Όλο και πιο συχνά τα τελευταία χρόνια ακούμε τον όρο «κρίσεις πανικού» και όχι μόνο ως μια άσχετη με εμάς επιστημονική αναφορά σε μια ψυχολογική διαταραχή, αλλά ως ένα πρόβλημα που απασχολεί και βασανίζει ανθρώπους που είναι γύρω μας, δίπλα μας, πολύ κοντά. Ένα πρόβλημα που κάνει δύσκολη τη ζωή πολλών νέων ανθρώπων. Τι σημαίνει ο όρος «κρίσεις πανικού», τι είδους διαταραχή είναι αυτή, ποια είναι τα αίτια, τα συμπτώματα, οι συνέπειες και πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί;
Μερικές φορές η κρίση πανικού έρχεται ξαφνικά, σε ανύποπτο χρόνο, αναπάντεχα. Άλλοτε πάλι έρχεται μετά από μια αρχική περίοδο αυξημένου άγχους, γενικευμένης ανησυχίας, έντασης ή θλίψης. Μπορεί επίσης να αποτελεί σύμπτωμα της κατάθλιψης ή μιας φοβίας (για παράδειγμα, ένας άνθρωπος που πάσχει από κλειστοφοβία μπορεί να πάθει μια κρίση πανικού, αν βρεθεί σε ένα μέρος που το αισθάνεται κλειστό και ασφυκτικό). Μπορεί όμως να συμβεί και το αντίστροφο, να ξεκινήσει δηλαδή μια φοβία επειδή κάποιος έπαθε μια κρίση πανικού, π.χ. στο αεροπλάνο, σε ένα ψηλό κτίριο, στο ασανσέρ ή ανάμεσα στο πλήθος. Όπως και να είναι, πάντως, όταν έρχεται η κρίση πανικού, είναι μία από τις πιο δυσάρεστες και αγωνιώδεις καταστάσεις που μπορεί να βιώσει ένας άνθρωπος. Περίπου το 1-4% του πληθυσμού παθαίνει κάποια στιγμή στη ζωή του κρίσεις πανικού σε διαφορετικές ηλικίες. Η συχνότητα πάντως είναι μεγαλύτερη σε ανθρώπους μεταξύ 20 και 35 ετών.
Τα συμπτώματα, που θα τα περιγράψουμε αναλυτικά παρακάτω, είναι τόσο έντονα και επώδυνα, ώστε οι περισσότεροι άνθρωποι που παθαίνουν για πρώτη φορά κρίση πανικού πιστεύουν ότι έχουν πάθει έμφραγμα, εγκεφαλικό ή νομίζουν ότι κάτι τους συμβαίνει και «τρελαίνονται». Κατά συνέπεια, πολύ συχνά, αν δεν έχουν ακούσει οι ίδιοι τίποτε για τις κρίσεις πανικού και αν δεν βρεθεί κάποιος που να γνωρίζει και να τους ενημερώσει, αρχίζουν να πηγαίνουν στους γιατρούς και να κάνουν εξετάσεις, ώσπου κάποια στιγμή, μετά από μια «οδύσσεια» επισκέψεων σε ιατρεία και νοσοκομεία, εξετάσεων και αναλύσεων, οι ειδικοί να διαγνώσουν ότι δεν υπάρχουν οργανικά αίτια για τα συμπτώματα αυτά και άρα μάλλον πρόκειται για μια κρίση πανικού. Όταν δε οι κρίσεις αυτές είναι επαναλαμβανόμενες ή μετά από μια κρίση αναπτύξει κανείς έντονο άγχος ότι θα του ξανασυμβεί, τότε λέμε ότι πάσχει από διαταραχή πανικού, που διαγνωστικά ανήκει -μαζί με τις φοβίες και τη γενικευμένη διαταραχή άγχους- στην κατηγορία των αγχωδών διαταραχών.
Μπορούμε να κατανοήσουμε καλύτερα τις κρίσεις πανικού περιγράφοντας την εμπειρία ενός άνθρώπου που τις υπέστη και την πορεία του κατά την προσπάθεια αντιμετώπισής τους. O κύριος Η. είχε την πρώτη του κρίση πανικού μια μέρα στη δουλειά. Ήταν ήδη αρκετός καιρός που είχε αρχίσει να νιώθει άβολα στο γραφείο επειδή δύο συνάδελφοί του με τους οποίους είχε καλές σχέσεις είχαν φύγει κι επειδή του άλλαξαν γραφείο και τώρα καθόταν δίπλα σε ένα συνάδελφο ιδιαίτερα επιθετικό και αλαζόνα. Η κατάσταση αυτή τον δυσαρεστούσε, αλλά ένιωθε ταυτόχρονα ότι δεν μπορεί να κάνει τίποτα για να την αλλάξει. Ένιωθε ανίκανος να αντιδράσει στην απαξιωτική συμπεριφορά του συναδέλφου, εξαρτημένος από αυτή τη δουλειά και άχρηστος επειδή δεν είχε το κουράγιο να φύγει και να στήσει κάτι δικό του, που θα τον έκανε και οικονομικά πιο ανεξάρτητο από τα πεθερικά του, που τους ενίσχυαν συχνά.
