Με την πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου της 20-3-2020, σε συνέχεια των σχετικών κυβερνητικών εξαγγελιών, αλλάζει άρδην το τοπίο στις εργασιακές σχέσεις των ιδιωτικών επιχειρήσεων την εποχή του κοροναϊού. Απαγόρευση απολύσεων, επιδοτούμενη αναστολή συμβάσεων εργασίας, ενδο-ομιλικη μεταφορά προσωπικού και εκ περιτροπής απασχόληση με διαδικασίες «fast track» είναι τα πρώτα μέτρα που προέκρινε η κυβέρνηση ως απαραίτητα, για την προστασία και διατήρηση των εργασιακών σχέσεων.
Ο δικηγορός – εργατολόγος και μέλος του Δ.Σ. του ΔΣΑ κος Γιάννης Κάπος αναλύει τα νέα μέτρα και εξηγεί ποιοι εργαζόμενοι δικαιούνται την έκτακτη οικονομική ενίσχυση, με ποια διαδικασία θα την εισπράξουν και ποιες θα είναι οι κυρώσεις για τους εργοδότες που επιλέξουν να μη συμμορφωθούν.
Α. ΜΕΤΡΑ ΓΙΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΠΟΥ ΑΝΑΣΤΕΛΛΟΥΝ ΤΗΝ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥΣ
1. ΔΥΝΗΤΙΚΗ ΑΝΑΣΤΟΛΗ ΕΡΓΑΣΙΑΚΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΠΟΥ ΠΛΗΤΤΟΝΤΑΙ ΔΙΧΩΣ ΝΑ ΕΧΕΙ ΑΠΑΓΟΡΕΥΤΕΙ Η ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥΣ ΜΕ ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ
Επιχειρήσεις-εργοδότες του ιδιωτικού τομέα, που πλήττονται σημαντικά, λόγω των αρνητικών συνεπειών του φαινόμενου του κορωνοϊού-COVID 19, δίχως να έχει απαγορευτεί η λειτουργία τους με κυβερνητική απόφαση, δύνανται να αναστείλουν τις συμβάσεις εργασίας μέρους ή του συνόλου του προσωπικού τους, προκειμένου να προσαρμοστούν οι λειτουργικές ανάγκες τους στο δυσμενές περιβάλλον που δημιουργείται.
Προϋποθέσεις εφαρμογής του μέτρου:
α) Άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας σε κλάδο, που έχει οριστεί από το Υπουργείο Οικονομικών, βάσει Κ.Α.Δ κύριας δραστηριότητας, ως κλάδος πληττόμενος από την εξάπλωση του κορωνοϊού COVID-19.
β)Η εφαρμογή του μέτρου της αναστολής πρέπει να λάβει χώρα έως την 20/4/2020.
γ) Οι εργοδότες που κάνουν χρήση της ρύθμισης απαγορεύεται να προβούν σε καταγγελία των συμβάσεων εργασίας για το σύνολο του προσωπικού τους , επί ποινή ακυρότητας της καταγγελίας.
δ) Οι εργοδότες που κάνουν χρήση της ρύθμισης υποχρεούνται μετά τη λήξη του χρόνου της αναστολής των συμβάσεων εργασίας του προσωπικού τους, να διατηρήσουν τον ίδιο αριθμό θέσεων εργασίας για χρονικό διάστημα ίσο με εκείνο της αναστολής.
2. ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΚΑΤΑΓΓΕΛΙΑΣ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΟΠΟΙΩΝ Η ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΕΧΕΙ ΑΠΑΓΟΡΕΥΤΕΙ ΜΕ ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ
Όπως ρητώς προβλέπεται στην σχετική Π.Ν.Π., οι επιχειρήσεις-εργοδότες, που τελούν σε αναστολή της επιχειρηματικής τους δραστηριότητας, κατόπιν εντολής δημόσιας αρχής (απαγόρευση λειτουργίας), και για όσο χρονικό διάστημα διαρκούν τα μέτρα αντιμετώπισης του κορωνοϊού COVID-19, υποχρεούνται να μην προβούν σε μειώσεις προσωπικού με καταγγελία των συμβάσεων εργασίας. Σε περίπτωση πραγματοποίησής τους, οι καταγγελίες αυτές τυγχάνουν άκυρες. Στη διάταξη αυτή χορηγήθηκε ισχύς αναδρομικής εφαρμογής από 18-3-2020 και άρα καταλαμβάνει και καταγγελίες συμβάσεων εργασίας που έγιναν από 18 έως 20 Μαρτίου 2020.
3. ΕΚΤΑΚΤΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ
Δικαιούνται :
α) οι εργαζόμενοι επιχειρήσεων που έπαυσε υποχρεωτικά η λειτουργία τους με κυβερνητική απόφαση (περ.1 ως άνω)
β)οι εργαζόμενοι σε επιχειρήσεις που ανέστειλαν την λειτουργία τους κατ’ επιλογή (περ. 2 ως άνω)
γ) εργαζόμενοι, των οποίων η σύμβαση εργασίας έχει λυθεί από 1ης Μαρτίου 2020 έως 20 Μαρτίου 2020, είτε με καταγγελία από τον εργοδότη είτε με οικειοθελή αποχώρηση από τους ίδιους. Δεδομένης της διατύπωσης της ρύθμισης, συνάγεται ότι στην κατηγορία αυτή υπάγονται μόνον εργαζόμενοι με συμβάσεις εργασίας αορίστου χρόνου και όχι εργαζόμενοι με σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου, των οποίων η σύμβαση λύθηκε μεταξύ της 1ης Μαρτίου 2020 και της 20 Μαρτίου 2020 λόγω παρόδου του χρόνου ισχύος της σύμβασης.
Ζήτημα τίθεται βέβαια για τις περιπτώσεις των επιχειρήσεων εκείνων, που ενώ είναι πραγματικά αδύνατο να ασκήσουν επιχειρηματική δραστηριότητα, λόγω των πρόσφατων κυβερνητικών αποφάσεων, δεν διαθέτουν κάποιον από Κ.Α.Δ. κύριας δραστηριότητας πληττόμενου κλάδου. Οι εργαζόμενοι στις επιχειρήσεις αυτές τυγχάνουν, προς το παρόν, εντελώς απροστάτευτοι, δεδομένου του ότι αφενός δεν δικαιούνται το ποσό αποζημίωσης ειδικού σκοπού, αφετέρου ο εργοδότης τους έχει τη δυνατότητα να μην καταβάλλει μισθό για το χρονικό διάστημα που δεν λειτουργεί η επιχείρησή του επικαλούμενος ανώτερη βία.
Περαιτέρω, η έκτακτη οικονομική ενίσχυση καταβάλλεται, ως αποζημίωσης ειδικού σκοπού. Είναι ακατάσχετη, αφορολόγητη και δεν συμψηφίζεται με οποιαδήποτε οφειλή. Η δαπάνη για την καταβολή αυτής και την ασφαλιστική κάλυψη των εργαζομένων που την δικαιούνται καλύπτεται από τον κρατικό προϋπολογισμό.
Η ασφαλιστική κάλυψη θα είναι πλήρης υπολογιζόμενη επί του ονομαστικού μισθού του εργαζομένου και όχι επί του ποσού της έκτακτης οικονομικής ενίσχυσης.
Η ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ για τη λήψη της αποζημίωσης, θα γίνεται ηλεκτρονικά και θα περιλαμβάνει τα εξής βήματα:
α) Υποβολή Υπεύθυνης Δήλωσης περί αναστολής εργασιών ή περί απαγόρευσης λειτουργίας από τον Εργοδότη στο Π.Σ. ΕΡΓΑΝΗ. Στη Υπεύθυνη Δήλωση αυτή, ο εργοδότης θα δηλώνει τους εργαζόμενους, των οποίων οι συμβάσεις εργασίας τελούν σε αναστολή καθώς και τους εργαζόμενους, των οποίων η σύμβαση εργασίας έχει λυθεί, από 1ης Μαρτίου 2020 έως 20 Μαρτίου 2020, είτε με καταγγελία από τους ίδιους, είτε με οικειοθελή αποχώρηση του εργαζόμενου.
β) Γνωστοποίηση της υποβληθείσας στο Π.Σ. ΕΡΓΑΝΗ Υπεύθυνης δήλωσης, εγγράφως ή ηλεκτρονικά, στον εργαζόμενο. Η γνωστοποίηση πρέπει να γίνεται την ίδια ημέρα με την υποβολή της Υπεύθυνης Δήλωσης στο Π.Σ. Εργάνη και να αναφέρεται σε αυτήν ο αριθμός πρωτοκόλλου καταχώρισης της πράξης υποβολής της Υπεύθυνης Δήλωσης.
