Η μάχη με τα περιττά κιλά αφορά δυστυχώς, ολοένα και περισσότερα παιδιά. Σήμερα δυο στα πέντε παιδιά είναι υπέρβαρα ή παχύσαρκα και οι γονείς συχνά απελπίζονται στην προσπάθειά τους να τα βοηθήσουν να χάσουν βάρος. Στην προσπάθειά τους αυτή τα συμπεράσματα ορισμένων ερευνών μπορεί να τους φανούν χρήσιμα, ιδιαίτερα όταν αφορούν παιδιά που ζουν σε μεσογειακές χώρες. Σ’ αυτή την κατηγορία ανήκει και η μεταανάλυση έντεκα ερευνών σε σύνολο 19.000 παιδιών και εφήβων που δημοσιεύθηκε στο Pediatrics, το πλέον έγκριτο επιστημονικό περιοδικό στην παιδιατρική. Η ελληνίδα ερευνήτρια κ. Μαίρη Γιαννακούλια επίκουρη καθηγήτρια στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο συμμετείχε στη μεταανάλυση με θέμα τη συχνότητα των γευμάτων και μας εξηγεί τη σημασία των συμπερασμάτων της, καθώς και με ποιους άλλους τρόπους οι γονείς μπορούν να βοηθήσουν τα παιδιά να τρέφονται σωστά.
Κ. Γιαννακούλια τι ρόλο παίζει η συχνότητα των γευμάτων στο βάρος του παιδιού;
Σύμφωνα με τη μετανάλυση μας φάνηκε ότι τα παιδιά και οι έφηβοι που καταναλώνουν καθημερινά μεγαλύτερο αριθμό γευμάτων έχουν μικρότερες πιθανότητες να είναι υπέρβαροι ή παχύσαρκοι, σε σύγκριση με εκείνους που καταναλώνουν μικρότερο αριθμό γευμάτων.
Πόσα γεύματα θεωρούνται πολλά και πόσα λίγα;
Οι μελέτες που εξετάσαμε δεν αναφέρονται σε κάποιο συγκεκριμένο αριθμό γευμάτων. Παρ’ όλα αυτά, από άλλα δεδομένα φαίνεται ότι ικανοποιητικός αριθμός γευμάτων είναι αυτός που ξεπερνά τα τρία ή τέσσερα την ημέρα.
Τι εννοούμε με τον όρο γεύματα;
Ως γεύματα θεωρούνται και τα κύρια γεύματα και τα σνακ. Επομένως θα θέλαμε ιδανικά ένα παιδί και ένας έφηβος να έχουν τουλάχιστον τρία κύρια γεύματα και τουλάχιστον δυο με τρία σνακ την ημέρα. Συνολικά περί τα πέντε ή έξι γεύματα την ημέρα.
Μέρος των γευμάτων αυτών γνωρίζουμε ότι πρέπει να είναι τα φρούτα και λαχανικά. Πώς μπορούν οι γονείς να τα εντάξουν στη διατροφή των παιδιών τους;
H σχέση του αριθμού των γευμάτων με το σωματικό βάρος αφορά κυρίως την ποιότητα των σνακ. Προς αυτή την κατεύθυνση τα φρούτα είναι η καλύτερη επιλογή. Θα θέλαμε ιδανικά τα περισσότερα σνακ να είναι φρούτα και μάλιστα ολόκληρα επειδή έτσι προσλαμβάνονται και οι φυτικές ίνες. Υπάρχουν πολλοί τρόποι για να εντάξουν οι γονείς τα φρούτα στο διαιτολόγιο του παιδιού. Τα φρούτα έχουν το πλεονέκτημα ότι είναι γλυκά σε σύγκριση με τα λαχανικά τα οποία πικρίζουν, οπότε και είναι αναμενόμενο να μην ενθουσιάζουν τα παιδιά. Επομένως μπορούμε να δίνουμε στο παιδί τα φρούτα που του αρέσουν – συνήθως είναι η μπανάνα, το μήλο και το αχλάδι – και σιγά σιγά να εντάσσουμε και άλλα φρούτα όπως φράουλες, κεράσια, βερίκοκα. Μπορούμε ακόμη να δίνουμε και δυο μπανάνες την ημέρα στο παιδί – δεν υπάρχουν «καλύτερα» και «χειρότερα» φρούτα.
Τα παιδιά αγαπούν τις αλλαγές;
Τα περισσότερα παιδιά είναι νεοφοβικά οπότε όταν οι γονείς εντάξουν το νέο τρόφιμο στη διατροφή τους, αυτά μάλλον θα το απορρίψουν και οι γονείς θα πρέπει να προσπαθήσουν ξανά. Όλη η διαδικασία της εισαγωγής και της απόρριψης ενός νέου τροφίμου μπορεί να επαναληφθεί ακόμη και είκοσι φορές μέχρι ένα παιδί να δοκιμάσει αρχικά και, αρκετές φορές ακόμα, πριν τελικά να αποδεχθεί ένα καινούργιο φρούτο και τρόφιμο, γενικότερα.