Μια μέρα, εκεί που έβγαζε κάτι φωτοτυπίες, ο συνάδελφος τον πλησίασε και άρχισε να κάνει αγενή και ειρωνικά σχόλια για τον τρόπο της δουλειάς του. O κύριος Η. ένιωσε ταραχή και τα χέρια του να τρέμουν. Πηγαίνοντας πίσω στο γραφείο και με τα λόγια του συναδέλφου να ηχούν ακόμη στα αυτιά του, ήρθε η κρίση. Από τη μια στιγμή στην άλλη, άρχισε να τρέμει σε ολόκληρο το σώμα, να αισθάνεται ταυτόχρονα να φλέγεται και να κρυώνει και τον έλουσε ιδρώτας παντού. Ένιωσε ένα πολύ δυσάρεστο σφίξιμο στο στήθος και το στόμα του στέγνωσε. Παράλληλα ένιωθε να μουδιάζει -στο πρόσωπο, τα χέρια, τα πόδια- και νόμιζε ότι σβήνει, ότι θα σωριαστεί κάτω. Κάλεσαν τη γυναίκα του κι εκείνη τον πήγε κατευθείαν στο νοσοκομείο. O φόβος του ήταν ότι ίσως είχε πάθει έμφραγμα, ακριβώς όπως ο πατέρας του όταν ήταν περίπου στην ηλικία του. Υποβλήθηκε σε όλες τις εξετάσεις (καρδιογράφημα, εγκεφαλογράφημα, τομογραφίες) και μετά από μερικές μέρες και αφού η διαγνωστική διαδικασία είχε ολοκληρωθεί, επέστρεψε σπίτι του χωρίς κανένα αποτέλεσμα. Οι γιατροί δεν του είχαν βρει τίποτα και του είπαν να μην ανησυχεί, ίσως ήταν υπερκόπωση.
Το γεγονός ότι οι εξετάσεις δεν έδειξαν κανένα πρόβλημα υγείας δεν καθησύχασε τον κύριο Η. Φοβόταν ότι θα του ξανασυμβεί και άρχισε να παρατηρεί συνεχώς τον εαυτό του για να το προλάβει, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Η επόμενη κρίση ήρθε λίγες εβδομάδες αργότερα, αιφνίδια στον καναπέ του σπιτιού του, καθώς έβλεπε τηλεόραση. Ήταν λίγο πιο ήπια από την προηγούμενη, αλλά οι αρνητικές σκέψεις ήταν οι ίδιες: «θα πεθάνω, θα πάθω έμφραγμα, όπως ο πατέρας μου». Επανέλαβε τις εξετάσεις, που κι αυτή τη φορά δεν έδειξαν τίποτα. Τελικά, ένας νευρολόγος διέγνωσε «διαταραχή πανικού» και του συνέστησε να απευθυνθεί σε ψυχίατρο ή ψυχολόγο. Ξέρουμε βέβαια ότι δεν υπάρχει αντικειμενικός τρόπος να αξιολογήσουμε το πώς βιώνει κανείς ό,τι συμβαίνει μέσα στο σώμα του. Ακόμη και η αίσθηση του πόνου είναι απολύτως υποκειμενική και εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το πόσο επικεντρώνεται κανείς σε αυτόν και τον μεγεθύνει ή αντίθετα βρίσκει τρόπους να χαλαρώσει.
Έτσι λοιπόν και κάποιες σωματικές ενοχλήσεις (σφίξιμο στο στομάχι, ταχυπαλμία, τρέμουλο, δύσπνοια) -που μπορεί να προκληθούν από διάφορες αιτίες, όπως είναι για παράδειγμα η ανησυχία πριν από ένα αγχογόνο γεγονός (εξετάσεις, ένα ταξίδι, μια σημαντική συνάντηση κλπ.), η ταραχή λόγω ενός καβγά ή μιας προσβολής (η πρώτη κρίση του κυρίου Η. στη δουλειά), αλλά και απλά το λαχάνιασμα μετά από σωματική άσκηση- μπορεί να μεγεθυνθούν από έναν αγχώδη άνθρωπο, να τον φοβίσουν και να οδηγήσουν εντέλει στον πανικό. Πολλές φορές (όπως συνέβη στη δεύτερη κρίση του κυρίου Η. στο σπίτι του) φαινομενικά δεν συντρέχει κανένας λόγος αναστάτωσης. Παρ’ όλα αυτά και κάποιες «εσωτερικές καταστάσεις», όπως αρνητικές σκέψεις («Δεν καταφέρνω τίποτα»), έμμονες ιδέες («Θα πάθω σίγουρα έμφραγμα, όπως ο πατέρας μου») ή και αλλαγές στην αίσθηση του σώματος (αν π.χ. το έργο στην τηλεόραση έχει μια σκηνή αγωνίας που αυξάνει αμυδρά τους χτύπους της καρδιάς), μπορεί να προκαλέσουν συμπτώματα τέτοια που κλιμακούμενα να οδηγήσουν στον πανικό. Υπάρχουν, λοιπόν, «εξωτερικές» και «εσωτερικές» αφορμές που οδηγούν σε μια κρίση πανικού.