γ) Μετά την ανωτέρω γνωστοποίηση, οι δικαιούχοι – εργαζόμενοι, θα υποβάλλουν υπεύθυνη δήλωση σε ειδική ηλεκτρονική πλατφόρμα του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων. Στην υπεύθυνη δήλωση των δικαιούχων εργαζομένων συμπεριλαμβάνονται, εκτός των προσωπικών τους στοιχείων, τα οποία αντλούνται αυτόματα από το Π.Σ. «ΕΡΓΑΝΗ», τα στοιχεία του προσωπικού τους τραπεζικού λογαριασμού IBAN, καθώς και ο αριθμός πρωτοκόλλου καταχώρισης της υπεύθυνης δήλωσης του εργοδότη στο Π.Σ. «ΕΡΓΑΝΗ».
Β. ΜΕΤΡΑ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΟ ΣΥΝΟΛΟ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ (ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΩΣ ΑΝΑΣΤΟΛΗΣ ‘Η ΌΧΙ ΤΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΟΥΣ)
1. ΕΝΔΟ-ΟΜΙΛΙΚΗ ΜΕΤΑΚΙΝΗΣΗ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ
Με τη διάταξη του δέκατου άρθρου της εν λόγω Π.Ν.Π. προβλέφθηκε η δυνατότητα μεταφοράς προσωπικού σε επιχειρήσεις εντός του ιδίου ομίλου, με απλή συμφωνία των επιχειρήσεων και δίχως την συγκατάθεση των εργαζομένων Προϋποθέσεις εφαρμογής του μέτρου είναι:
α) Ύπαρξη συνδεδεμένων επιχειρήσεων με τη μορφή ομίλου.
β) Να πλήττεται σημαντικά ή να τελεί υπό απαγόρευση λειτουργίας η επιχειρηματική δραστηριότητα του εργοδότη
γ) Οι επιχειρήσεις του ομίλου που θα προχωρήσουν στην μεταφορά υποχρεούνται να διατηρήσουν, συνολικά, τον ίδιο αριθμό εργαζομένων που απασχολούνταν πριν από τη μεταφορά.
Από τη διατύπωση της διάταξης αυτής δεν συνάγεται απαγόρευση απόλυσης εργαζομένων, με τη μορφή απόλυτης ακυρότητας, παρά μόνο υποχρέωση διατήρησης καθ’ όλη τη διάρκεια της εφαρμογής αυτού (του μέτρου) του ίδιου αριθμού θέσεων απασχόλησης.
Περαιτέρω, μολονότι γίνεται συνοπτική αναφορά ότι το εν λόγω μέτρο μπορεί να ληφθεί στο πλαίσιο των έκτακτων και προσωρινών μέτρων στην αγορά εργασίας, ουδεμία ρητή πρόβλεψη υπάρχει για τη χρονική ισχύ αυτού, ούτε και για τον μέγιστο χρόνο μεταφοράς. Παρ’ όλα αυτά, δεδομένου του ότι απώτερος σκοπός του μέτρου είναι η διατήρηση των σχέσεων εργασίας μέσω της ευέλικτης μετακίνησης εργαζομένων εντός του ιδίου ομίλου επιχειρήσεων, δέον να μην εφαρμόζεται καταχρηστικά και με σκοπό που υποκρύπτει μόνιμη μετακίνηση προσωπικού.
2. ΙΔΙΟΤΥΠΗ ΕΚ ΠΕΡΙΤΡΟΠΗΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ
Δίνεται στις επιχειρήσεις η δυνατότητα επιβολής ιδιότυπου συστήματος εκ περιτροπής απασχόλησης. Ειδικότερα κάθε εργοδότης, ανεξαρτήτως εάν ανήκει ή όχι στις κατηγορίες επιχειρήσεων που επηρεάζονται άμεσα ή έμμεσα από τα μέτρα προστασίας για τον κορωνοϊό και ασχέτως του αν η δραστηριότητα που ασκεί υπάγεται ή όχι στους σχετικούς Κ.Α.Δ. «υπό προστασία» επιχειρήσεων, δύναται να επιβάλλει μονομερώς, σύστημα εκ περιτροπής εργασίας, με προσωπικό ασφαλούς λειτουργίας, με τις εξής προϋποθέσεις:
α) Κάθε εργαζόμενος μπορεί να απασχολείται κατ’ ελάχιστο δύο (2) εβδομάδες ανά μήνα, συνεχόμενα ή διακεκομμένα (πχ την 1η και την 3η εβδομάδα κάθε μήνα).
β) Ο ανωτέρω τρόπος οργάνωσης της εργασίας γίνεται ανά εβδομάδα και εντάσσεται σε αυτόν τουλάχιστον το 50% του προσωπικού της επιχείρησης.
