«Φτύσε παιδί μου πια αυτήν την τσίχλα, πάμε στον νονό σου.» «Και γιατί να τη φτύσω;» «Επειδή μπροστά στους μεγάλους δεν μασάμε τσίχλα» «Μα εμένα δεν είναι μεγάλος είναι νονός μου». Ο διάλογος γίνεται μεταξύ της υπογράφουσας και της μαμάς της πριν πολλά χρόνια στο πεζοδρόμιο της Βασιλίσσης Σοφίας. Στα χέρια κρατάμε ένα κουτί με μαρόν γλασέ και σπιτική σπανακόπιτα φαντάζομαι. Δεν το θυμάμαι αλλά είμαι σίγουρη, ήταν από τα αγαπημένα του. Μου αγόραζε κοσμήματα – γιατί του άρεσαν τα κοσμήματα έλεγε η μαμά μου – και μία barbie από την Αμερική, που με είχε πραγματικά ενθουσιάσει. Αργότερα έμαθα ότι είναι διάσημος. Ότι είναι σημαντικός το ήξερα, γιατί όλοι έλεγαν πως είχε μάθει αγγλικά σε λίγους μήνες, πως έγινε καθηγητής τόσο νέος, πως τον ξεχώρισαν επειδή ήταν καλός και στα μαθηματικά και ασχολήθηκε με την επιδημιολογία. Μέσα στο σπίτι μας δεν κάπνιζε ποτέ κανένας καλεσμένος, ακόμα και τη δεκαετία του ’80, που κάτι τέτοιο θεωρείτο γραφικό, γιατί ο νονός μου είχε ανακαλύψει το παθητικό κάπνισμα… Ο νονός μου που τον θυμάμαι ελάχιστα – ακόμα κι όταν ήμουν εγώ μικρή κι εκείνος νέος – κάπου αλλού εκτός από το γραφείο του (κάποιο από τα γραφεία του). Ο νονός μου που ήξερε τα πάντα. Ό,τι κι αν μας απασχολούσε τον έπαιρνα τηλέφωνο ή του έστελνα μέιλ. Μου έλεγε θα το σκεφτώ ή θα το ψάξω και θα σου απαντήσω. Και πάντα μου απαντούσε με ακρίβεια και σιγουριά ακόμα και για τα πιο δύσκολα και για τα πιο ειδικά ιατρικά ζητήματα.. Ο νονός μου που θα του έστελνα μέιλ σε λίγες μέρες με καμιά φωτογραφία των παιδιών και με ευχές για τα γενέθλιά του… Θα μου απαντούσε ότι είναι τα ωραιότερα παιδιά του κόσμου. Γιατί εκτός από έξυπνος, από σημαντικός επιστήμονας, από καλός ερευνητής, από γιατρός με τρομερό ένστικτο ήταν και πολύ τρυφερός και γλυκός άνθρωπος.
Το ποιος ήταν σίγουρα το διαβάσατε παντού και πιθανότατα το γνωρίζετε ήδη γιατί ήταν γνωστός και αγαπητός στους περισσότερους Έλληνες.
Η συνέντευξη που ακολουθεί – αν και παλαιότερη – θεωρώ είναι από τις πιο χαρακτηριστικές όσον αφορά στα όσα πίστευε και προσπαθούσε να επικοινωνήσει στον κόσμο. Το ευχάριστο και το παρήγορο είναι ότι σε μεγάλο βαθμό τα κατάφερε. Πλέον το να μην καπνίζουμε μέσα στο σπίτι μας ή σε κλειστούς χώρους δεν θεωρείται γραφικό, θεωρείται αυτονόητο, ως ένα μεγάλο βαθμό χάρη σε εκείνον.
Συνέντευξη με τον Δημήτρη Τριχόπουλο