Ο αριθμός των γραπτών μηνυμάτων, που στέλνουν οι φοιτητές, αποτελεί έναν δείκτη για τα προβλήματα ύπνου που αντιμετωπίζουν, αναφέρει σε άρθρο του το περιοδικό «Psychology of Popular Media Culture».
Στην μελέτη, που πραγματοποίησε η καθηγήτρια ψυχολογίας Karla Murdock, εξετάστηκε η σύνδεση μεταξύ του άγχους που προκύπτει από τις διαπροσωπικές σχέσεις των φοιτητών, της συμπεριφοράς που έχουν όσον αφορά την αποστολή γραπτών μηνυμάτων και τρεις δείκτες υγείας τους: την εξάντληση, τα προβλήματα ύπνου και τη συναισθηματική ευεξία. Αν και τα αποτελέσματα της μελέτης έδειξαν ότι η επίπτωση των γραπτών μηνυμάτων στην ψυχολογική υγεία των φοιτητών εξαρτιόνταν από τα επίπεδα του στρες που ήδη βίωναν στις διαπροσωπικές τους σχέσεις, ωστόσο όσο μεγαλύτερος ήταν ο αριθμός των γραπτών μηνυμάτων τόσο χειροτέρευε η ποιότητα του ύπνου τους, ανεξάρτητα από αν προηγουμένως ήταν αγχωμένοι.
Το γεγονός αυτό μπορεί να οφείλεται στο ότι οι φοιτητές νιώθουν πιεσμένοι να απαντήσουν το συντομότερο δυνατόν στα μηνύματα που λαμβάνουν, ανεξάρτητα από το τι ώρα είναι, και στο ότι κοιμούνται με το τηλέφωνο δίπλα τους, με αποτέλεσμα να ξυπνάνε από τις ειδοποιήσεις των εισερχομένων μηνυμάτων. Το τελευταίο, μάλιστα, εύρημα ενισχύει συμπεράσματα προηγούμενων ερευνών, που συνδέουν τη χρήση κινητού τηλεφώνου με τον ύπνο κακής ποιότητας σε εφήβους.
Παράλληλα, η μελέτη διαπίστωσε ότι η συχνή ανταλλαγή μηνυμάτων έκανε τους νέους πιο ευάλωτους στο ψυχολογικό στρες των διαπροσωπικών σχέσεων. Όπως γράφει η Murdock «Τα ευρήματα παρέχουν μια πρώτη ένδειξη ότι η συχνή αποστολή μηνυμάτων μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα σε περιόδους στρες. Αν και θεωρητικά, θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι τα μηνύματα είναι ένας ακατάλληλος τρόπος επικοινωνίας για την αντιμετώπιση του άγχος στις διαπροσωπικές σχέσεις».