Oι τηλεοράσεις, τα ραδιόφωνα, τα περιοδικά, οι εφημερίδες και βέβαια το Διαδίκτυο βρίθουν ειδήσεων που χαλάνε τη διάθεσή μας. Βομβαρδιζόμαστε από παντός είδους αρνητικές πληροφορίες, και όσο κι αν προσπαθούμε να τους αντισταθούμε, σίγουρα θα καταφέρουν να μας επηρεάσουν, να μας στενοχωρήσουν, ακόμα και να μας τρομοκρατήσουν. Γιατί, όμως, μας συμβαίνει αυτό; Πόσο πιθανώς κινδυνεύουμε; Και, βέβαια, πώς μπορούμε να αντιμετωπίσουμε την τρομοκρατία της πληροφορίας;
Γιατί δεν μπορούμε να ζήσουμε χωρίς πληροφόρηση; |
Επειδή:
>Οι άνθρωποι έχουμε από τη φύση μας μια έμφυτη περιέργεια, συχνά μάλιστα και νοσηρή, για όσα συμβαίνουν.
>Για να επιβιώσουμε, χρειάζεται να έχουμε πρόσβαση στις πληροφορίες, καθώς βέβαια και να διαθέτουμε τα μέσα για να αντιμετωπίσουμε τον πιθανό κίνδυνο για τον οποίο πληροφορούμαστε. Πριν να δημιουργηθούν τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, χτυπούσε η καμπάνα της εκκλησίας του χωριού για να προειδοποιήσει τους κατοίκους του για έναν πιθανό κίνδυνο, κι εκείνοι συγκεντρώνονταν στην πλατεία ή έτρεχαν στα καταφύγια για να προστατευτούν. Το πρόβλημα σήμερα είναι ότι ενώ κάθε στιγμή υπάρχει πληθώρα καταστροφικών πληροφοριών, δυστυχώς δεν έχουμε πια καταφύγια… Από την άλλη πλευρά, συνήθως οι πληροφορίες που μας βομβαρδίζουν δεν έχουν σκοπό να μας προειδοποιήσουν, αλλά αντίθετα να περιγράψουν μια καταστροφή, χωρίς βέβαια να έχουν να προτείνουν κάποια λύση. Επιπλέον, μιλάνε για έναν κίνδυνο αόρατο και αόριστο, με αποτέλεσμα όλοι εμείς που τις λαμβάνουμε όχι μόνο να μην ξέρουμε τι θα πρέπει να κάνουμε, αλλά ούτε καν από τι μπορεί να κινδυνεύουμε. Έτσι, μπορεί να γίνουν «τοξικές» και να αποτελέσουν την αιτία ενός συνεχούς στρες, που μπορεί να είναι πηγή άγχους και απαισιοδοξίας.
>Είμαστε εξαρτημένοι από την πληροφόρηση είτε επειδή τη χρειαζόμαστε για τη δουλειά μας είτε -και αυτό είναι το συχνότερο- επειδή έτσι έχουμε συνηθίσει και θεωρούμε ότι δεν μπορούμε να ζήσουμε χωρίς αυτήν.
Πόσο κινδυνεύουμε |
Αν και έχουμε συνηθίσει να θεωρούμε την πληροφορία πολύ σημαντική, η υπερβολική πληροφόρηση μπορεί να μας δημιουργήσει προβλήματα στο να παίρνουμε αποφάσεις, στη μνήμη, στην ικανότητά μας να μαθαίνουμε, αλλά και στο να νιώθουμε καλά. Πρόκειται για το Σύνδρομο Χρόνιας Κόπωσης από τις Πληροφορίες («Information Fatigue Syndrome»), έναν όρο που εισήγαγε ο ψυχολόγος David Lewis για να περιγράψει το πώς μπορεί να νιώθει κάποιος που εκτίθεται συνέχεια σε πληροφορίες. Αυτό που συμβαίνει είναι ότι ο εγκέφαλος, όταν βομβαρδίζεται ασταμάτητα από πληροφορίες -πόσο δε μάλλον όταν αυτές είναι αρνητικές-, κουράζεται και τότε δημιουργείται πρόβλημα στη λήψη αποφάσεων, δυσκολία στη μνήμη και τη συγκέντρωση. Παράλληλα, ο μεγάλος όγκος αρνητικών πληροφοριών, μέσω του συνεχούς στρες στο οποίο μας υποβάλλει, μπορεί να επηρεάσει και την υγεία μας και να προκαλέσει ακόμα και υψηλή αρτηριακή πίεση, στομαχικά και γαστρεντερικά προβλήματα, πονοκεφάλους, μυϊκούς πόνους, εκνευρισμό, θυμό και προβλήματα στον ύπνο, τη μνήμη, τη συγκέντρωση και την όραση. Ας μην ξεχνάμε βέβαια και το αίσθημα της ματαιότητας, που μπορεί να οδηγήσει σε μελαγχολία ή και κατάθλιψη και το οποίο συχνά μας προκαλούν όλες αυτές οι αρνητικές πληροφορίες, αφού δεν είναι απίθανο να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε: «Δεν έχει νόημα να κάνω τίποτε, ούτε να προσπαθώ, αφού ούτως ή άλλως όλα γύρω μου θα καταστραφούν».
