102 άνθρωποι που λείπουν από κοντά μας. Μεταξύ των οποίων και μικρά αγγελούδια. Έφυγαν στις αγκαλιές των γονιών τους. Μια ενωμένη ανάσα από την αρχή ως το τέλος της σύντομης ζωής τους. Τον λόγο δεν θα μπορέσουν να τον μάθουν ποτέ. Και να τον μάθαιναν δεν θα κρατούσαν κακία σε κανέναν. Βλέπετε τα μικρά παιδιά αγαπάνε κάθε τι στην Ύπαρξη. Δεν χάνουν χρόνο να μισούνε, είναι ενάντια στη φύση τους. Να ζήσουν ήθελαν, να παίξουν, να μάθουν, να αγαπήσουν. Τα μικρά παιδιά δεν μισούν κανέναν. Είναι ενάντια στη φύση τους.
Έφυγαν από κοντά μας εκείνη την μοιραία μέρα μαζί με πολλούς ακόμα. Κλάψαμε όλοι. Κλάψαμε πολύ. Το κλάμα μας αντήχησε σε όλη την οικουμένη παρότι πνιχτό, βουβό. Το Μάτι έγινε εστία πόνου και αλληλεγγύης. Εστία θάρρους και θυσίας. Έγινε και εστία πολιτικών αντιπαραθέσεων και αλληλοκατηγοριών. Τα παιδιά έφυγαν στις αγκαλιές των γονιών τους. Μια ενωμένη ανάσα από την αρχή έως το τέλος της σύντομης ζωής τους. Αν μπορούσαν θα μας έλεγαν να σταματήσουμε να μισούμε ο ένας τον άλλον. Να σταματήσουμε να μισούμε τον πλανήτη. Να αρχίσουμε να αγαπάμε την ζωή και ότι την ορίζει. Θα μας έλεγαν αν μπορούσαν πως η ζωή είναι σύντομη για να την σπαταλάμε.
Το τελευταίο το έμαθαν καλά. Τουλάχιστον έπαιζαν με την ψυχή τους λίγο πριν το τέλος. Όσοι τα κατάφεραν περίμεναν ώρες μέσα στη θάλασσα για βοήθεια. Κρατώντας τα δικά τους παιδιά στην αγκαλιά τους. Αρκετοί κάτοικοι έπαθαν βαριά εγκαύματα. Στα νοσοκομεία το δικό τους απλανές βλέμμα και ο πόνος κράτησε μήνες. Οι πληγές θα είναι ανοιχτές για πάντα.
Δάκρυα στο χώμα
Ότι και να γίνει από εδώ και στο εξής σε αυτή την παραθαλάσσια κωμόπολη της Αττικής το χώμα της θα είναι πάντα ποτισμένο με δάκρυα. Τα λουλούδια που θα φυτρώνουν έχουν ποτιστεί από τα δάκρυα των ανθρώπων. Αν βρεθείτε στα μέρη που τα μικρά αγγελούδια μας άφησαν, ίσως αντικρύσετε τα πιο λαμπερά λουλούδια του κόσμου. Το κλάμα των παιδιών η «μητέρα Γη» το νιώθει πιο έντονα από όλους. Και δεν το αφήνει έτσι. Αναγεννάται από κάθε της πληγή. Η Γη φροντίζει τα λουλούδια που καίνε οι άνθρωποι. Και τα ξαναγεννάει. Κάτοικοι της περιοχής μας άνοιξαν την καρδιά τους.
«Το συλλογικό πένθος δεν διαφέρει στα στάδια από καμίας άλλης μορφής πένθος» μας είπε η Κατερίνα Μάλα. Ο λόγος της καθηλωτικός, η γλώσσα του σώματος δεν αφήνει περιθώρια παρερμηνειών. Όταν μιλάει η καρδιά απλά ακολουθείς τον ρυθμό.
«Θέλεις δεν θέλεις, θα σου πάρει καιρό να το δεχτείς, να το πιστέψεις. Αρχικά είναι τόσες πολλές οι ανατροπές που δεν έχεις τον χρόνο να πενθήσεις. Αργότερα, που καταλαγιάζει η συμφορά, βρίσκεις τον χρόνο σου, και σαν να μην πέρασε μια μέρα από το κακό, βγαίνει από μέσα σου η θλίψη σαν καυτό ποτάμι. Μέχρι που η καρδιά σου και το μυαλό σου μπορεί να στηρίξει την αποδοχή της απώλειας. Και τότε καταλαβαίνεις πως ο χρόνος σε τραβάει μπροστά, χωρίς να σε ρωτήσει.
Ο μεγάλος θυμός
Όλοι οι θάνατοι είναι άδικοι, μα όταν χαμός των δικών σου ανθρώπων, του τόπου σου του ίδιου, του βίου σου, της ψυχής σου, έχει προκληθεί από άλλον άνθρωπο, τότε στα στάδια της θλίψης, κουρνιάζει και ο θυμός.
Και κάπως έτσι μας βρίσκει η δεύτερη επέτειος εκείνης της μαύρης Δευτέρας. Ειδικά μετά τις συγκλονιστικές αποκαλύψεις για την προσπάθεια συγκάλυψης του εγκλήματος.
Πολλοί παλεύουν να φτιάξουν τα σπίτια τους. Κάποιοι άλλοι παλεύουν να φτιάξουν τα σημάδια στο κορμί τους από τα εγκαύματα. Άλλοι, παλεύουν να ζήσουν χωρίς αυτούς που αγαπούν.
Όμως όλοι μαζί θα παλέψουμε για την αποκατάσταση της τιμής του τόπου μας. Για το σήμερα, αλλά και για το αύριο που ξημερώνει.» Μιλάει και μας καθηλώνει. Τα μάτια είναι ο καθρέφτης της ψυχής. Όλο το «είναι» της Κατερίνας είναι σε αρμονία.
