Οι ερευνητές μελέτησαν 976 πυρηνικές οικογένειες στις ΗΠΑ, η πλειονότητα των οποίων ανήκε στη μεσαία τάξη. Σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας, πολλοί από τους γονείς πέρασαν από τη σωματική τιμωρία στη σκληρή λεκτική πειθαρχία όταν τα παιδιά τους μπήκαν στην εφηβεία, με τα μισά σχεδόν νοικοκυριά να επιβάλλουν εξαιρετικά σκληρές μορφές πειθαρχίας.
Οι μορφές πειθαρχίας αυτού του είδους ποικίλλουν από τις φωνές ή τα ουρλιαχτά σε ένα παιδί, μέχρι τη χρήση βλασφημιών ή λέξεων που στόχο έχουν να το εξευτελίσουν.
Οι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι αν οι γονείς χρησιμοποιούν τέτοιες πρακτικές όταν το παιδί είναι 13 ετών, είναι αυξημένες οι πιθανότητες το παιδί να παρουσιάσει συναισθηματικά προβλήματα ή προβλήματα συμπεριφοράς στη μετέπειτα ζωή του.
Τα παιδιά που έχουν υποστεί τέτοια αντιμετώπιση από τους γονείς τους υποφέρουν περισσότερο από συμπτώματα κατάθλιψης στην ηλικία των 13-14 ετών συγκριτικά με παιδιά που έχουν μεγαλώσει με διαφορετικό τρόπο, ενώ παράλληλα έχουν αυξημένες πιθανότητες να αντιμετωπίσουν προβλήματα που σχετίζονται με δυσλειτουργίες στο σχολείο, κρούσματα κλοπών ή εμπλοκή σε καυγάδες.
«Η αντίληψη ότι η σκληρή πειθαρχία δεν έχει συνέπειες όταν υπάρχει δυνατός δεσμός μεταξύ γονιού και παιδιού –ότι ο έφηβος θα κατανοήσει ότι “το κάνουν γιατί με αγαπάνε”- είναι εσφαλμένη, γιατί η ζεστασιά των γονιών δεν φαίνεται να μειώνει τις επιπτώσεις της σκληρής πειθαρχίας», εξηγεί ο επίκουρος καθηγητής ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο του Pittsburgh, δρ. Ming-Te Wang και συνεχίζει: «Η σκληρή λεκτική πειθαρχία φαίνεται να είναι επιβλαβής υπό οποιεσδήποτε συνθήκες».
Ο δρ. Wang πιστεύει ότι τα ευρήματα της έρευνας θα μπορούσαν να επηρεάσουν μελλοντικά προγράμματα για γονείς και να ενθαρρύνουν εναλλακτικές μεθόδους τιμωρίας που να μην περιλαμβάνουν φωνές και προσβολές.