γ) Εργοδότης που θα εφαρμόσει αυτόν τον τρόπο οργάνωσης της εργασίας υποχρεούται να διατηρήσει τον ίδιο αριθμό εργαζομένων καθ΄όλη τη διάρκεια εφαρμογής του συστήματος,
δ) Η εφαρμογή του ως άνω συστήματος απασχόλησης δεν μπορεί να εκτείνεται για χρονική περίοδο μεγαλύτερη έξι (6) μηνών αρχής γενομένης από την 20-3-2020, ούτε και να εφαρμοστεί μετά την 20-9-2020.
Το εν λόγω σύστημα δύναται να εφαρμοστεί μόνον προσωρινά και κατ’ εξαίρεση. Μοναδικός σκοπός εφαρμογής του συστήματος αυτού δεν μπορεί να είναι άλλος από την ασφαλή λειτουργία της επιχείρησης, δηλαδή την συνέχιση άσκησης δραστηριότητας υπό καθεστώς προστασίας των υπαλλήλων από τον κορωνοϊό. Για το λόγο αυτό δεν απαιτείται η τήρηση των τυπικών και ουσιαστικών προϋποθέσεων της επιβολής εκ περιτροπής απασχόληση σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 38 § 3 περ. δ’ Ν. 1892/1990 (όπως ισχύει τροποποιημένη). Δηλαδή δεν απαιτείται ενημέρωση των εργαζομένων της επιχείρησης και η διαβούλευση με αυτούς, ούτε άλλωστε και περιορισμός της δραστηριότητας της επιχείρησης.
Προφανώς, η εν λόγω ρύθμιση ιδιότυπης εκ περιτροπής απασχόλησης εξυπηρετεί την ανάγκη να μπορούν εργοδότες να απασχολούν τους μεμονωμένους εργαζόμενους ή ομάδες εργαζομένων κατ’ εναλλαγή, δηλαδή σε διαφορετικές εβδομάδες ανά μήνα, προς αποφυγή του συνωστισμού των εργαζομένων και την έκθεση αυτών στον κίνδυνο της νόσου COVID-19. Συνεπώς, εάν κάποιος εργοδότης δεν διευκολύνεται με το ειδικό σύστημα εκ περιτροπής απασχόλησης της Π.Ν.Π. και λόγω περιορισμού των δραστηριοτήτων του από την εφαρμογή των μέτρων για τον κορονοϊό επιθυμεί να λειτουργήσει η επιχείρηση του με διαφορετικό σύστημα εκ περιτροπής απασχόλησης (πχ λιγότερες ημέρες ανά εβδομάδα), οφείλει είτε να επιδιώξει την τροποποίηση των συμβάσεων εργασίας με συναίνεση των εργαζομένων είτε να τηρήσει τη συνήθη διαδικασία της διάταξης άρθρου 38 § 3 περ. δ’ Ν. 1892/1990 (όπως ισχύει τροποποιημένη).
Στην σχετική ρύθμιση της Π.Ν.Π. δεν εξειδικεύεται, εάν οι αποδοχές των εργαζομένων θα προσαρμόζονται αναλόγως με τις ημέρες εργασίας τους ή αν ο εργοδότης θα πρέπει να καταβάλλει σε αυτούς τις πλήρεις μηνιαίες αποδοχές τους. Όπως, επίσης, δεν γίνεται σαφές εάν απαιτείται η απασχόληση του εργαζομένου να είναι πλήρης ανά εβδομάδα (40ωρο) ή αν μπορεί ο εργοδότης να εφαρμόζει και καθεστώς εργασίας λιγότερων ημερών ανά ημέρα για τις εργάσιμες ημέρες των εβδομάδων που απασχολεί το προσωπικό του.
Τα ως άνω κενά, είτε θα καλυφθούν από νεότερη νομοθετική ρύθμιση είτε θα ερμηνευτούν. Δεδομένου, όμως του γεγονότος 1) ότι η επιβολή του συστήματος γίνεται από εργοδότη, ναι μεν κατ’ επιλογή του ιδίου, αλλά κυρίως ένεκα της έκτακτης ανάγκης για την προστασία των εργαζομένων της επιχείρησής του από την διάδοση του κορωνοϊού, 2) ότι ασχέτως του τυποποιημένου εκ του νόμου τρόπου οργάνωσης της απασχόλησης, εντούτοις πρόκειται, στην ουσία, για μία υποπερίπτωση εκ περιτροπής απασχόλησης, φαίνεται να επικρατεί η συλλογιστική, ότι οφείλεται μισθός μόνον για τις εβδομάδες εργασίας που παρασχέθηκε εργασία. Σε αυτή την κρίση συντείνει και το γεγονός ότι προϋπόθεση εφαρμογής του συστήματος είναι η συμμετοχή τουλάχιστον του 50% του προσωπικού της επιχείρησης. Στην προϋπόθεση αυτή λανθάνει η παραδοχή ότι το υπόλοιπό 50% (ή και λιγότερο) του προσωπικού δεν προσφέρει εργασία. Ως εκ τούτου συνάγεται ότι επί της ουσίας, ο εργοδότης εξαναγκάστηκε στην εφαρμογή της μη απασχόλησης του 50% (ή και λιγότερο) του προσωπικού του από ανώτερη βία της υποχρέωσης προστασίας του προσωπικού από γεγονός απρόβλεπτο και τυχαίο, το οποίο ήταν αδύνατο να αποτραπεί και αν ακόμα κατεβάλετο από αυτόν το ανώτατο δυνατό μέτρο επιμέλειας, σύνεσης και πρόνοιας.