Σκέψεις, λόγια και σώμα σε μια συνεχής εναρμόνιση. Αυθεντική. Η δική της αλήθεια την ενδυναμώνει. Η ψυχή της θέλει να μιλήσει. Να βγάλει από μέσα της όσα πρέπει για να την προστατεύσει, να την ανακουφίσει, να την βοηθήσει να δει με αισιοδοξία το μέλλον. Ξεσπάει. Το σώμα ακολουθεί σαν να ορίζεται από το πνεύμα. Στεκόμαστε ακίνητοι και σιωπηλοί. Από σεβασμό στον άνθρωπο που μιλάει με κάθε του κύτταρο.
«Θυμός. Θυμός είναι αυτό που κουβαλάω. Και πίκρα και παράπονο. Και δύο χρόνια μετά δεν ρωτάω γιατί. Ξέρω.
Ξέρω πως γινόταν να μην χαθούνε οι άνθρωποι.
Ξέρω πως εκείνο το απόγευμα, όσοι ήταν υπεύθυνοι να πάρουν αποφάσεις, ξόρκιζαν το κακό και κλείνανε τα μάτια τους στον όλεθρο που ερχόταν σαν να ήταν δίχρονα παιδιά.
Ξέρω πως εγώ, όταν είδα τον καπνό, στις 5.20, από μια ταράτσα στην Ραφήνα, και ξέροντας από το βράδυ της προηγούμενης, πως περιμένουμε να βγάλει δυτικό(άνεμο), φώναξα στον γιο μου πως αυτή η φωτιά θα κάψει το Μάτι.
Ξέρω πως τον πήρα και γυρίσαμε στο σπίτι μας και εγώ ξαναγύρισα στην Ραφήνα να πάρω και τον σύζυγό μου, και ξαναγύρισα στο Μάτι.
Ξέρω λοιπόν, πολύ καλά, πως υπήρχε χρόνος να ειδοποιήσουν τον κόσμο.
Ξέρω πως θα έφτανε να περάσουν από τους δρόμους μας δύο περιπολικά με ανοιχτές τις σειρήνες για να ξυπνήσουν τους ανθρώπους.
Ξέρω πως δεν ακούστηκε σειρήνα στο Μάτι. Ούτε πριν, ούτε μετά.
Ξέρω πως καήκαμε ολομόναχοι. Σαν να είμασταν παράπλευρες απώλειες πολέμου. Σαν αναλώσιμο υλικό.
Και έρχεται η επόμενη μέρα της καταστροφής. Και προσπαθείς να καταλάβεις τι έχει γίνει. Και ντρέπεσαι να πεις πως το δικό σου σπίτι έμεινε όρθιο. Και σαν ατσάλινο βουνό πέφτουν επάνω σου οι ενοχές. Τι θα μπορούσα να έχω κάνει; Γιατί δεν κόρναρα να ξεσηκώσω τον κόσμο; Μήπως είχα χρόνο να περάσω από το σπίτι της γιαγιάς και δεν το σκέφτηκα; Τι μπορούσα να κάνω και δεν το έκανα….;
Και όσο εσύ παλεύεις με τους δαίμονές σου, αυτοί που σε έφεραν εδώ, στήνουν εκστρατεία προπαγάνδας, και όσο εσύ είσαι πληγωμένος, αυτοί σε κατηγορούν και λένε πως εσύ έφταιξες για τον χαμό….
Η επόμενη μέρα μας βρήκε ολομόναχους όπως ακριβώς και η προηγούμενη.
Οι εθελοντές
Την Τρίτη το απόγευμα ήρθαν οι πρώτες προμήθειες στο ΝΑΟΜΑ. Από την επόμενη μέρα η καρδιά του Ματίου χτυπούσε εκεί. Εκεί στήθηκε και το πρώτο συντονιστικό όργανο. Από εκεί γινόταν η διανομή τροφίμων. Από εκεί έφευγαν το βράδυ οι ομάδες περιφρούρησης. Από εκεί μοιράστηκαν γεννήτριες σε ανθρώπους που τις είχαν ανάγκη. Από εκεί ξεκινούσαν οι ομάδες καθαρισμού.
Ο ρόλος των εθελοντών σε μία τέτοια κατάσταση δεν είναι απλά σημαντικός. Είναι κυριολεκτικά κρίσιμος. Είναι ζωτικής σημασίας. Και οι δικοί μας εθελοντές ήταν δύο κατηγοριών.
Η μία ήταν τα παιδιά τα δικά μας. Δεν ξέρω πως να περιγράψω την αξία της προσφοράς τους. Το δικό τους πείσμα μας κράτησε όρθιους. Η δική τους εγρήγορση μας κινητοποίησε.
Η άλλη κατηγορία ήταν οι άνθρωποι που ήρθαν κοντά μας χωρίς να μας γνωρίζουν. Νοιώθω ευλογημένη που έζησα αυτό το δόσιμο των ανθρώπων.
Όλοι μαζί οι εθελοντές, λες και ήταν γρανάζια καλοκουρδισμένης μηχανής, μπόρεσαν και σήκωσαν το βάρος των πρώτων ημερών.
Το Μάτι παρέμενε στο σκοτάδι. Δήμος δεν υπήρχε πουθενά. Χαρακτηριστικά αναφέρω πως οι δύο κεντρικοί άξονες του Ματίου καθαρίστηκαν μετά από επέμβαση δικών μας ανθρώπων, από τους Δήμους Γλυφάδας και Περιστερίου.
Όλα γίνονται μετά από δικές μας παρεμβάσεις. Αυτοοργάνωση. Αυτό ήταν που μας κράτησε όρθιους.
Όσο περνούσαν οι μέρες αντιλαμβανόμασταν το μέγεθος της καταστροφής και τις ανάγκες του τόπου μας. Χρειαζόμασταν βοήθεια που δεν ερχόταν. Ψάχναμε να βρούμε επαφή με Δήμο και Περιφέρεια και δεν γινόταν να συνεννοηθούμε με κανέναν. Είχαν κοτέψει όλοι μέχρι να καταλάβουν τι γίνεται…. Εμείς όμως είχαμε συγκεκριμένες ανάγκες που δεν μπορούσαν να περιμένουν.
