Στο πλαίσιο της έρευνας, που έγινε με στόχο να μελετηθούν οι επιπτώσεις που έχουν τα συγκεκριμένα βραχιόλια, εξετάστηκαν 70 ασθενείς με έξαρση των συμπτωμάτων της ρευματοειδούς αρθρίτιδας. Οι συμμετέχοντες χρειάστηκε να φορέσουν τέσσερις διαφορετικές συσκευές για τουλάχιστον 5 μήνες την καθεμία. Μάλιστα, κάθε φορά που έπρεπε να αλλάξουν συσκευή, οι ασθενείς έδιναν δείγματα αίματος, ώστε να παρατηρηθούν τυχόν αλλαγές.
Τα αποτελέσματα της μελέτης, η οποία δημοσιεύθηκε στο περιοδικό PLOS ONE, έδειξαν ότι τόσο τα μαγνητικά όσο και τα χάλκινα βραχιόλια δεν παρουσίασαν αξιοσημείωτα θεραπευτικά αποτελέσματα, με εξαίρεση κάποια εικονικά βραχιόλια (placebo), τα οποία όμως δεν ήταν ούτε μαγνητικά ούτε περιείχαν χαλκό.
Ο δρ Stewart Richmond, ερευνητής από το Τμήμα Επιστημών Υγείας του Πανεπιστημίου York και επικεφαλής της έρευνας, τόνισε: «Είναι κρίμα που αυτές οι συσκευές δεν φαίνεται να έχουν κανένα πραγματικό όφελος. Όσοι υποφέρουν από ρευματοειδή αρθρίτιδα είναι προτιμότερο να δαπανούν χρήματα για άλλες συμπληρωματικές θεραπευτικές μεθόδους. Για παράδειγμα η διατροφή με ω-3 λιπαρά είναι αποδεδειγμένα αποτελεσματική. Οι ασθενείς πρέπει να συμβουλευθούν τον γιατρό τους και να επιδιώξουν έγκαιρα ιατρική θεραπεία, ώστε να αποφευχθούν οι βλάβες που προκαλούνται στις αρθρώσεις από την ανεξέλεγκτη φλεγμονή».
Αναφορικά με όσους πιστεύουν ότι τα βραχιόλια τους έχουν ωφελήσει, ο δρ Richmond εξηγεί: «Αυτό συμβαίνει κυρίως για δύο λόγους. Πρώτον, τα βραχιόλια αυτά έχουν την ίδια επίδραση με το φαινόμενο placebo, όπου ο ασθενής παρουσιάζει βελτίωση χωρίς να του παρέχεται πραγματική θεραπεία. Δεύτερον, οι άνθρωποι συνήθως τα φορούν όταν τα συμπτώματα της ασθένειας είναι έντονα. Παρότι αυτά υποχωρούν από μόνα τους με την πάροδο του χρόνου, οι περισσότεροι πιστεύουν ότι η βελτίωση οφείλεται στα βραχιόλια».
Η θεραπεία με τα βραχιόλια άρχισε να γίνεται δημοφιλής τη δεκαετία του 1970. Εκτιμάται ότι οι πωλήσεις τους σε παγκόσμιο επίπεδο ξεπερνούν το 1 δισ. δολάρια.