Τα μάτια στους ανθρώπους και τα παράθυρα στα σπίτια κλέβουν την εντύπωση, προσελκύοντας το βλέμμα των άλλων σε μια πρώτη γνωριμία. Από τα μεγάλα μακρόστενα παράθυρα των παλιών κηφισιώτικων αρχοντικών μέχρι τα αναπάντεχα μικρά παράθυρα στις προσόψεις των κτιρίων της Λισαβόνας, στο μυαλό μου υπάρχει μια συλλογή ολόκληρη από παράθυρα που έχω δει και έχω συγκρατήσει τα χαρακτηριστικά τους. Ίσως θα μπορούσε να γίνει μια μικρή εργασία για το τι ρόλο κατά καιρούς έδιναν στα παράθυρα οι διάφοροι αρχιτέκτονες. Ένα παράδειγμα που πάντα θα θυμάμαι είναι το σπίτι γνωστού αρχιτέκτονα στην Αίγινα. Χτισμένο στην κορυφή ενός λόφου, το καλοκαίρι, ανοίγοντας εμπρός και πίσω όσα ανοίγματα διαθέτει, σχεδόν χάνει την αίσθηση της κατοικίας, καθώς μεταβάλλεται σε ένα απλό διαμπερές κέλυφος όπου ο αέρας κυκλοφορεί ελεύθερα από τη μια πλευρά στην άλλη. Έτσι καταλαβαίνεις ότι με όλα αυτά τα ανοίγματα σε ένα σπίτι -που το χειμώνα πρέπει κυριολεκτικά να σφραγίζονται-, το καλοκαίρι πρέπει να γίνει κάτι εντελώς διαφορετικό: Να εξαφανίζονται όσο το δυνατόν τα τζάμια και ο κατοικήσιμος χώρος να «ενώνεται» με τον εξωτερικό. Κάτι καθόλου εύκολο, που βέβαια λύνεται το ίδιο βίαια με τον τρόπο που λύθηκε και ο γόρδιος δεσμός: με τη χρήση του τεχνητού, ανθυγιεινού και αχόρταγου σε ενέργεια κλιματιστικού.
Ένα ενεργό κομμάτι του κτιρίου
Πολλοί αρχιτέκτονες μεταχειρίζονται τα παράθυρα σαν αναγκαίο, αλλά παθητικό κακό και μερικοί ιδιοκτήτες ενδιαφέρονται περισσότερο για την όψη τους και το πώς αυτή ταιριάζει με τους τοίχους και τα κιγκλιδώματα. Στην πραγματικότητα, τα ανοίγματα αυτά είναι ένα πολύ ενεργό κομμάτι του κτιρίου και πρέπει να προγραμματίζεται η ύπαρξή τους από την αρχή. Πρόκειται για ένα άνοιγμα προς έναν άλλο, νέο τεχνολογικό κόσμο, αφού για αιώνες οι άνθρωποι είχαν αποδεχτεί ότι το κτίριο δεν μπορεί να κλειστεί αεροστεγώς, ενώ τώρα αυτό είναι δυνατόν. Η τεχνολογία των κουφωμάτων στα παράθυρα έχει φτάσει σε απόλυτο σχεδόν σημείο τη στεγανότητα των κτιρίων. Το καλοκαίρι, όμως, θα τα ανοίξουμε όλα και πρέπει να είναι τέτοιος ο σχεδιασμός, ώστε να σχηματίζεται ρεύμα. Γι’ αυτό, είναι επίσης πολύ έξυπνο πάνω από τις πόρτες των δωματίων, αλλά και από τις μπαλκονόπορτες, να έχουμε σχεδιάσει ανοιγόμενους φεγγίτες σε σχήμα ορθογώνιου παραλληλόγραμμου. Έτσι, κυρίως τους θερμούς μήνες, μπορούμε, έχοντας τις πόρτες κλειστές και ανοίγοντας κατάλληλα τους φωταγωγούς και όσους είναι πάνω από τα ανοίγματα στην μπροστινή και την πίσω πλευρά του σπιτιού, να επιτύχουμε έναν πολύ αποτελεσματικό δροσισμό των δωματίων, αποφεύγοντας το νοσηρό αέρα του κλιματισμού. Μην ξεχνάμε: «Φτιάχνεις σπίτι χωρίς air-condition; Κάνεις καλό σε όλους!».