Έτσι προέκυψε και η επιστολή προς τον Πρωθυπουργό που άνοιξε τον δίαυλο επικοινωνίας και συνετέλεσε σε πολύ μεγάλο βαθμό στην αποκατάσταση της περιοχής…..
Η κα. Μάλα -2 χρόνια μετά- ανασύρει από την μνήμη της κάθε λεπτομέρεια. Δείχνει πως θυμάται τα πάντα. Όλα έχουν απομνημονευτεί στο DNA της. Και να θέλει να ξεχάσει και να θέλει να γαληνεύσει την πνευματική της υπόσταση, όσα έχει καταγράψει τις τραγικές μέρες του 2018 πρέπει να ειπωθούν, πρέπει να αφεθούν ελεύθερα σαν τον άνεμο που διώχνει τα σύννεφα. Τα γκρίζα σύννεφα που σκεπάζουν τα συναισθήματά της και όλων όσων έζησαν τα γεγονότα: «Στις 28 Ιουλίου το hotspot είχε στηθεί και ο ΝΑΟΜΑ ήταν σαν κυψέλη γεμάτη ενέργεια και ζωή, αλλά από το λιμάνι και έξω το Μάτι ήταν νεκρό. Μαύρο και νεκρό. Οι υπηρεσίες του Δήμου άφαντες. Εκείνες τις μέρες, τις πρώτες μέρες, δύο Δήμοι επιχείρησαν στην περιοχή, και οι δύο, μετά από προσωπικές παρεμβάσεις κατοίκων. Ο Δήμος Γλυφάδας και ο Δήμος Περιστερίου. Ήρθαν στο Μάτι με σκούπες και υδροφόρες και καθάρισαν τους κεντρικούς άξονες.
Εξαφανισμένοι όλοι
Εκείνη την μέρα ψάχναμε κάποιον στην περιφέρεια να μας βοηθήσει. Ο Φιλίππου (τέως Αντιπεριφερειάρχης Ανατολικής Αττικής) εξαφανισμένος από προσώπου γης. Για Δούρου, ούτε συζήτηση. Το βράδυ πια είχαμε απελπιστεί. Καθόμασταν στο γραφείο του ΝΑΟΜΑ (ναυτικός όμιλος Ματίου) πέντε άνθρωποι και έπεσε η ιδέα της επιστολής στον Πρωθυπουργό. Το κάναμε. Δεν είχαμε τίποτα να χάσουμε. Δυο τρεις μέρες μετά, πήραμε απάντηση. Ο Πρωθυπουργός ήθελε να μας δει. Αυτό που του απαντήσαμε είναι πως αυτή η συνάντηση δεν μπορεί να γίνει με άταφους νεκρούς και θα πρέπει να περιμένει να ολοκληρωθούν οι ταφές. Παράλληλα και εμείς είχαμε τον χρόνο να επικοινωνήσουμε με άλλους φίλους Ματιώτες τον δίαυλο που είχαμε ανοίξει.
Στις 6 Αυγούστου έγινε τελικά αυτή οι συνάντηση με μέλη των δύο συντονιστικών που φτιάχτηκαν ακριβώς γι αυτόν τον λόγο, από το Μάτι και τον Νέο Βουτζά, και τον Πρωθυπουργό. Μαζί του ήταν οι Σπίρτζης και Σταθάκης. Το πρώτο πράγμα που ειπώθηκε και συμφωνήθηκε σε αυτή την συνάντηση είναι πως ήμασταν εκεί για να συζητήσουμε αυστηρά θέματα αποκατάστασης και μόνο, καθώς κανείς δεν μπορούσε να εγγυηθεί πού θα κατέληγε η συνάντηση αν συζητούσαμε για τις ευθύνες…. Εκεί ήρθα προσωπικά για πρώτη φορά αντιμέτωπη με τον πόλεμο προπαγάνδας που είχε στηθεί στην πλάτη μας.
Φαντάσου να είμαστε εκεί δέκα πολίτες, ματιώτες και βουτζαλιώτες και να προσπαθούν να μας πείσουν, εμάς, ότι οι γκρεμοί στο Κόκκινο Λιμανάκι είναι Μάτι. Τότε δεν καταλαβαίναμε τον λόγο, αλλά δεν μασήσαμε κιόλας! Βγήκαν χάρτες, χύθηκαν και κάτι ποτήρια νερό και τελικά μαζεύτηκαν. Στο τέλος της συνάντησης μεταφέραμε το αίτημα των παιδιών μας να έχουμε την λίστα με τα ονόματα. Ένας καλός τους φίλος ήταν μέσα στην λίστα, αλλά δεν ήθελαν να ξεχωρίσουν τους νεκρούς… Την επόμενη μέρα η λίστα δημοσιεύθηκε.
Ηρθε το χρώμα
Στις 5 Νοεμβρίου κάτι αλλάζει στο Μάτι. Κάτι που για όλους εσάς μπορεί να φαίνεται μικρό αλλά για εμάς που επιλέξαμε να μείνουμε εδώ ήταν σαν να βρήκαμε την πηγή του ουράνιου τόξου.
Μια παρέα παιδιών αποφασίζουν να χρωματίσουν μία μεγάλη πινακίδα που μέχρι τις 23 Ιουλίου καλωσόριζε τους κατοίκους στο Μάτι. Και ξαφνικά βλέπουμε το πρώτο χρώμα στο Μάτι. Ακούγεται περίεργο? Μοιάζει αστείο? Κανείς δεν μπορεί να ξέρει πόσο δεν αντέχεται το σταχτί…. Στα μάτια και στην καρδιά……
Έτσι ξεκίνησε η δράση των παιδιών μας στο Μάτι. Δεντροφυτεύσεις, το καταπληκτικό graffiti με το τεράστιο πράσινο μάτι στην παραλία, καθαρισμούς παραλιών, το υπέροχο κολλάζ συμπαράστασης για τις φωτιές στην Καλιφόρνια, το βιντεάκι για τους 6 μήνες. Κάθε δράση σου έδινε και μία σπρωξιά προς τα μπρος. Έλεγες, δεν μπορώ να τους απογοητεύσω, αν κρατάνε αυτά, που έχουν μεγαλώσει στο πιο προστατευμένο περιβάλλον, πώς να λυγίσω εγώ, πάμε λίγο ακόμα….»
