τον ιό, ένα άτομο χάνει τη ζωή του εξαιτίας του. Συγκρινόμενος λοιπόν με τον ιό της γρίπης, ο SARS-CoV-2 είναι από 5 έως και 25 φορές περισσότερο θανατηφόρος, καθώς ανάλογα με το στέλεχος η θνητότητα του ιού της γρίπης κυμαίνεται από 0,02% έως 0,1%.
Παρά τo γεγονός ότι κανείς δεν είναι στο απυρόβλητο και όλοι μπορούν να μολυνθούν από τον ιό, ο κίνδυνος να νοσήσει κανείς σοβαρά και να κινδυνεύσει να χάσει τη ζωή του από αυτόν είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με την ηλικία. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του ΕΟΔΥ, ενώ στις ηλικιακές ομάδες από 0 έως 17 και από 18 έως 39 ετών έχει καταγραφεί κάτι παραπάνω από το 50% των κρουσμάτων, τα ποσοστά θανάτου είναι μηδέν (ευτυχώς!) για την πρώτη ομάδα και μόλις 0,9% για τη δεύτερη. Η ηλικιακή ομάδα από 40 έως 64 ετών αντιπροσωπεύει το 37% των κρουσμάτων και το 17% των θανάτων, ενώ η ομάδα άνω των 65, αν και αποτελεί μόλις το 12,4% των κρουσμάτων, αντιπροσωπεύει το 82% των θανάτων.
Αντίστοιχα είναι και τα ποσοστά θνητότητας διεθνώς. Στη Βρετανία έχει υπολογιστεί ότι ο κίνδυνος θανάτου από την COVID-19 είναι 0,29% για τις ηλικίες από 45 έως 64, ανεβαίνει στο 2,2% για τις ηλικίες από 65 έως 75 και στο 12% για τις ηλικίες άνω των 75 ετών.
Παγκοσμίως παρατηρείται αύξηση των κρουσμάτων και τόσο η Ευρώπη όσο και η χώρα μας δεν φαίνονται να ξεφεύγουν από αυτόν τον κανόνα. Ωστόσο, η αύξηση αυτή καθαυτήν δεν είναι το ανησυχητικό φαινόμενο, ο ρυθμός αύξησης είναι ο λόγος που δημιουργεί ανησυχία: σύμφωνα πάντα με τα επίσημα στοιχεία του ΕΟΔΥ, ο αριθμός των κρουσμάτων στη χώρα μας έχει διπλασιαστεί σε διάστημα ενός μηνός και οι θάνατοι έχουν διπλασιαστεί από τις αρχές Σεπτεμβρίου. Αυτού του είδους τη δυναμική καλούμαστε τώρα να αντιμετωπίσουμε.