Η άσκηση συμβάλλει καθοριστικά στην μείωση του κινδύνου εμφάνισης καρκίνου του προστάτη, σύμφωνα με την μεγαλύτερη μέχρι στιγμής έρευνα σχετικά με την ασθένεια.
Οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι η άσκηση, η οποία μπορεί να περιλαμβάνει χαλαρό περπάτημα ή ακόμα και κηπουρική, προσφέρει πολύ μεγαλύτερη προστασία, από αυτήν που γνωρίζαμε παλαιότερα. Οι ερευνητές του Πανεπιστημίου του Μπρίστολ εξέτασαν πόσο δραστήριοι ήταν συνολικά 140.248 άνδρες, παρατηρώντας τις παραλλαγές στο DNA τους, αντί να χρησιμοποιήσουν τα ερωτηματολόγια, που ενέχουν περιθώρια λάθους.
Όσο πιο δραστήριος, τόσο καλύτερα
Τα αποτελέσματα ήταν ιδιαίτερα εντυπωσιακά, αφού όπως δήλωσε η επικεφαλής της μελέτης Δρ. Sarah Lewis: «Οι περισσότεροι από τους άνδρες της μελέτης ήταν άνω των 50 ετών και υποθέτουμε ότι δεν γυμνάζονται σκληρά κάθε μέρα. Τα ευρήματά μας υποδηλώνουν ότι όσο πιο δραστήριος είναι κανείς, τόσο καλύτερα για την υγεία του. Ωστόσο, δεν είναι απαραίτητο να ακολουθήσει εξουθενωτικές προπονήσεις για να χαίρει αυτής της προστασίας, αλλά απλώς να κινείται καθημερινά, επιλέγοντας πιο εύκολες και λιγότερο κουραστικές δραστηριότητες όπως το περπάτημα».
Μείωση κινδύνου κατά 51%
Οι ειδικοί ανέλυσαν το DNA των συμμετεχόντων ώστε να δουν τα επίπεδα φυσικής δραστηριότητας ανάμεσα σε 79.148 άνδρες με καρκίνο του προστάτη και 61.106 που δεν είχαν. Εξετάζοντας, συγκεκριμένα, παραλλαγές της αλληλουχίας του DNA, που σχετίζονται με το πόσο δραστήριοι είναι, διαπίστωσαν ότι οι περισσότερο δραστήριοι άντρες αντιμετώπιζαν 51% λιγότερες πιθανότητες εμφάνισης του καρκίνου του προστάτη, συγκριτικά με εκείνους που ακολουθούσαν μια περισσότερο καθιστική ζωή.
Μείωση κινδύνου και για άλλους τύπους καρκίνου
Παλαιότερες έρευνες είχαν παρόμοια ευρήματα και για διαφορετικούς τύπους, όπως για τον καρκίνου του παχέος εντέρου αλλά και του μαστού. Η σημερινή έρευνα εστίασε στην επίδραση 22 διαφορετικών παραγόντων που αυξάνουν ή μειώνουν τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του προστάτη, με τα πιο εντυπωσιακά αποτελέσματα να σχετίζονται με την σωματική άσκηση.
Ο καρκίνος του προστάτη επηρεάζει συνήθως άνδρες, ηλικίας άνω των 50 ετών, με βασικότερο παράγοντα κινδύνου το οικογενειακό ιστορικό.