Τζάμια μονά ή διπλά;
Είναι πάντως λίγοι ακόμη αυτοί που έχουν κατανοήσει ότι στο ίδιο σπίτι τα παράθυρα στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα μπορεί να είναι διαφορετικά:
1. Ως προς την επιφάνειά τους. Προς το βορρά, εξαιτίας των κρύων χειμωνιάτικων ανέμων, θα πρέπει να είναι μικρότερα, ενώ στα πολυώροφα κτίρια, όσο πηγαίνουμε προς τους χαμηλότερους ορόφους, θα πρέπει να μεγαλώνουν, αφού το φως λιγοστεύει.
2. Ως προς την κατασκευή των τζαμιών.
Oι περισσότεροι θεωρούν αυτονόητο ότι θα είναι μονά, απλά χωρίς επιχρίσματα και ίδια σε κάθε πλευρά του κτιρίου. Σε μια πόλη σαν την Αθήνα, όμως, μπορεί να χρειάζεται τα βορεινά παράθυρα, αν υπάρχουν, να είναι οπωσδήποτε διπλά και τα δυτικά, πέρα από το να είναι διπλά, πρέπει να διαθέτουν και τα κατάλληλα επιχρίσματα, για να αντιμετωπιστεί ο ήλιος του καλοκαιριού, που θα τα χτυπά ανελέητα και σχεδόν κάθετα το απόγευμα. Τα παράθυρα με διπλά τζάμια προσφέρουν πραγματική θερμομόνωση, αφού εκεί έχουμε δύο παράλληλες γυάλινες επιφάνειες να χωρίζονται από αέρα ή κενό ή από αδρανή αέρια, όπως το κρυπτόν και το αργόν. Φτιάχτηκαν κυρίως για να μη διαρρέει το χειμώνα η θερμότητα προς τα έξω. Το αργόν (Ar) είναι καλύτερο μονωτικό από τον αέρα και το κρυπτόν (Kr) ακόμη καλύτερο και ακριβότερο από το αργόν, ενώ το κενό αέρος είναι το πιο μονωτικό και ακριβό από τα τρία.
Δελτίο κυκλοφορίας
Το χειμώνα, αν το παράθυρο δεν (απο)μονώνει αρκετά το εσωτερικό του σπιτιού από το εξωτερικό κρύο, μετατρέπεται σε εστία παραγωγής ψυχρότερου αέρα από εκείνον που υπάρχει στο δωμάτιο. O αέρας αυτός, ως βαρύτερος, υποχωρεί προς τα κάτω και έτσι δημιουργείται ένα ρεύμα που κάνει όποιον στέκεται εκεί κοντά να νιώθει δυσάρεστα, νομίζοντας ότι κάποιο παράθυρο έχει μείνει ανοιχτό, ενώ στην πραγματικότητα είναι η θερμότητα που απομακρύνεται από γύρω του και πηγαίνει προς το παράθυρο. Γι’ αυτό, όπου υπάρχουν παράθυρα με μονό τζάμι ή χωρίς καλή μόνωση, οι προνοητικοί μηχανικοί τοποθετούν σώματα καλοριφέρ ακριβώς κάτω από το παράθυρο! Στην πραγματικότητα, βέβαια, με σωστά παράθυρα μπορούμε να έχουμε οικονομία στην ενέργεια.