Παιδιά, οι ευαίσθητες ψυχές που πλάθουν την συνείδησή τους τα πρώτα χρόνια της ζωής τους. Η μοίρα επεφύλαξε στα παιδιά του Ματίου ένα ραντεβού με την ιστορία αφού ήταν εκεί όπου γράφτηκε ένα από πιο μελανά σημεία της ελληνικής σύγχρονης ιστορίας, λες και ήθελε να τα μπολιάσει από μικρά με την πραγματική ουσία. Ζεις για να ενεργείς. Ζεις για να αφήσεις το αποτύπωμά σου κάνοντας το σωστό. Ζεις, να είσαι ευγνώμων για αυτό και να βοηθήσεις και όσους μπορείς να ζήσουν. Ρωτάμε την Κατερίνα Μάλα αν σήμερα τα παιδιά έχουν ξεπεράσει την τραγωδία: «Με ρωτάς αν τα παιδιά έχουν αφήσει πίσω τους τις εικόνες. Ρωτάς έναν άνθρωπο που ζει μόνο με παιδιά. Εμείς έχουμε φροντιστήριο στην Ραφήνα. Τα παιδιά ήταν η πρώτη μου έννοια. Να ξέρεις δε, πως ο όρος παιδιά-έφηβοι είναι πλέον πολύ διευρυμένος. Σου απαντώ λοιπόν, και μάλιστα με απόλυτη βεβαιότητα. Δεν το έχουν ξεπεράσει! Δεν έχουν μιλήσει γι αυτό. Το κουβαλάνε μέσα τους! Δυστυχώς, αυτό που θα τους βοηθούσε πολύ δεν είναι στην κουλτούρα μας και δεν έγινε από κάποιον φορέα. Ομάδες! Ομάδες να μοιραστούν τα παιδιά μεταξύ τους την αλήθεια τους. Αυτό χρειαζόντουσαν τα παιδιά.
Τι ήταν όμως αυτό που επηρέασε τα παιδιά περισσότερο, μικρά και μεγάλα? Ήταν η φωτιά, το κολύμπι στην μαυρίλα, η δύσπνοια, ο φόβος?
Δεν ήταν τίποτα από όλα αυτά.
Ήταν η εικόνα των γονιών τους.
Μία γενιά που είχε τους γονείς συνταυτισμένους με τον superman τους είδε να κλαίνε, να φοβούνται, να λυγίζουν, να είναι επιθετικοί μεταξύ τους, να απομονώνονται, να μην μπορούν να τους πούνε, «εδώ είμαι εγώ!»
Αυτό πλήγωσε τα παιδιά, αυτό τα σημάδεψε και αυτό δεν σβήνει με σφουγγάρι….»
Η καρδιά του Αλέξη
Η ιστορία γράφεται από τους παρόντες. Ο Αλέξης Ανδρονόπουλος βοήθησε η ιστορία να γραφτεί για αρκετούς συνανθρώπους του με αίσιο τέλος. Για τον οικογενειάρχη Αλέξη η έννοια της ανιδιοτελούς προσφοράς αποτελεί την δική του ζωοποιός ουσία. Ο Αλέξης μεγάλωσε στο Μάτι και γνωρίζει όλο το κόσμο. Γνωρίζει κάθε σπιθαμή γης, τους πάντες με το μικρό τους όνομα, την ηλικία τους και που μένουν.
Εκείνο το απόγευμα η καρδιά του Αλέξη αδυνατούσε να υπακούσει στην απαγόρευση εισόδου στη «καρδιά του ηφαιστείου» στο Μάτι επιστρέφοντας από την εργασία του. Με σύμμαχο στη προσπάθειά του μια μοτοσυκλέτα και αψηφώντας τον κίνδυνο βρήκε τρόπο και βρέθηκε στο Μάτι. Ο Αλέξης βοήθησε πολλούς ανθρώπους να απομακρυνθούν από τα σπίτια τους μεταφέροντας τους σε ασφαλές σημεία της περιοχής. Ο Αλέξης ήταν εκεί που δεν έπρεπε, την στιγμή όμως που έπρεπε για να σώσει κόσμο. «Οι πληγές δεν νομίζω να επουλωθούν ποτέ, μας είπε. Όταν βλέπεις το μέρος που μεγάλωσες να καίγεται και μαζί με αυτό άνθρωποι και αναμνήσεις, δεν είναι εύκολο να σβήσουν οι μνήμες».
Ανοίγουμε το θέμα της πρόληψης και της εκπαίδευσης των πολιτών για να αντιμετωπίσουν έκτακτες καταστάσεις με τον ίδιο να λέει:
«Αν μπορούσα να γυρίσω τον χρόνο πίσω θα φρόντιζα να ήμουν πιο ενεργός πολίτης και θα διεκδικούσα σχέδιο πολιτικής προστασίας και τακτικές ασκήσεις εκκένωσης. Όταν ζεις μια μαζική καταστροφή κατανοείς πόσο χρήσιμα είναι αυτά που σε φυσιολογικό χρόνο φαίνονται βαρετά και ανούσια.»