Τέλος, από το γράμμα το νόμου δεν συνάγεται απαγόρευση απόλυσης εργαζομένων, με τη μορφή απόλυτης ακυρότητας, παρά μόνον υποχρέωση διατήρησης καθ’ όλη τη διάρκεια της εφαρμογής αυτού (του μέτρου) του ίδιου αριθμού θέσεων απασχόλησης.
Συμπερασματικά, φαίνεται το εν λόγω μέτρο να συνιστά μία διέξοδο για εφαρμογή ενός τρόπου προστασίας των εργαζομένων, ηπιότερου της αναστολής των εργασιακών σχέσεων, χωρίς να αποκλείεται και η παράλληλη εφαρμογή, στην ίδια επιχείρηση, του μέτρου αυτού και του μέτρου αναστολής εργασιακών σχέσεων εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις εφαρμογής αυτής (της αναστολής). Έτσι, επί παραδείγματι, είναι δυνατή η εφαρμογή του συστήματος μέτρου αναστολής εργασίας σε κλάδο της επιχείρησης, της οποία απαγορεύτηκε η λειτουργία βάσει κυβερνητικής απόφασης και απασχολείται σε αυτόν τον κλάδο το 30% του συνόλου των εργαζομένων της επιχείρησης και στο λοιπό 70% του προσωπικού, που απασχολείται σε άλλους κλάδους να εφαρμοστεί η ιδιότυπη εκ περιτροπής απασχόληση.
Γ. ΚΥΡΩΣΕΙΣ ΕΡΓΟΔΟΤΩΝ
Στις περιπτώσεις που:
α) εργαζόμενοι επιχειρήσεων (μέρος ή το σύνολο) τίθενται σε καθεστώς αναστολής της σύμβασης εργασίας τους και ο εργοδότης καταγγείλει αυτή, ή/και
β) μετά την ολοκλήρωση του μέτρου, οι εργοδότες- επιχειρήσεις που έχουν τεθεί σε καθεστώς αναστολής δεν διατηρούν τον ίδιο αριθμό θέσεων εργασίας ή/και
γ) οι εργοδότες-επιχειρήσεις δεν υποβάλλουν την υπεύθυνη δήλωση περί αναστολής των εργασιακών σχέσεων, ώστε να λάβουν οι εργαζόμενοι σε αυτές, την ειδική αποζημίωση,
αποκλείονται αυτοδικαίως των ευνοϊκών ρυθμίσεων παράτασης καταβολής βεβαιωμένων οφειλών και αναστολής είσπραξης βεβαιωμένων και ληξιπρόθεσμων κατά τις οφειλών από δηλώσεις ΦΠΑ (Υπ. Αριθμ. Α.1054 απόφαση Υπ.Οικ- ΦΕΚ β΄/950/21-3-2020) οι οφειλές βαρύνονται με τόκους και προσαυξήσεις, βάσει της αρχικής ημερομηνίας βεβαίωσης.
Επιπρόσθετα σε κάθε περίπτωση αυτοδίκαια άκυρης καταγγελίας σύμβασης εργασίας, ο εργαζόμενος, του οποίου η σύμβαση εργασία καταγγέλθηκε κατά παράβαση του νόμου, δικαιούται να ασκήσει αγωγή κατά του εργοδότη του, ζητώντας την αναγνώριση της ακυρότητας της καταγγελίας. Η σχετική αγωγή πρέπει να ασκηθεί εντός προθεσμίας τριών (3) μηνών από τότε που έλαβε χώρα η άκυρη καταγγελία.
Ιωάννης Χ. Κάπος
Δικηγόρος-Εργατολόγος
Μέλος Δ.Σ. Δ.Σ.Α