Θερμοπερατότητα και ακτινοβολία
Η διάδοση της θερμότητας από τη μια πλευρά ενός παραθύρου με διπλά τζάμια στην άλλη γίνεται με τρεις τρόπους: μέσω του στερεού πλαισίου, μέσω της κυκλοφορίας του αερίου που μεσολαβεί και με απευθείας εκπομπή. Τα παλιά παράθυρα μετατρέπουν το καλοκαίρι τα κτίρια σε θερμοκήπια, ενώ το χειμώνα επιτρέπουν στην ακριβοπληρωμένη θερμότητα να διαρρεύσει προς τα έξω. Σε μέρη όπου έχει πολύ κρύο, αλλά και στα βορεινά παράθυρα, τα διπλά τζάμια με απλό γυαλί (χωρίς επίχρισμα) είναι μια χαρά. Αφήνουν να μπαίνουν όλες οι ακτινοβολίες, ζεσταίνουν και η πιο πολλή θερμική ενέργεια μένει μέσα. Εκεί όμως που το κλίμα είναι ζεστό -κυρίως στα δυτικά παράθυρα-, με τον ήλιο το απόγευμα του καλοκαιριού να μετατρέπεται κυριολεκτικά σε πυρπολητή του σπιτιού, έχουμε άλλες απαιτήσεις. Από τη συνολική ηλιακή ακτινοβολία περισσότερη από τη μισή είναι αόρατη, με το συντριπτικά μεγαλύτερο ποσοστό να ανήκει στην υπέρυθρη. Υπάρχουν, λοιπόν, ειδικά επιστρώματα που κάνουν όλη την επιφάνεια του παραθύρου να επιτρέπει μόνο στο ορατό φως να περνά μέσα και έτσι να φωτίζονται αλλά να μη ζεσταίνονται οι χώροι. Όταν ακτινοβολία με μορφή διαδοχικών κυμάτων πέφτει πάνω στο τζάμι, ένα μέρος της ανακλάται, ένα μέρος της απορροφάται από αυτό και το υπόλοιπο το διαπερνά. Αλλά το ενδιαφέρον είναι ότι η ποσότητα της ενέργειας που θα ανακλαστεί εξαρτάται και από τη γωνία που έχουν τα κύματα σε σχέση με το τζάμι. Αν η γωνία είναι μικρή σε σχέση με την επιφάνεια του παραθύρου (μικρότερη από 30 μοίρες περίπου), η ανακλώμενη ποσότητα ενέργειας αυξάνεται κατακόρυφα. Αυτό τι σημαίνει για ένα κτίριο;
Τζάμια «χαμηλής εκπομπής»
Ότι το χειμώνα που ο ήλιος είναι χαμηλά ως προς τον ορίζοντα οι ακτίνες
εισέρχονται σε μεγαλύτερη ποσότητα, ενώ το καλοκαίρι που δεν τις θέλουμε ο ήλιος στο μεγαλύτερο μέρος της ημέρας είναι ψηλά, η γωνία μικραίνει αντίστοιχα και γι’ αυτό οι περισσότερες ανακλώνται. Η ενέργεια της ακτινοβολίας που απορροφάται από το απλό γυαλί κατά ένα μέρος θερμαίνει το αέριο που βρίσκεται ανάμεσα στις δύο γυάλινες πλάκες, αν πρόκειται για διπλό τζάμι, και το υπόλοιπο, που φτάνει το 84%, το εκπέμπει. Σήμερα όμως χρησιμοποιούνται τζάμια «χαμηλής εκπομπής» -τα γνωστά και ως Low-e-, όπου το ποσοστό της εκπεμπόμενης ακτινοβολίας δεν ξεπερνάει το 4%, ενώ το 96% της θερμικής ενέργειας ανακλάται. Αυτό έχει το πλεονέκτημα το χειμώνα να στέλνει πάλι προς τα μέσα τη ζέστη που δημιουργείται στο εσωτερικό του σπιτιού, κάτι που θέλουμε πολύ να γίνεται. Η ικανότητα ενός παραθύρου να μην επιτρέπει τη διακίνηση θερμότητας από τη μια πλευρά στην άλλη καθορίζεται από ένα μέγεθος που ονομάζεται συντελεστής θερμοπερατότητας (U-value). Μετριέται σε Watt ανά τετραγωνικό μέτρο και διαφορά θερμοκρασίας ανάμεσα στο εξωτερικό και το εσωτερικό περιβάλλον σε βαθμούς της κλίμακας Kelvin. Όσο μικρότερος αυτός ο συντελεστής, τόσο καλύτερα. (Στις βόρειες χώρες προσπαθούν να είναι μικρότερος από 1,2, αλλά στην Ελλάδα ακόμη και λίγο μικρότερος από 2 θεωρείται εξαιρετική επίδοση.)