Ο Αλέξης έλαβε μέρος σε κάθε συλλογική προσπάθεια μετά την τραγωδία: «Μετά το τραγικό γεγονός, οι κάτοικοι οργανωθήκαμε με πρωτοφανή συσπείρωση και επιμονή και πετύχαμε τελικά αρκετά πράγματα σε μικρό – για ελληνικά δεδομένα – χρόνο. Με μεγάλη δυσκολία και δυσκαμψία και με τεράστιες περιττές χρονικές καθυστερήσεις και αναβολές ο κρατικός μηχανισμός τελικά «αναγκάστηκε» να μετακινηθεί των αρχικών του θέσεων και να υλοποιήσει αρκετά από τα διεκδικούμενα, καθώς ήταν λογικά και προφανή.»
Θελήσαμε να μάθουμε αν ακόμη υπάρχουν άνθρωποι που αντιμετωπίζουν ζητήματα επιβίωσης. «Όχι, ελάχιστοι πραγματικά είναι σε ένδεια αλλά ακόμα και αυτοί φιλοξενούνται στις στρατιωτικές κατασκηνώσεις ενώ έχουν προβλεφθεί ειδικά επιδόματα ενοικίου κλπ. Επίσης υπήρξαν πολύ σημαντικές δωρεές από ιδιώτες και ιδρύματα και ακόμα «τρέχουν» προγράμματα ιδιωτικών δωρεών προς π.χ. εγκαυματίες που δεν μπορούν να εργαστούν, προς ορφανά τέκνα κλπ (Ίδρυμα Λάτση, Συνένωσις κλπ) ενώ έχουν θεσμοθετηθεί και ειδικοί όροι πρόσληψης εγκαυματιών και συγγενών θανόντων στο Δημόσιο.»
Τι έχει γίνει
Μας μίλησε και για την καθολική συμπαράσταση από ανθρώπους που θέλησαν να βοηθήσουν όπως μπορούσαν: «Ασχολήθηκα ενεργά από την πρώτη στιγμή με αυτό το θέμα και πραγματικά ήταν συγκινητική η συμπαράσταση. Δάκρυζαν στη θέα εικόνων των παιδιών ειδικά που χάθηκαν αλλά και όλων των συντοπιτών μας, των εγκαυματιών και της κατεστραμμένης περιοχής. Έδωσαν τεράστια βοήθεια και έλυσαν δεκάδες προβλήματα κυρίως άμεσα, τον πρώτο χρόνο που ήταν και η ένταση. Ευγνωμοσύνη και ελπίδα για τον άνθρωπο. Όσο για τις δωρεές και πως αξιοποιήθηκαν αναφέρει: «Ήταν αρκετά χρήματα από σχετικά λίγους δωρητές που κάλυψαν, πιστεύω, επαρκώς τις πραγματικές ανάγκες σε επίπεδο καθημερινότητας για δύο και περισσότερα χρόνια (ακόμα «τρέχουν»). Αποδόθηκαν ιεραρχικά σε όσους είχαν σοβαρό πρόβλημα και έχασαν εισόδημα ή ήταν ανίκανοι να εργαστούν ή έμειναν αβοήθητοι, π.χ. ορφανά.
Η αποκατάσταση των σπιτιών και των υποδομών θα καλυφθεί σχετικά επαρκώς από το Κράτος, μετά βέβαια από μεγάλο αγώνα των κατοίκων. Αν το Μάτι ήταν εντός σχεδίου θα μπορούσαν να έχουν αξιοποιηθεί πολύ περισσότερα χρήματα παρεμβαίνοντας με δωρεές, νόμιμα σε υποδομές (π.χ. δίκτυο ύδρευσης, πυρόσβεσης, κρουνούς κλπ) και κοινόχρηστους / κοινωφελείς χώρους (π.χ. πράσινο και τεχνικά έργα).»
Πέρασαν 2 χρόνια. Σήμερα ποια είναι η κατάσταση στο Μάτι τον ρωτάμε. Έχουν απομακρυνθεί εστίες αμιάντου και άλλων βλαβερών ουσιών; Τα έργα αποκατάστασης προχωράνε όπως και τα πολεοδομικά;
«Σε γενικές γραμμές ναι, φέτος μετά από 2 χρόνια έχουν σχεδόν ολοκληρωθεί οι κατεδαφίσεις και καθαρισμοί – εκτός πολύ ειδικών εξαιρέσεων/σημείων. Ειδικά δε, μετά τον τελευταίο νόμο που εξαιρεί το Μάτι από δασικό χαρακτήρα – άρα απελευθερώνει έργα κατεδάφισης και ανέγερσης σε πρώην χαρακτηρισμένες δασικές εκτάσεις. Δεν θα έλεγα με γρήγορους ρυθμούς αν και συγκρινόμενα με άλλες μεγάλες καταστροφές στην Ελλάδα οι ρυθμοί είναι εκπληκτικοί. Ειδικά φέτος που επιλύθηκαν αρκετές τελευταίες λεπτομέρειες και πολεοδομικές ασάφειες, οι ρυθμοί πλέον αναμένονται πολύ καλύτεροι» μας απαντάει. Που όμως εντοπίζει τα βασικά προβλήματα σήμερα σε υποδομές και υπηρεσίες; «Η κατάσταση των οδοστρωμάτων και τα υπολείμματα της φωτιάς – φυσικό και τεχνητό περιβάλλον – καθώς και ο συνεχής και εντατικός καθαρισμός κλαδιών και ογκωδών κυρίως απορριμμάτων από το Δήμο που, διαχρονικά όλες οι διοικήσεις, αγνοεί το Μάτι σε αυτό το επίπεδο. Σε αυτή τη χρονική περίσταση θα αναμέναμε μεγαλύτερη ευαισθησία και επικέντρωση δυνάμεων και προσπαθειών ανακούφισης.»
