Η γενιά millennials
(ή αλλιώς generation Y) είναι
όλοι όσοι γεννήθηκαν στις αρχές της δεκαετίας του ’80 μέχρι τις αρχές της
δεκαετίας του 2000. Παρότι θεωρείται η πιο χαϊδεμένη γενιά, φαίνεται ότι
αντιμετωπίζει πιέσεις που οι προηγούμενες δεν είχαν.



Η σημερινή κοινωνία επιτάσσει στους νέους να αγωνίζονται όλο
και πιο σκληρά για να πετύχουν. Από την πλευρά τους, οι νέοι θέτουν στον εαυτό
τους όλο και πιο σουρεαλιστικές εκπαιδευτικές και επαγγελματικές προσδοκίες. Οι μη ρεαλιστικές προσδοκίες που έχουν παγιωθεί από τα μέσα
κοινωνικής δικτύωσης και οι υπερβολικές απαιτήσεις από την αγορά εργασίας
προκαλούν την πεποίθηση στους νέους ότι πρέπει να είναι τέλειοι προκειμένου να αποκτήσουν όλα όσα ονειρεύονται στη ζωή.


Μιλώντας με αριθμούς, η εμμονή των νέων με την τελειότητα
έχει πάρει τέτοιες διαστάσεις, που σύμφωνα με έρευνες έχει αυξηθεί κατά 30% σε
σχέση με τις προηγούμενες 3 γενιές.




Τι έδειξε έρευνα για τους millennials


Οι επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο Bath & York St John ανέλυσαν τα στοιχεία από
41,641 μαθητές και φοιτητές, από τον Καναδά, τις Η.ΠΑ. και τη Μεγάλη Βρετανία.
Τα πορίσματα έδειξαν ότι η εμμονή με την τελειότητα έχει αυξηθεί κατά 30%, σε
σχέση με τις αρχές των ‘80s.
Οι ερευνητές υποστηρίζουν ότι τα social media και ο σκληρός ανταγωνισμός στην
αγορά εργασίας είναι τα κύρια αίτια που έχουν πυροδοτήσει αυτήν την εμμονή.



Τα κορίτσια millennials


Όσον αφορά τα δυο φύλα, το μεγαλύτερο βάρος αισθάνονται οι
γυναίκες, αφού εκτός από τις παραπάνω προσδοκίες, έχουν στόχο να αποκτήσουν αψεγάδιαστη
εμφάνιση.


Μάλιστα, τα νέα κορίτσια αρχίζουν να νιώθουν πίεση να
φαίνονται όμορφα από την τρυφερή ηλικία των επτά ετών! Το 1/3 θεωρεί ότι η τέλεια εμφάνιση είναι το πιο σημαντικό πράγμα στη ζωή. Μία πρόσφατη έρευνα με τίτλο The Girl’s Attitudes Survey, που διεξήγαγε ο
κοινωνικός οργανισμός Girlguiding.org, στη Μεγάλη Βρετανία, έδειξε
ότι στα κορίτσια ηλικίας 7 – 21 ετών, υπάρχει πτώση της αυτοπεποίθησης, όσον
αφορά το σώμα τους. Μόνο το 61% απάντησε ικανοποιημένο με την εμφάνισή του
(όταν το 2011, στην ίδια έρευνα, το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 73%).