Οι γιορτές φτάνουν στο τέλος τους, τέλειωσαν σχε­δόν, αφήνοντας τους περισσότερους κουρασμέ­νους, παραχορτασμένους, λίγο ευχαριστημένους ίσως για μερικές όμορφες στιγμές με αγαπημένους ανθρώπους, κάποια δώρα… Τη βαθύτερη υπόσχεσή τους, όμως, για λίγες στιγμές πνευματικότητας ή νοήματος σπάνια την κρατούν. Πόσο τα έχουμε ανάγκη τελικά; Πόση πνευματικότητα χρειαζόμαστε στη ζωή μας; Πού μπορούμε να τη βρούμε;


Βρισκόμαστε στην αρχή ενός νέου αιώνα, μιας νέας χιλιετηρίδας και μιας νέας εποχής. Μιας εποχής που με το ένα χέρι φέρνει μια ασύλληπτη, συγκλονιστική πρόοδο των επιστημών και της τεχνολογίας και με το άλλο τη σχεδόν ολοκληρωτική κατάρριψη αξιών, πεποιθήσεων, πίστεων, ιδανικών. Αν αυτό είναι καλό ή κακό, δεν μπορούμε να το γνωρίζουμε ακόμη. Ίσως είναι ευχή και κατάρα: Δεν έχουν μείνει πολλά σταθερά πράγματα για να πιαστούμε πάνω τους, αλλά από την άλλη είμαστε ελεύθεροι να συλλάβουμε και να δημιουργήσουμε καινούργια.
Το σίγουρο είναι πως όλα όσα ήταν αυτονόητα για τους παππούδες μας, αυτά που έδιναν δομή στη ζωή τους, νόημα και δύναμη στις δύσκολες εποχές που περνούσαν, σημαίνουν πολύ λίγα ή σχεδόν τίποτα πια για εμάς: θρησκείες και φιλοσοφίες, ιδεολογίες, πολιτική, δόγματα, κοινωνικοί θεσμοί, ηθικές αξίες, ακόμη και βασικά κοινωνικά σχήματα, όπως είναι ο γάμος και η οικογένεια. Από όλα αυτά εξακολουθούν ακόμη να υπάρχουν κάποια μικρά δείγματα, από τα οποία πιανόμαστε καμιά φορά σε ώρα ανάγκης, χωρίς να μπορούν να μας δώσουν πάντα τη στήριξη που γυρεύουμε και χρειαζόμαστε.


Χρειαζόμαστε άραγε πια τα «πιστεύω» του παρελθόντος, αφού η ιστορία μάς έχει δείξει ότι όλα αυτά δεν εμπόδισαν τον άνθρωπο από το να είναι αυτοκαταστροφικός, πολεμοχαρής και απάνθρωπος; Στο όνομα των περισσότερων θρησκειών έγιναν τεράστια εγκλήματα και οι πιο μεγάλες και αγνές ιδεολογίες αλλοιώθηκαν από τη διαφθορά και παρήκ­μασαν. Και, επιπλέον, η επιστήμη μοιάζει να έχει τις απαντήσεις και στα πιο δύσκολα ερωτήματα της ύπαρξης: Οι σκέψεις και τα συναισθήματα, λένε οι νευροεπιστήμονες, δεν είναι παρά χημικές αντιδράσεις μέσα στον εγκέφαλο. Η αλυσίδα του DNA, λένε οι βιολόγοι, είναι αυτή που κάνει τον καθένα από εμάς μοναδικό, αλλά, αν τη βάλουμε στο εργαστήριο, μπορούμε να φτιάξουμε όσα αντίτυπα θέλουμε από τον καθένα. Για όλα υπάρχει εξήγηση, τα μυστήρια λύνονται.
Κι όμως, σε κάποια από τα ερωτήματα δεν μπορεί να απαντήσει ούτε η επιστήμη. Δεν μπόρεσε ποτέ να απαντήσει ικανοποιητικά στα καίρια υπαρξιακά ερωτήματα του ανθρώπου: «Γιατί γεννιόμαστε;», «Γιατί πεθαίνουμε;», «Υπάρχει νόημα στη ζωή μας και ποιο είναι αυτό;», «Γιατί υπάρχει πόνος και αδικία;», «Τι είναι καλό και κακό;».
Δεν μπορεί να απαντήσει ούτε καν σε όλα αυτά τα ερωτήματα που η ίδια γεννά προοδεύοντας: «Αν το σύμπαν υπάρχει εδώ και 15 δισεκατομμύρια χρόνια, τότε τι υπήρχε πριν, πού, πώς;», «Υπάρχει ζωή αλλού εκτός από τη Γη;», «Αυτή η καταπληκτική πολυπλοκότητα του σύμπαντος προέρχεται από μια απλή σύμπτωση ή υπάρχει κάποιο “σχέδιο’’ πίσω από όλα και ποιο;», «Είναι η κατασκευασμένη στο εργαστήριο ζωή εφάμιλλη της ζωής που φτιάχτηκε από τη φύση;».
Οι θρησκείες προσφέρουν απαντήσεις στα ερωτήματα αυτά, η καθεμιά με το δικό της τρόπο και σύμφωνα με το δικό της σύστημα αξιών και τη δική της κοσμοθεωρία. Το πρόβλημα είναι ότι, για να καθησυχάσει κανείς πραγματικά την αγωνία των ερωτημάτων του, πρέπει να πιστεύει σταθερά και αληθινά. Μια πίστη ευκαιριακή και χωρίς ιδιαίτερη εμβάθυνση μάλλον μπερδεύει περισσότερο παρά ανακουφίζει όταν προ­σπαθούμε να βρούμε απαντήσεις και νόημα. Γι’ αυτό και πολλές φορές η στροφή προς τη θρησκεία δεν είναι παρά ένα ­περιστασιακό «σωσίβιο», μια παρηγοριά, όταν τίποτε άλλο δεν βοηθά, που όμως μπορεί να καταλήξει σε απογοήτευση.