Ο Νίκος Κύκνας είδε το διαμέρισμα του στον δεύτερο όροφο πολυκατοικίας να καίγεται ολοσχερώς με την φωτιά ευτυχώς να μην επεκτείνεται σε διπλανά. Ασφάλεια πυρός δεν είχε. Άνθρωπος με ταπεινότητα, επιτυχημένο στέλεχος και οικογενειάρχης μας κατέθεσε την άποψή του για τους μηχανισμούς του κράτους και πως διαχειρίστηκαν την επόμενη μέρα της τραγικής πυρκαγιάς του 2018. «Ο κρατικός μηχανισμός επιχείρησε να αποποιηθεί των αμέτρητων ευθυνών του και να επιρρίψει ευθύνες στους πολίτες για δήθεν παραλήψεις και παρατυπίες που το ίδιο κράτος γνώριζε και ανεχόταν επί δεκαετίες.
Ακόμη και οι διαδικασίες που ορίστηκαν για την διεκδίκηση μερικής αποζημίωσης των βλαβών από την πυρκαγιά είναι τόσο δυσλειτουργικές, πολύπλοκες και χρονοβόρες που δίνουν την αίσθηση ότι έχουν σχεδιαστεί σκοπίμως για να δημιουργείται απογοήτευση στους πολίτες με σκοπό την τελική τους παραίτηση από την διεκδίκηση των αποζημιώσεων. Κατά την διάρκεια αυτών των δύο σχεδόν ετών, οι διαδικασίες και οι γραφειοκρατικές απαιτήσεις έχουν αλλάξει κάμποσες φορές, με αποτέλεσμα ο πολίτης να κυνηγά αενάως έναν κινούμενο στόχο. Την στιγμή που νομίζεις ότι έχεις συγκεντρώσει τα απαιτούμενα έγγραφα, σε ενημερώνουν ότι κάτι έχει αλλάξει στην διαδικασία και ξεκινά νέος κύκλος καθυστερήσεων.
Τα έργα αποκατάστασης προχωρούν μόνο από όσους έχουν την οικονομική άνεση να χρηματοδοτήσουν τις αποκαταστάσεις των ζημιών, γιατί οι αποζημιώσεις είναι χαμηλότερες των πραγματικών εξόδων και δίνονται στους δικαιούχους τμηματικά, γεγονός που σημαίνει ότι πρέπει πρώτα να ολοκληρωθούν οι εργασίες αποκατάστασης και μετά να γίνει η πλήρης αποπληρωμή από το κράτος.
Πολλοί ξεκίνησαν με τις προκαταβολές που πήραν, έφτασαν μέχρις ενός σημείου και μετά σταμάτησαν ελλείψει χρημάτων. Τα μεγάλα προβλήματα που παρατηρούνται είναι οι απίστευτα χρονοβόρες και ψυχοφθόρες διαδικασίες των κρατικών υπηρεσιών, οι συχνές ασάφειες ή τα κενά των νόμων που δίνουν περιθώρια πολλαπλών ερμηνειών από τους εκάστοτε εκπροσώπους των υπηρεσιών, η παντελής έλλειψη συντονισμού και συνεννόησης μεταξύ των διαφόρων υπηρεσιών και συχνά η δυσκαμψία των εκπροσώπων τους. Ακόμη κι αν αυτά μπορούσαν να δικαιολογηθούν τις πρώτες ημέρες και εβδομάδες μετά την καταστροφή, είναι ανεπίτρεπτο να μην έχουν διορθωθεί 2 χρόνια μετά.»
Η Λίλα Καλατζή 2 χρόνια μετά την τραγωδία δηλώνει πως οι πληγές παραμένουν ανοικτές:
«Όταν έχεις τον πιο κοντινό σου άνθρωπο, τη μητέρα σου, να υποφέρει από τα εγκαύματα 2 χρόνια μετά, έχοντας επηρεαστεί όλη της η ζωή από αυτά και καταρρακωθεί η εκ φύσεως αισιοδοξία της, δεν θεωρώ ότι έχουν επουλωθεί οι πληγές στη ψυχή μας. Ακόμη και ο γιός μου και εγώ που καταφύγαμε στη θάλασσα αλλά δεν καήκαμε, ακούμε και σήμερα σειρήνες και ιδρώνουμε, παρκάρουμε τα αυτοκίνητά μας κατά τέτοιο τρόπο που να μπορούμε να φύγουμε, φυσάει και είμαστε σε επιφυλακή να «εξαφανιστούμε».
Τι έγινε τότε…
Άραγε με ψυχραιμότερη ματιά σήμερα θα μπορούσε να έχει κάνει κάτι διαφορετικό; «Θα έφευγα από τις 5.30 το απόγευμα που συνειδητοποίησα ότι υπάρχει φωτιά στη Νταού. Δυστυχώς, λόγω της συνήθειάς μας να βλέπουμε φωτιές να φεύγουν προς Γραμματικό και Μαραθώνα, παραγνωρίσαμε το γεγονός ότι αυτή ήταν αλλιώτικη φωτιά και κατέβαινε στο Μάτι.
Μόνο όταν είδαμε το καυτό μαυροκόκκινο σύννεφο να κατεβαίνει στην παραλία ανάμεσα στις πολυκατοικίες, αντιληφθήκαμε ότι δεν είχαμε γυρισμό και μόνη διέξοδος ήταν η θάλασσα». Όπως μας είπε παρότι υπήρξε κρατική αρωγή μετά τα γεγονότα αυτό συνέβη κατά τη γνώμη της χάρη στην αδιάκοπη υπενθύμιση προς τους αρμοδίους από τους εθελοντές: «Χρηματικά, βοηθήθηκε η μητέρα μου με τις αποζημιώσεις που δόθηκαν σε εγκαυματίες αλλά και σε ανθρώπους με καμένα σπίτια. Η δωρεάν νοσηλεία και η παροχή ακόμη και παραφαρμακευτικών ειδών στη μητέρα μου για την αντιμετώπιση των εγκαυμάτων της, είναι μια αξιοπρεπής βοήθεια, που όμως δεν θα πρέπει να παραγνωρίσουμε το γεγονός ότι όλα αυτά έγιναν χάρη στην άοκνη προσπάθεια εθελοντών από το Μάτι, που παραμέρισαν τις δουλειές τους για να «θυμίσουν» στο κράτος ότι «υπάρχουν εγκαυματίες».
