Η γενιά των «millenials» έχει εμφανίσει περισσότερα προβλήματα υγείας, συγκριτικά με την προηγούμενή της γενιά «X», και συγκεκριμένα υψηλότερα ποσοστά κατάθλιψης, υπερκινητικότητας, κατάχρησης ουσιών, διαβήτη τύπου 2 αλλά και νόσου του Κρόν, μεταξύ άλλων χρόνιων παθήσεων.
Η Blue Cross Blue Shield προχώρησε στην ανάλυση δεδομένων αναφορικά με 55 εκατομμύρια άτομα -ηλικίας μεταξύ 21 εως και 36 ετών, το 2017 – για να υπολογίσει συνολικά τα ποσοστά υγείας της γενιάς των millennials.
Σε γενικές γραμμές, η γενιά πήγε αρκετά καλά, κατακτώντας το 95,1%, πράγμα που σημαίνει ότι πάνω από το 95% της εν λόγω ηλικιακής ομάδας ήταν υγιές το 2017.
Όταν όμως οι ερευνητές εστίασαν στην ηλικιακή ομάδα 34-36,τους μεγαλύτερους δηλαδή millennials, βρήκαν υψηλότερα ποσοστά για τις ίδιες ακριβώς παθήσεις συγκριτικά με τις ίδιες ηλικίες της γενιάς X.
Ειδικότερα, οι millennials εμφανίζουν κατά 18% υψηλότερα ποσοστά κατάθλιψης, σύμφωνα με τη νέα μελέτη, καθώς και 12% υψηλότερα ποσοστά κατάχρησης ουσιών, από την γενιά X. Η νόσος του Κρόν καθώς και η ελκώδης κολίτιδα είναι επίσης 15% συχνότερες, μεταξύ των μεγαλύτερων millennials.
Κίνδυνος καρκίνου για τους millennials
Τα υψηλά ποσοστά εμφάνισης των φλεγμονώδων νοσημάτων του εντέρου θα πρέπει να προκαλέσουν ανησυχία τόσο στους ανθρώπους του τομέα της υγείας, όσο και στους ίδιους τους millennials καθώς αποτελούν σημαντικό κίνδυνο για την εμφάνιση καρκίνου του παχέος εντέρου μελλοντικά.
Επίσης, οι μεγαλύτεροι millennials εμφανίζουν, σύμφωνα με τα ευρήματα, 10% υψηλότερο εθισμό στο κάπνισμα, από ό,τι η γενιά X καθώς και υψηλότερη χοληστερόλη αλλά και αρτηριακή πίεση.
Υψηλή υπερκινητικότητα
Τα ποσοστά υπερκινητικότητας προκαλούν έκπληξη, καθώς ανάμεσα στους μεγαλύτερους millennials η εμφάνισή της είναι κατά 37% μεγαλύτερη, συγκριτικά με την γενιά Χ.
Η αύξηση των ποσοστών καρδιαγγειακών παθήσεων, από την άλλη, έχει ως συνέπεια την κατά 11% αύξηση των δυσμενών συνθηκών υγείας των μεγαλύτερων millennials.
Οι ενδοκρινικές παθήσεις – συμπεριλαμβανομένου του διαβήτη – είναι σήμερα κατά 15% επικρατέστερες στην ηλικία των 30. Η εν λόγω άνοδος ενδέχεται να οφείλεται, εν μέρει, στην αύξηση του ποσοστού παχυσαρκίας αλλά και στην επικρατούσα «δυτική» διατροφή, πλούσια σε γλυκά, λιπαρά και επεξεργασμένα τρόφιμα.
Οι ερευνητές εκφράζουν τη μεγάλη ανησυχία τους όχι μόνο για τις γενιές X και millennials αλλά και για εκείνη που θα ακολουθήσει.