Πώς θα προστατευτούμε |
Ένα βασικό πρόβλημα που μπορεί να αντιμετωπίσουμε όταν βομβαρδιζόμαστε από πληθώρα πληροφοριών -κυρίως όταν ψάχνουμε στο Διαδίκτυο- είναι ότι δυσκολευόμαστε να ξεχωρίσουμε τις έγκυρες, τις αξιόπιστες, τις πραγματικές. Αυτό συμβαίνει τόσο επειδή δεν υπάρχουν τα τεχνικά μέσα (π.χ. κάποιο πρόγραμμα στον υπολογιστή που θα μπορούσε να φιλτράρει τις αξιόπιστες πληροφορίες για εμάς), όσο και επειδή, λόγω έλλειψης σχετικής παιδείας, οι περισσότεροι δεν έχουμε ακόμα εκπαιδευτεί ώστε να γνωρίζουμε πώς να αναζητήσουμε ή να επιλέξουμε τις πλέον έγκυρες πληροφορίες. Άλλωστε, οι πληροφορίες πάντα -πριν ξεκινήσει η μεγάλη ανάπτυξη του Διαδικτύου- φιλτράρονταν (καλώς ή κακώς) από διάφορους φορείς πριν φτάσουν στο κοινό – από τους επιστήμονες, τους πολιτικούς, την εκκλησία… Η λύση, λοιπόν, είναι να αποφεύγουμε να ακούμε και να διαβάζουμε και φυσικά να πιστεύουμε όλα όσα παρουσιάζονται στην τηλεόραση ή δημοσιεύονται στο Διαδίκτυο. Επίσης, σημαντικό είναι να επιλέξουμε -με βάση την αξιοπιστία τους- 2 με 3 βασικές πηγές μέσω των οποίων θα πληροφορούμαστε, όπως για παράδειγμα 1 ή 2 εφημερίδες, σοβαρές ιστοσελίδες, κανάλια και ραδιοφωνικούς σταθμούς.
Επιπλέον, ακόμα κι αν αυτό μας φαίνεται κατ’ αρχάς δύσκολο, θα μας βοηθήσει πολύ να προσπαθήσουμε να αποφεύγουμε τις «τοξικές» πληροφορίες και κατ’ επέκταση τους «τοξικούς» ανθρώπους (που συνέχεια μιλάνε για προβλήματα, θανάτους, αρρώστιες…). Σημαντικό είναι, βέβαια, να προσπαθούμε κι εμείς να μη γινόμαστε «τοξικοί» ανακυκλώνοντας διάφορα δυσάρεστα νέα, αλλά να επικοινωνούμε κυρίως τα θετικά. Μάλιστα, υπάρχει μια νέα τάση που ονομάζεται ψυχολογία των θετικών συναισθημάτων, όπου αναφέρουμε και βιώνουμε μόνο τα θετικά μας συναισθήματα, καθώς θεωρείται ότι η αναμόχλευση των θετικών ή αντίστοιχα των αρνητικών συναισθημάτων αυξάνει την έντασή τους.
Στρατηγικές για να «επιβιώσουμε» |
>Κλείνουμε την τηλεόραση, το Διαδίκτυο, το κινητό όταν νιώθουμε ότι έχουμε υπερπληροφορηθεί.
>Σταματάμε να διαβάζουμε συνεχώς ενημερωτικά e-mails, newsletters κ.λπ.
>Παίρνουμε κατά καιρούς λίγες διακοπές από τη συνεχή ενημέρωση.
>Αποφασίζουμε εκ των προτέρων πόση ώρα θα αφιερώνουμε καθημερινά στην ενημέρωσή μας.
>Ενημερωνόμαστε και εκπαιδευόμαστε σχετικά με το πώς μπορούμε να ψάχνουμε στο Διαδίκτυο, ώστε να επιλέγουμε αξιόπιστες και έγκυρες πηγές.
>Επιβεβαιώνουμε τις πληροφορίες πριν τις πιστέψουμε και κυρίως πριν μας καταβάλουν.
>Αποφεύγουμε, όταν ψάχνουμε στο Διαδίκτυο, να μπαίνουμε σε links. Μένουμε μόνο στα όσα είχαμε αποφασίσει από την αρχή να ψάξουμε και να διαβάσουμε.
>Προσπαθούμε να μην ανακυκλώνουμε τις ίδιες πληροφορίες σε πολλούς ανθρώπους και μέσα (π.χ. μέσω τηλεφώνου, φαξ, e-mail κ.λπ.).
>Ψάχνουμε να βρίσκουμε απτές, επιστημονικές αποδείξεις για τα όσα ακούμε και διαβάζουμε.
>Ακόμα κι όταν υπάρχουν επιβεβαιωμένες αρνητικές πληροφορίες, χρειάζεται να προσπαθήσουμε να τις αντιμετωπίσουμε με αισιοδοξία. Αν πράγματι μας αφορούν και μας προκαλούν κάποιο συγκεκριμένο πρόβλημα, τότε χρειάζεται να προσπαθήσουμε να το ορίσουμε, ώστε στη συνέχεια να μπορέσουμε να το λύσουμε. Δεν πρέπει όμως και δεν μπορούμε να προσπαθούμε να λύσουμε υποθετικά ένα πρόβλημα που δεν έχουμε ακόμα αντιμετωπίσει. Παλιά λέγανε «Ποτέ μην ανασκουμπώνεσαι πριν μπεις στο ποτάμι» και αυτό θα πρέπει να το εφαρμόζουμε κι εμείς. Πριν προκύψει το πρόβλημα, δεν γνωρίζουμε τις παραμέτρους του και προσπαθούμε να το αντιμετωπίσουμε με τη φαντασία μας. Η φαντασία όμως διαφέρει από την πραγματικότητα.
ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΤΟ δρ. ΓΙΩΡΓΟ ΦΡΙΓΚΑ, επικοινωνιολόγο, και την κ. ΠΑΝΩΡΑΙΑ ΑΝΔΡΙΟΠΟΥΛΟΥ, ψυχολόγο-γνωσιακή συμπεριφορική ψυχοθεραπεύτρια και υποψήφια διδάκτορα στο Πανεπιστήμιο της Κρήτης.