Μία νέα έρευνα έρχεται να δώσει ελπίδα στο μεγάλο πρόβλημα της αϋπνίας που ταλαιπωρεί πολλούς ανθρώπους. Αφότου ανέλυσαν το DNA περισσότερων από 85.000 ανθρώπων, οι ερευνητές ανακάλυψαν 47 γενετικές θέσεις που καθορίζουν πόσο εύκολα κοιμόμαστε και πόση ώρα παραμένουμε ξύπνιοι. Εξ αυτών, 36 γονίδια δεν είχαν εντοπιστεί πριν και θα μπορούσαν να ‘ενημερώσουν την ανάπτυξη νέων θεραπειών που βελτιώνουν τον ύπνο μας’.
Η έρευνα διεξήχθη από το Πανεπιστήμιο του Έξετερ με επικεφαλής τον Δρα Σάμιουελ Τζόουνς, ερευνητή στο τμήμα Ιατρικής και Υγείας. Ένας από τους βασικούς συγγραφείς της έρευνας, ο Δρ. Άντριου Γουντ, είπε: ‘ξέρουμε ότι ο επαρκής ύπνος βελτιώνει την υγεία και την ευζωία μας, αλλά ακόμα δεν γνωρίζουμε πολλά για τους σωματικούς μηχανισμούς που επηρεάζουν τον ύπνο. Οι αλλαγές στην ποσότητα, ποιότητα και στο timing του ύπνου σχετίζονται σοβαρά με πολλαπλές ασθένειες, όπως ο διαβήτης, η παχυσαρκία και οι ψυχικές διαταραχές’. Οι εντοπισμός των γονιδίων πίσω από την αϋπνία θα παράσχει νέες πληροφορίες για τη ρύθμιση του ύπνου.
Αν και παλαιότερες έρευνες έχουν ασχοληθεί με το πρόβλημα, έχουν βασιστεί στις μαρτυρίες των ανθρώπων και στα συμπτώματα της αϋπνίας. Η μέτρηση των συμμετεχόντων έγινε με επιταχυνσιόμετρα που κατέγραφαν τα επίπεδα δραστηριότητας και χρησιμοποιούνται για να δείξουν το μοτίβου ύπνου. Τα αποτελέσματα αποκάλυψαν 47 γενετικές τοποθεσίες που σχετίζονται με τη διάρκεια, την ποιότητα και το συγχρονισμό του ύπνου και δεν είχαν εντοπιστεί πότε πριν. Τα γονίδια της ποιότητας σχετίζονταν με την παραγωγή της σεροτονίνης, την ορμόνη της καλής διάθεσης που συνδέεται επίσης με καλούς και ξεκούραστους ύπνους.
Στα νέα γονίδια, υπήρξε ένα με την ονομασία PDE11A, που επηρεάζει την ποιότητα και τη διάρκεια του ύπνου. Το εν λόγω γονίδιο είχε συνδεθεί παλαιότερα με νευροψυχιατρικές διαταραχές που επηρεάζουν τη διάθεση και τις κοινωνικές συμπεριφορές.