Η πνευματικότητα τι άλλο θα μπορούσε να είναι, αν δεν έχει να κάνει με θρησκευτική πίστη; Έχει να κάνει με την ανθρώπινη γνώση και σοφία, με την ομορφιά, με την αγάπη, με το καλό και το δίκαιο. Πολλοί μιλούν για την πνευματικότητα, όμως ο καθένας εννοεί κάτι διαφορετικό.
Για τον έναν είναι ο διαλογισμός και η φιλοσοφία ζεν, για τον άλλον η μελέτη μεγάλων φιλοσόφων της αρχαιότητας, για άλλους η απόλαυση μιας συγκεκριμένης μουσικής, ο αλτρουισμός, η καλλιτεχνική δημιουργία, τα θαύματα της φύσης, όπως ο έναστρος ουρανός, ο βυθός της θάλασσας, τα σπήλαια, οι ψηλές κορυφές των βουνών, τα άγρια ζώα και φυτά.
Για κάποιους είναι απλές καθημερινές στιγμές, κατά τις οποίες για λίγα λεπτά αισθάνονται να βρίσκουν νόημα στη ζωή: στις ματιές αγαπημένων προσώπων, στην κηπουρική, σε βαθιές ερωτικές στιγμές, σε στιγμές οικογενειακής ή προσωπικής γαλήνης και πληρότητας.
Σε μια εποχή που αμέτρητα εξωτερικά ερεθίσματα διεκδικούν διαρκώς την προσοχή μας -ακόμη κι όταν δεν το θέλουμε-, που είμαστε συνεχώς σε «επικοινωνία», προσωπική ή μαζική, τα λιγότερο επικοινωνιακά και κοινωνικά «κομμάτια» του εαυτού μας μπαίνουν σε αναγκαστική αδράνεια, αν δεν τους αφιερώσουμε μερικές στιγμές ησυχίας. Το να συνειδητοποιούμε κάποιες στιγμές ότι απλά ζούμε, ότι υπάρχουμε, έτσι, χωρίς να πρέπει να κάνουμε κάτι, μπορεί να είναι απολύτως απαραίτητο για την εσωτερική μας ζωή.


Το σίγουρο είναι ότι το να αρνούμαστε κάθε είδους πνευματικότητα, είτε εκ πεποιθήσεως («Όλα τα εξηγεί με τον καλύτερο τρόπο η επιστήμη και η λογική») είτε γιατί δεν υπάρχει χώρος και χρόνος στη ζωή μας γι’ αυτήν (και αυτό είναι μάλλον το συνηθέστερο), είναι σαν να αγνοούμε την ύπαρξη των δύσκολων ερωτημάτων της ζωής ή να αποφεύγουμε να τα αντιμετωπίσουμε. Τίποτε, όμως, δεν μπορεί να μας εγγυηθεί ότι δεν θα βρεθούμε μπροστά τους εντελώς απροετοίμαστοι, όταν μια μεγάλη αλλαγή αναστατώσει τη ζωή μας.
Πολλές φορές, μάλιστα, κάτι τέτοιο, μια μοιραία αλλαγή, ένα τραγικό ή ακόμη και ένα χαρμόσυνο γεγονός, αποτελεί την αφορμή για να αποκτήσουμε μια ματιά πιο «πνευματική» πάνω στα πράγματα, όπως το διηγείται ο Πάνος: «Ήμουν μαζί στην αίθουσα τοκετού με τη γυναίκα μου όταν γέννησε την κόρη μας, πιο πολύ γιατί το ήθελε εκείνη και δεν ήθελα να της χαλάσω το χατίρι. Η εμπειρία αυτή, όμως, μου άλλαξε τον τρόπο που βλέπω και αντιλαμβάνομαι τα πάντα γύρω μου. Αυτό το “θαύμα” της ζωής την ώρα που γεννιέται, όταν συμβαίνει μπροστά στα μάτια σου, δεν μπορεί να μη σε κάνει να αναρωτηθείς τι είναι η ζωή, από πού ερχόμαστε, πού πάμε όταν φεύγουμε, γιατί συμβαίνουν όλα αυτά. Άρχισα να ζω πιο συνειδητά, να αναζητώ στιγμές πιο βαθιές μέσα στην καθημερινότητά μου, να δίνω μεγαλύτερη σημασία στους ανθρώπους και τα πράγματα γύρω μου, στη φύση. Ψάχνω να βρω ένα δικό μου πιο πνευματικό τρόπο να είμαι συνδεδεμένος με τη ζωή… ». Ακόμη κι αν ή δεν θέλουμε να υπακούμε σε «συνταγές» θρησκευτικού ή πνευματικού τύπου, η ανάγκη (και η επιθυμία) να αισθανθούμε ότι συνδεόμαστε με κάτι πάνω και πέρα από εμάς, που όμως μας περιλαμβάνει, και ότι υπάρχει κάποιο νόημα σε αυτό που κάνουμε και είμαστε, πέρα από το νόημα που δίνει η καθημερινή αναγκαιότητα, δεν μπορεί να αγνοηθεί. Η πνευματικότητα είναι σχεδόν ταυτόσημη με την αναζήτηση νοήματος και όπως γράφει ο Irvin Yalom στην Υπαρξιακή Ψυχοθεραπεία, «Ο άνθρωπος μοιάζει να έχει ανάγκη από νόημα. Το να ζει κανείς χωρίς νόημα, χωρίς σκοπιμότητα, χωρίς αξίες ή ιδανικά, φαίνεται, όπως έχουμε δει, πως είναι πηγή μεγάλης αγωνίας. Στην πιο βαριά μορφή της, μπορεί να οδηγήσει κάποιον στην απόφαση να βάλει τέλος στη ζωή του… ».


