«Διαλέξαμε… τις πιο ωραίες ιστορίες και τα πιο ωραία ποιήματα που βρήκαμε και φτιάξαμε για σένα αυτό το βιβλίο. Ακριβώς όπως διαλέγεις κι εσύ λουλούδια στον κήπο και φτιάχνεις μια ανθοδέσμη. Γι’ αυτό το βιβλίο μας το είπαμε Α ν θ ο λ ό γ ι ο» – έτσι ερμηνευόταν η επιλογή της ονομασίας του βιβλίου, το οποίο εισήχθη στα σχολεία το 1975, στον πρόλογο του πρώτου μέρους του (απευθυνόταν στα παιδιά της Α΄ και Β΄ τάξης του Δημοτικού και κυκλοφόρησε μαζί με ΤΟ ΒΗΜΑ την προηγούμενη Κυριακή 25/9/2016).
Στον πρόλογο του δεύτερου μέρους του Ανθολογίου (απευθυνόταν στους μαθητές της Γ΄ και Δ΄ τάξης του Δημοτικού) επισημαίνεται ότι το βιβλίο περιλαμβάνει «διαλεγμένα κομμάτια απ’ το θησαυρό της λογοτεχνίας». Οι δε συγγραφείς ορίζονται ως άνθρωποι που «έχουν το χάρισμα της φαντασίας» – και «όλοι τους πάντως ήταν και οι ίδιοι κάποτε παιδιά», άρα διαθέτουν κοινές εμπειρίες με τους μικρούς αναγνώστες τους. Παρατηρούμε εδώ πως η συντακτική επιτροπή του Ανθολογίου (επόπτες της οποίας ήταν ο καθηγητής της Νεότερης Ελληνικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Γ. Π. Σαββίδης και ο −μετέπειτα πρώτος Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας− Μιχαήλ Στασινόπουλος) επεδίωκε οι μαθητές να θεωρήσουν τους συγγραφείς και τα κείμενά τους κάτι εντός του κόσμου τους και επιχειρούσε να υπογραμμίσει τον απολαυστικό χαρακτήρα της ανάγνωσης, βγάζοντας έτσι τη λογοτεχνία από το κάδρο του υποχρεωτικού διαβάσματος, της άνοστης και αδιάφορης πληροφορίας ή και γνώσης.
Για τα πρωτάκια και τα δευτεράκια του δημοτικού σχολείου, λοιπόν, προτεραιότητα δινόταν στη βιωματική διάσταση της λογοτεχνίας: «μπορεί να σε κάνει να γελάσεις, να διασκεδάσεις, ίσως και να νιώσεις στην καρδιά μια μικρή λύπη, αλλά και η λύπη αυτή θα μοιάζει με χαρά». Για τα δε μεγαλύτερα παιδιά μεγάλη σημασία αποδιδόταν στην αγάπη για το βιβλίο χάρη σε κείμενα διατυπωμένα «με ζωντανό και ευχάριστο τρόπο».
Αυτή ακριβώς υπήρξε εξάλλου η καινοτομία του Ανθολογίου, το οποίο εισήχθη στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση το 1975 και δεν αντικαταστάθηκε παρά το 2006: φιλοδοξούσε να προσφέρει στον μαθητή τη δυνατότητα να ανακαλύψει πόσο δημιουργική ενασχόληση είναι η ανάγνωση, τόσο στο σχολείο όσο και στον ελεύθερο χρόνο του. Να δημιουργήσει, έτσι, μικρούς αναγνώστες, παιδιά δηλαδή που θα είναι σε θέση να απολαύσουν ενεργητικά (και όχι να «διδαχθούν») τη λογοτεχνία και δι’ αυτής της οδού να μάθουν (ει δυνατόν, διά βίου) να την αξιοποιούν ως το βιωματικό μορφωτικό αγαθό που συμβάλλει στη γλωσσική και συναισθηματική καλλιέργεια, στην ανάπτυξη της φαντασίας και της κριτικής σκέψης, στην κατανόηση της ανθρώπινης φύσης και του κόσμου που μας περιβάλλει, στην αυτογνωσία, στη διεύρυνση των πνευματικών οριζόντων – εντέλει, και με μία λέξη, στον πολιτισμό.
Στο δεύτερο μέρος του Ανθολογίου, παρουσιάζονται αξιανάγνωστα κείμενα σημαντικών εκπροσώπων της νεοελληνικής λογοτεχνίας, τα οποία, μεταξύ άλλων και με τη «σειρά εμφάνισής» τους, υπογράφουν η Ρένα Καρθαίου, ο Βασίλης Ρώτας, ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου, ο Κώστας Βάρναλης, ο Γεώργιος Δροσίνης, ο Τέλλος Άγρας, ο Κ. Γ. Καρυωτάκης, ο Γρηγόριος Ξενόπουλος, ο Αλέξανδρος Πάλλης, ο Δημήτρης Ψαθάς, ο Ευγένιος Σπαθάρης, η Ρίτα Μπούμη-Παπά, η Αγγελική Βαρελλά, η Πηνελόπη Δέλτα, ο Παντελής Πρεβελάκης, ο Ανδρέας Καρκαβίτσας, ο Παντελής Καλιότσος, ο Τάκης Χατζηαναγνώστου, ο Γεώργιος Βιζυηνός, ο Στράτης Μυριβήλης, ο Διονύσιος Σολωμός κ.ά. Τα έντεχνα αυτά κείμενα συνδυάζονται αριστοτεχνικά με δημοτικά τραγούδια, γλωσσοδέτες και μαντέματα, λαϊκά παραμύθια και παραδόσεις, με το τελικό αποτέλεσμα να διεκδικεί την αναγνώριση της αισθητικής του αξίας, την οποία επιπλέον υπηρετούν τα αρχιγράμματα και τα διακοσμητικά σχέδια του πολυβραβευμένου ζωγράφου και χαράκτη Γιώργη Βαρλάμου (1922-1913).
Εν κατακλείδι, ο σκοπός της επανέκδοσης και της υπενθύμισης σήμερα του Ανθολογίου που παρέμεινε στο ελληνικό σχολείο από το 1975 έως το 2006 συμπυκνώνεται ίσως σε ένα δίστιχο του ποιήματος της Ρίτας Μπούμη-Παπά «Ο θαλασσοπόρος» που περιλαμβάνεται στο Ανθολόγιο:
Καθισμένος πλάι σε μια γλάστρα δυόσμο
δέκα χρόνων πλοίαρχος γνώρισα τον κόσμο!
Ας θυμηθούμε οι ενήλικες το παιδί που υπήρξαμε ως πηγή από όπου θα αντλήσουμε δύναμη και αντοχή, ας μάθουμε στα παιδιά μας ότι η ζωή είναι ωραία όταν μπορείς να γνωρίσεις τον κόσμο βουλιαγμένος στην πολυθρόνα σου, ξαπλωμένος στο κρεβάτι σου, καθισμένος οπουδήποτε υπάρχει φως. Ότι, έτσι, επιβεβαιώνεται ο Χόρχε Λουίς Μπόρχες που φανταζόταν τον παράδεισο σαν ένα είδος βιβλιοθήκης. Ας τους μάθουμε ότι η ρήση του Γκυστάβ Φλωμπέρ «Διάβαζε για να ζήσεις» είναι το σύνθημα που αξίζει να υιοθετήσουμε για μια ζωή μεγάλων οριζόντων.