Τα παιδιά συνήθως προτιμούν τα «κακά» σνακ. Πώς μπορούν οι γονείς να τα καθοδηγήσουν σωστά στις επιλογές τους;
Καταρχάς χρειάζεται υπομονή και χαλαρή διάθεση από μέρους των γονιών. Είναι φυσιολογικό και αναμενόμενο το παιδί να προτιμά τις γλυκές αλλά και τις αλμυρές γεύσεις, για τις οποίες μάλιστα υπάρχει ένα γενετικό υπόβαθρο που μας οδηγεί να τις προτιμούμε. Όλα όμως σχετίζονται με το συνολικό διαιτολόγιο του παιδιού. Αν το παιδί τρώει ποικιλία τροφίμων, έχει επαρκή σωματική δραστηριότητα και κανονικό βάρος, τότε δεν πειράζει να φάει και δυο παγωτά παραπάνω. Το πρόβλημα ξεκινά όταν τα τρόφιμα με πολύ λίπος και ζάχαρη αποτελούν τη βάση της διατροφής των παιδιών, υποκαθιστώντας άλλα τρόφιμα ή όταν το βάρος του παιδιού είναι άνω του φυσιολογικού.
Τι συμβουλεύετε τους γονείς που έχουν ένα παιδί με παραπανίσιο βάρος;
Ένα παιδί έχει παραπάνω κιλά επειδή τρώει περισσότερο από αυτό που δαπανά. Οπότε οι γονείς πρέπει να εστιάσουν στο φαγητό που καταναλώνει το παιδί, αλλά και στην άσκηση που αυτό κάνει. Φαίνεται πλέον ότι τα παχύσαρκα παιδιά δεν τρώνε πολύ περισσότερο από τα παιδιά φυσιολογικού βάρους, αλλά κινούνται πολύ λιγότερο. Άρα λοιπόν, οι γονείς πρέπει να φροντίσουν ώστε να υπάρχουν στο σπίτι διαθέσιμα φρούτα, λαχανικά και δημητριακά ολικής άλεσης, να μειώσουν την πρόσβαση του παιδιού στα υπόλοιπα τρόφιμα, αλλά και να εμπλέκονται ενεργά οι ίδιοι στην αύξησης της δραστηριότητας του παιδιού, αφιερώνοντας χρόνο στην αύξηση της κίνησης του παιδιού και λειτουργώντας οι ίδιοι σαν πρότυπο. Επίσης οι γονείς δεν πρέπει να απαγορεύουν τρόφιμα, ούτε να χρησιμοποιούν την απαγόρευση τροφίμων ως μέθοδο τιμωρίας.
Με δεδομένο ότι πολλοί γονείς εργάζονται και δεν έχουν χρόνο, πώς θα μπορούσαν να εμπλακούν περισσότερο στη φροντίδα της διατροφής του παιδιού;
Κοιτάξτε, οι γυναίκες εργάζονταν και παλαιότερα, χωρίς να υπάρχει ζήτημα παιδικής παχυσαρκίας. Επομένως το πρόβλημα σήμερα δεν οφείλεται στην εργασία της μητέρας, αλλά στο γενικότερο πλαίσιο των συνθηκών. Οι γονείς λοιπόν πρέπει να πάρουν μια ανάσα και να αναλογιστούν αν θέλουν να προστατέψουν ενεργά το παιδί από τις σημερινές συνθήκες που επηρεάζουν το βάρος του. Πρακτικά θα πρέπει να μετριαστεί η πρόσβασή του παιδιού στην οθόνη της τηλεόρασης και του υπολογιστή και παράλληλα να αυξηθεί η κινητικότητά του. Επίσης ίσως χρειαστεί ένας καλύτερος προγραμματισμός από το Σαββατοκύριακο, για τα γεύματα της εβδομάδας, αλλά και για τα σνακ αλλά και τις δραστηριότητες που θα είναι διαθέσιμες για το παιδί στη διάρκεια της εβδομάδας.
Όταν το πρόβλημα βάρους αφορά το ένα από τα δύο παιδιά στην οικογένεια, πώς συμβουλεύετε τους γονείς να αντιδράσουν;
Χρειάζεται, και πάλι, ηρεμία και χαλαρότητα. Ο πανικός δεν είναι καλός σύμβουλος. Ένα σφάλμα που θα πρέπει να αποφύγουν οι γονείς είναι η σύγκριση ανάμεσα στα δυο παιδιά. Επίσης να θυμούνται ότι οι αρχές της ισορροπημένης διατροφής είναι ίδιες είτε πρόκειται για ένα αδύνατο, είτε για ένα υπέρβαρο παιδί. Η εμπειρία μας έχει δείξει ότι συχνά το πρωτότοκο παιδί έχει πρόβλημα περιττού βάρους σε σύγκριση με το δευτερότοκο και παρότι δεν υπάρχουν εμπεριστατωμένες σχετικές έρευνες, μιλώντας με τους γονείς διαπιστώνουμε ότι αναφέρουν πως το πρόβλημα ξεκίνησε όταν ήρθε το αδελφάκι στην οικογένεια. Καλό είναι να θυμόμαστε ότι τα παιδιά δεν έχουν και πολλούς τρόπους να αντιδράσουν και να δηλώσουν την ταυτότητά τους. Το φαγητό είναι ένας από αυτούς και τον χρησιμοποιούν είτε για να δηλώσουν τη διαφωνία τους με την οικογένεια, είτε το θυμό ή την αγάπη τους. Ας μην ξεχνάμε επίσης ότι εμείς οι ίδιοι του δείχνουμε ότι το φαγητό είναι «μέσο» αγάπης όταν π.χ. τους παίρνουμε παγωτό ή σοκολάτα ως ανταμοιβή για την συμπεριφορά τους.