Low-e: Ένα επίχρισμα χαμηλής εκπομπής είναι μια λεπτή μεμβράνη κολλημένη πάνω στη γυάλινη επιφάνεια με προορισμό να εμποδίζει τη θερμότητα να φεύγει από το παράθυρο προς τα έξω το χειμώνα και να μπαίνει από έξω προς τα μέσα το καλοκαίρι.
SHGC: O συντελεστής κέρδους ηλιακής θερμότητας (Solar Heat Gain Coefficient) δείχνει το ποσοστό της ηλιακής θερμότητας που περνά από το παράθυρο στον εσωτερικό χώρο. Στα θερμά κλίματα πρέπει να είναι όσο γίνεται πιο μικρός. Μια τιμή γύρω στο 40% είναι καλή.
Άρα, ψάχνουμε για τζάμια με υψηλό U και χαμηλό SHGC.
AL: Η διαρροή μετριέται σε κυβικά πόδια ανά λεπτό και ανά τετραγωνικό πόδι.
U-factor: Δείχνει το πόσο εύκολα επιτρέπει το παράθυρο στη θερμότητα να περνά και να χάνεται με διάφορους μηχανισμούς. Όσο μικρότερη είναι η τιμή, τόσο καλύτερα. Μερικοί πονηροί κατασκευαστές, μάλιστα, δίνουν μόνο την τιμή U για το γυαλί και όχι για όλο το παράθυρο, με το πλαίσιο και τα εξαρτήματά του, επειδή είναι χαμηλότερη!
VT: Από τα αρχικά Visual Transmittance και σημαίνει Oπτική Διαπερατότητα. Μας δείχνει το ποσοστό της φωτεινής ακτινοβολίας που περνά μέσα από το τζάμι και αυτό θέλουμε να είναι υψηλό (από 60 έως και 80%).
LSG (Light to Solar Gain): Προκύπτει διαιρώντας το VT με το SHGC. Αν η τιμή που προκύπτει είναι μεγαλύτερη από 1, σημαίνει ότι το τζάμι μας από την προσπίπτουσα ακτινοβολία αφήνει να περάσει περισσότερο ορατό φως παρά θερμότητα.
● Oι κατασκευαστές παραθύρων με πλαίσιο από αλουμίνιο υποστηρίζουν ότι τα ξύλα σήμερα προέρχονται από δέντρα που μεγαλώνουν και κόβονται γρήγορα και γι’ αυτό είναι λιγότερο συμπαγή, άρα και μειωμένης αντοχής, απαιτώντας κοπιώδη συντήρηση.
● Oι κατασκευαστές των ξύλινων παραθύρων επιμένουν ότι λόγοι υγείας επιβάλλουν τη μη χρησιμοποίηση του αλουμινίου, παραπέμποντας κάπως αόριστα σε κάποιες μελέτες που το συνδέουν με έξαρση της εμφάνισης της νόσου Αλτσχάιμερ.
● Και ένας ακόμη «εμφύλιος»: Κάποιοι κατασκευαστές πλαισίων από εισαγόμενο, μη ανακυκλωμένο αλουμίνιο, επιμένουν πως όσοι χρησιμοποιούν ανακυκλωμένο αλουμίνιο και όχι απευθείας δημιουργημένη καθαρή πρώτη ύλη δεν μπορούν να ελπίζουν στην απόλυτη καθαρότητα του μετάλλου. Άρα, λένε, θα περιέχει και προσμείξεις σιδήρου, με συνέπεια αργότερα να παρουσιαστεί ανεπιθύμητη οξείδωση.