Η κυρία Καλατζή θίγει μεταξύ άλλων και ένα ακόμη ζήτημα που σχετίζεται με την επικινδυνότητα σημείων της περιοχής: «Έχουν γίνει προσπάθειες, χάρη και στην επιμονή και ενεργητικότητα των μελών της ΣΕΚΜΑ που τρέχουν, θυμίζουν, επιμένουν. Είναι πολλά να γίνουν ακόμη. Πολλά καμένα σπίτια που δεν έχουν αλλάξει, οικόπεδα γεμάτα ξερόχορτα, που σου δημιουργούν αγωνία σε ενδεχόμενη φωτιά. Το σίγουρο είναι ότι το Μάτι δεν θυμίζει σε τίποτα το Μάτι που ξέραμε από τα παιδικά μας χρόνια. Ξερό, αποψιλωμένο, ερειπωμένο, άσχημο. Κολυμπάς και θλίβεσαι από τον κατακαμένο παραλιακό δρόμο που εκτός από το πράσινο που του λείπει, υπάρχει και το πιο σημαντικό ακόμη. Ο παραλιακός κινδυνεύει να πέσει και να καταπλακώσει κόσμο. Τα σαθρά βράχια – που κάποιοι επιμένουν να αποκαλούν παραλίες – κρατιόντουσαν από τις ρίζες των σκίνων και των δέντρων. Τώρα είναι θέμα χρόνου να πέσουν στα κεφάλια των λουόμενων.
Είναι θλίψη να βλέπεις την εγκατάλειψη του παραλιακού αυτού δρόμου, που μόνο χάρη στη φροντίδα ιδιωτών που μένουν στα σπίτια, καθαρίζεται από τα ψηλά πλέον ξερόχορτα, μερικώς, για να μην περπατάει ο κόσμος σε σαθρά σημεία. Τα έργα αποκατάστασης προχωρούν με ρυθμό χελώνας. Ουσιαστικά φτιάχνονται σπίτια που οι ιδιοκτήτες τους είχαν την «τύχη» να τα έχουν ασφαλισμένα.
Το τοπίο είναι «βομβαρδισμένο» ακόμη». Αναφέρεται και σε ένα ακόμη μεγάλο θέμα που αφορά τον δικαστικό αγώνα που έχουν επιλέξει κάποιοι να κάνουν: «Υπάρχει μεγάλη καθυστέρηση είναι αυτή της παροχής των απαραίτητων στοιχείων και εγγράφων προκειμένου να προχωρήσουν οι αγωγές. Αν οι άνθρωποι που έχασαν ανθρώπους δεν μπορούν να πάρουν τις απαραίτητες πληροφορίες για να προχωρήσουν στο νομικό κομμάτι, πόσο μάλλον εμείς οι υπόλοιποι που θα βασιστούμε στο ποινικό για να προσφύγουμε στο αστικό». Ρωτήσαμε τέλος αν έχει εικόνα σχετικά με την διαχείριση των πολλών δωρεών από συνανθρώπους μας που θέλησαν να βοηθήσουν με κάθε μέσο: «Δεν το γνωρίζω και θα έπρεπε να υπάρξει διαφάνεια στο θέμα αυτό. Πού δόθηκαν και τι υπόλοιπα υπάρχουν. Δεν είναι δύσκολο να συγκεντρωθεί και να δοθεί στον κόσμο αυτή η πληροφορία. Η καθυστέρηση δημιουργεί εύλογες αμφιβολίες».
Η κυρία Μαίρη Λίβερη αμπαρωμένη στο σπίτι της οικογενειακώς κατά την διάρκεια της πυρκαγιάς βίωσε την αγωνία της επιβίωσης: «Όχι, δεν έχουν επουλωθεί οι πληγές μας. Την κόλαση που ζήσαμε οικογενειακώς (5 άτομα) δεν θα την ξεχάσω ποτέ. Πέντε ώρες μέσα στο σπίτι με βρεγμένες πετσέτες για τον καπνό, αγωνιώντας μήπως σπάσουν τα τζάμια και βρεθούμε μέσα σ’ αυτό που βλέπαμε έξω, στις εκρήξεις και στην φωτιά.
Ψυχικά ράκη
Σωματικά βγήκαμε αλώβητοι ευτυχώς! Ψυχικά όμως, βγήκαμε ράκη.» Εκφράζει και το παράπονό της για τον κρατικό μηχανισμό: «Δεν μας στάθηκε καθόλου. Δίπλα μας ήταν μόνο η ιδιωτική πρωτοβουλία και ο εθελοντισμός. το κράτος άργησε να δραστηριοποιηθεί, με αποτέλεσμα 2 χρόνια μετά το Μάτι να έχει ακόμα πολλές ανοιχτές πληγές. Κάποιοι κάτοικοι παρέμειναν επί μήνες τουλάχιστον, στις κατασκηνώσεις, ή και φιλοξενούμενοι».
Πιστεύει πως πλέον έχει αρχίσει κάτι να κινείται σχετικά με την αποκατάσταση της περιοχής:
«Κάτι άρχισε να κινείται τώρα τελευταία, αλλά και πάλι υπάρχουν κωλυσιεργίες και εμπόδια, ίσως λόγω άγνοιας, αδιαφορίας, ή κακής ενημέρωσης των υπαλλήλων. Δεν υπάρχει νομίζω συνεννόηση μεταξύ των συνεργαζόμενων Υπηρεσιών. Θεωρεί πως αν οι δωρεές είχαν αξιοποιηθεί επαρκώς το Μάτι σήμερα θα είχε διαφορετική εικόνα.
