Ερευνητές του Πανεπιστημίου του Μόντρεαλ, ακολούθησαν τους εφήβους καθ’ όλη την σταδιοδρομία τους στο σχολείο και διαπίστωσαν ότι ορισμένες πλατφόρμες κοινωνικών μέσων αλλά και τηλεοπτικές εκπομπές τροφοδοτούν ανασφάλειες στους νεαρούς χρήστες.
Οι έφηβοι περνούν, κατά μέσο όρο, εννέα ώρες την μέρα online και ταυτόχρονα, τα ποσοστά κατάθλιψης μεταξύ νέων ανθρώπων έχουν φτάσει σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα. Η νέα μελέτη εξέτασε ως «δυνητικό δείκτη» κατάθλιψης τις αλλαγές στον χρόνο που περνούν οι έφηβοι μπροστά στις οθόνες, χωρίς να εστιάσουν συγκεκριμένα στο είδος της οθόνης, όπως συνέβαινε με άλλες μελέτες στο παρελθόν.
Για τέσσερα χρόνια, η ερευνητική ομάδα παρακολούθησε 4.000 εφήβους ηλικίας 12 έως και 16 ετών, καθ’ όλη δηλαδή την διάρκεια του γυμνασίου. Είναι ενδιαφέρον ότι κάθε χρόνο οι έφηβοι σπαταλούσαν ολοένα και περισσότερο χρόνο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ενώ παρακολουθούσαν περισσότερες ώρες τηλεόραση απ’ ό,τι στο προηγούμενο έτος.
Μετά το πέρας κάθε έτους, εμφάνισαν επίσης, κατά μέσο όρο, περισσότερα συμπτώματα κατάθλιψης και μελαγχολίας. Ο χρόνος στα ηλεκτρονικά παιχνίδια μειώθηκε ελαφρώς χρόνο με τον χρόνο ενώ ο χρόνος μπροστά από τον υπολογιστή παρέμεινε αρκετά σταθερός.
Επίσης για κάθε ώρα που οι έφηβοι σπαταλούσαν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ή στην τηλεόραση, ανέφεραν ότι αισθάνονταν λιγότερο αισιόδοξοι και εμφανίζονταν περισσότερο μελαγχολικοί.
Οι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι αυτό συνέβαινε, πιθανόν, εξαιτίας δύο διαφορετικών λόγων. Ο χρόνος που οι έφηβοι περνούσαν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, προκαλούσε την αρνητική σύγκρισή τους με άλλους χρήστες του διαδικτύου.
Ενώ την ίδια στιγμή, τόσο τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης όσο και η τηλεόραση μεταδίδουν πληθώρα καταθλιπτικού περιεχομένου.