Αν, όμως, ούτε η αφοσίωση σε μια θρησκευτική πίστη, ούτε τα «μοντέρνα» πνευματικά μονοπάτια του τύπου «λίγο βουδισμός, λίγο διαλογισμός, λίγο ορθοδοξία, λίγο οικολογία και λίγο σούσι» δεν ικανοποιούν τα υπαρξιακά μας ερωτήματα, αλλά ούτε και ο απόλυτος ορθολογισμός δεν μας καθησυχάζει, τότε τι; Η πνευματικότητα είναι μάλλον μια υπόθεση εντελώς προσωπική, για την οποία μάλιστα δεν είναι κι εύκολο να μιλά κανείς – καμιά φορά είναι πιο δύσκολο και από το να μιλά για τη σεξουαλικότητά του. Πώς να πει κανείς με λόγια και να εξηγήσει τι ακριβώς ψάχνει; Η Ζήνα, μια 33χρονη εργαζόμενη μητέρα, το τοποθετεί κάπως έτσι: «Η ζωή που κάνω είναι αγχώδης και κυλά σε βιαστικούς ρυθμούς. Ανάμεσα στο σπίτι, τα παιδιά, τη δουλειά, δεν υπάρχει καιρός για να σκεφτώ κάτι άλλο πέρα από αυτά. Κι όμως, θυμά­μαι ότι όταν ήμουν φοι­τήτρια, ­διάβαζα πότε-πότε βιβλία φιλοσοφίας, Πλάτωνα και Σαρτρ, και αυτά που διάβαζα με συνέπαιρναν και με έκαναν πάντα να σκέφτομαι πιο βαθιά τα πράγματα. Τα ξαναθυμάμαι όλα αυτά καμιά φορά και τότε αρχίζω να αναρωτιέμαι αν θα πρέπει να περιμένω να γεράσω, να πάρω σύνταξη, για να μπορώ να αναρωτηθώ αν υπάρχει τίποτε άλλο εκτός από όλες τις πρακτικές λεπτομέρειες της καθημερινότητας… ».



Η πνευματικότητα φαίνεται πως δεν είναι καλή μόνο για την ψυχή και το πνεύμα. Έρευνες που έχουν γίνει σχετικά αποδεικνύουν ότι άνθρωποι που πιστεύουν σε κάποια θρησκεία είναι λιγότερο ευάλωτοι σε σωματικές παθήσεις, όπως υψηλή πίεση, καρδιαγγειακά νοσήματα, πως η υγεία τους επανέρχεται γρηγορότερα μετά από εγχειρήσεις και το ανοσοποιητικό τους σύστημα είναι πιο ισχυρό. Επίσης, πάσχουν λιγότερο από κατάθλιψη και αγχώδεις διαταραχές. Φυσικά, τα αποτελέσματα αυτά οφείλονται σε μεγάλο βαθμό στο διαφορετικό τρόπο ζωής των συγκεκριμένων ανθρώπων (λιγότερες καταχρήσεις, πιο υγιεινές συνήθειες) και στη θεραπευτική επίδραση της συχνής επαφής με άλλους ανθρώπους σε λειτουργίες και θρησκευτικές τελετές.
Αυτό, όμως, δεν τα κάνει λιγότερο αποκαλυπτικά για το πόσο η πνευματικότητα μπορεί να έχει θετική επιρροή με πολλούς διαφορετικούς τρόπους στη ζωή των ανθρώπων.