Η Χριστίνα Λίβερη ίσως αντιμετώπισε το μέγιστο ψυχολογικό βάρος που μπορεί ένας γονιός να επωμιστεί. Όταν ξέσπασε η πυρκαγιά βρίσκονταν στην δουλειά της. Οι γονείς και τα παιδιά της ήταν εγκλωβισμένοι στο σπίτι τους στο Μάτι. Τα συναισθήματα μιας μητέρας που είναι ανήμπορη να προστατεύσει τα παιδιά της αλλά και τους ηλικιωμένους γονείς της –αφού η πρόσβαση στη φλεγόμενη περιοχή απαγορεύονταν– αδυνατώ να τα περιγράψω αλλά ούτε σκοπεύω να της θυμίσω πάλι εκείνες τις ώρες που στο μυαλό της πλέον ορίζουν μια ολόκληρη ζωή.
Έζησε την αγωνία από μακριά και ευτυχώς χωρίς την παραμικρή απώλεια, πλην υλικής. Με τις φωτιές δεν πάλεψε ωστόσο οι περιγραφές των δικών της ανθρώπων ήταν αρκετές για να της δημιουργήσουν μια για καιρό ιδιαίτερη σχέση με την φωτιά. Παρόντος του χρόνου όμως…. « Έσβησα με πυροσβεστήρα πρόσφατα φωτιά στον φούρνο του σπιτιού μου με επιτυχία, άρα θεωρώ ότι ναι, το ξεπέρασα».
Θεωρείτε πως στάθηκε δίπλα σας ο κρατικός μηχανισμός μετά το τραγικό γεγονός, την ρωτήσαμε και η απάντηση της μονολεκτική: «Όχι». Η Χριστίνα Λίβερη θεωρεί τις πράξεις αλληλεγγύης φάρο ελπίδας για την ανθρωπότητα. Στη προσπάθειά της να βρει τρόπο να βοηθήσει όπως μπορούσε στράφηκε και στο εξωτερικό: «Υπήρξα ο μεσάζοντας ώστε να σταλούν κάποια χρήματα που μάζεψαν φίλοι μου από Νορβηγία και τελικά δόθηκαν σε μία πολύπαθη οικογένεια. Τους είπα για τα πόσο σημαντικό ήταν ακόμα και το ποσό που σε εκείνους φάνηκε μικρό γιατί μπόρεσε έστω να καλύψει τις βασικές, πρώτες ανάγκες της οικογένειας.» Τα μικρά παιδιά με το δικό τους αντιληπτικό επίπεδο που βίωσαν την πυρκαγιά άραγε 2 χρόνια μετά ξεπέρασαν το γεγονός; «Ποτέ δεν μπορεί να πει κανείς με σιγουριά κάτι τέτοιο» θεωρεί.
Πέρασαν 2 χρόνια. Σήμερα ποια είναι η κατάσταση στο Μάτι; Έχουν απομακρυνθεί εστίες αμιάντου και άλλων βλαβερών ουσιών, ρωτήσαμε;
«Η κατάσταση στο Μάτι νιώθω ότι έχει αλλάξει ελάχιστα σε σχέση με όσα έπρεπε να έχουν γίνει. Δεν μπορώ να ξέρω εάν έχουν απομακρυνθεί όλες οι εστίες αμιάντου, σίγουρα κάποιες έχουν. Παρόλα αυτά δε νιώθω καμία εμπιστοσύνη στο κράτος ότι έχει κάνει ολική έρευνα και αποκομιδή. Θεωρώ επίσης πως τα έργα αποκατάστασης δεν προχωράνε, εκτός από τους συνανθρώπους μου που είχαν δικά τους λεφτά και πήραν μόνοι τους την πρωτοβουλία. Θέματα πολεοδομικά επίσης υπάρχουν. Προσωπικά για ένα οικόπεδο που έχω μισό με την οικογένειά μου, έχω κληθεί να καταθέσω τα ίδια πράγματα 3 φορές.
Η συνεννόηση της μία Υπηρεσίας με τις άλλες νομίζω πως είναι ένα μεγάλο ζήτημα.
«Όχι δεν έχουν επουλωθεί οι πληγές μας» μας λέει ο Λουκάς Δαλακλής, ο οποίος προσπαθούσε επί ώρες μέσα στη θάλασσα να δίνει κουράγιο στα μικρά παιδιά του που είχε στην αγκαλιά του παλεύοντας παράλληλα με τα κύματα να σταθεί όρθιος. Η δύναμη της επιβίωσης και της αγάπης για την οικογένειά του τον κράτησαν στα πόδια του για πολλές ώρες. «Υπάρχουν ακόμα εφιάλτες. Αν ήμουν λίγο πιο μακριά από την θάλασσα μπορεί να είχα και εγώ εγκαύματα όπως τόσοι άλλοι τραυματίες» μας είπε. Ο κ. Δαλακλής έζησε τον εφιάλτη της πύρινης λάβας από το πρώτο λεπτό.
Ήταν εκεί, παρών στο γεγονός και διαπίστωσε έλλειψη συντονισμού: «Δυστυχώς κατά την άποψή μου την στιγμή της φωτιάς, δεν υπήρχε συντονισμός, ούτε καλή συνεννόηση μεταξύ των φορέων.» Τα παιδιά του το έχουν ξεπεράσει; «Όχι σε καμία περίπτωση, στην αρχή ήταν εξαιρετικά δύσκολα και για τα παιδιά και για τους γονείς. Κάποια παιδιά είδαν φρικτές εικόνες και φυσικά τρόμαξαν παρά πολύ. Όλοι στο Μάτι, όσοι ήμασταν εκεί στις 23/07/2018 βιώσαμε μια ανείπωτη δοκιμασία. Κατά την άποψή μου δεν υπάρχει προηγούμενο. Δυστυχώς κάποιοι δεν τα κατάφεραν. Το Μάτι, δεν πρέπει να ξεχαστεί και μάλιστα πρέπει να αποτελέσει μια σοβαρή υπόθεση μελέτης από τους αρμοδίους φορείς ώστε μελλοντικά να μην θρηνήσουμε πάλι τόσες ψυχές.