O αυξημένος φόβος ή το άγχος μπροστά σε μια τέτοια αφορμή συχνά οδηγεί αυτόματα στην επιτάχυνση της αναπνοής. Με απλά λόγια: το σώμα προετοιμάζεται για τον κίνδυνο διοχετεύοντας με αυτό τον τρόπο περισσότερο οξυγόνο στους μυς, ώστε να είναι έτοιμοι για δράση, φυγή. Επειδή όμως στην πραγματικότητα δεν τρεπόμαστε σε φυγή, αλλά συνήθως παραμένουμε καθηλωμένοι από το φόβο, οι μύες δεν δουλεύουν. Όλο αυτό οδηγεί σε μείωση του διοξειδίου του άνθρακα και κατά συνέπεια μείωση του ασβεστίου στο αίμα. Το ασβέστιο όμως είναι που κάνει τους μυς να εργάζονται συνεχόμενα και απαλά, ενώ η μείωσή του προκαλεί μυϊκές συσπάσεις. Αυτό γίνεται αισθητό σαν μούδιασμα ή μυρμήγκιασμα στο στόμα, στο πρόσωπο, στα χέρια και τα πόδια, αλλά και σφίξιμο στο λαιμό και στο στήθος. Ταυτόχρονα, η αλλαγή στην περιεκτικότητα διοξειδίου του άνθρακα οδηγεί σε μείωση της αιμάτωσης του εγκεφάλου, που γίνεται αισθητή σαν ζαλάδα ή σκοτοδίνη. Όπως είναι αναμενόμενο, τα συμπτώματα αυτά αυξάνουν το φόβο και οδηγούν σε ακόμη πιο γρήγορη αναπνοή. Με τον τρόπο αυτό κλιμακώνεται η κατάσταση και ο πάσχων οδηγείται στον πανικό.
Μιλώντας για κρίσεις πανικού, αλλά και για άλλες αγχώδεις διαταραχές, όπως οι φοβίες, είναι καλύτερα να μιλάμε για καταστάσεις που τις προκαλούν, αφορμές και τρόπους που κλιμακώνεται ο φόβος και οδηγεί στην κρίση, παρά για αίτια, καθώς αυτά είναι πράγματι δύσκολο να εντοπιστούν με σαφήνεια και βεβαιότητα. Oι επιστήμονες πραγματικά δεν ξέρουν γιατί ορισμένοι αναπτύσσουν αγχώδεις διαταραχές και άλλοι όχι. Παράγοντες που συμβάλλουν στην ανάπτυξη τέτοιων διαταραχών μπορεί να είναι:
● Σημαντικά γεγονότα (κυρίως δυσάρεστα, αλλά σπανιότερα και ευχάριστα) που επιφέρουν αλλαγές στον τρόπο ζωής, τις συνήθειες, τον τρόπο που βλέπουμε τον εαυτό μας.
● Χρόνιες, υφέρπουσες καταστάσεις έντασης και άγχους, όπως για παράδειγμα χρόνια προβλήματα υγείας στο άμεσο περιβάλλον, ένας γάμος που δεν πηγαίνει καλά, δυσαρέσκεια και ένταση στον επαγγελματικό τομέα, ανεργία, οικονομικά προβλήματα και συνηθέστερα ο συνδυασμός περισσοτέρων τέτοιων καταστάσεων
● Κάποιες ουσίες Ή φαρμάκα, όπως π.χ. οι αμφεταμίνες, η κοκαΐνη, ή ορισμένα υπνωτικά χάπια. Συνήθως οι διαταραχές σταματούν όταν σταματήσει η λήψη των ουσιών αυτών.
● Η κατάθλιψη: Άνθρωποι που πάσχουν από κατάθλιψη παρουσιάζουν συχνά και κάποια αγχώδη διαταραχή. Πολλές φορές δεν είναι εύκολο να πούμε αν η κατάθλιψη προϋπήρχε ή αν παρουσιάστηκε ως συνέπεια των κρίσεων πανικού ή της φοβίας.
Το γιατί κάποιοι άνθρωποι εμφανίζουν αγχώδεις διαταραχές ως συνέπεια των παραπάνω καταστάσεων και άλλοι όχι, αυτό εξηγείται με τον τρόπο που έχει ο καθένας να αντιμετωπίζει δυσκολίες και αυτός είναι συνάρτηση:
● Της ιδιοσυγκρασίας του: Υπάρχουν άνθρωποι ήρεμοι και άνθρωποι πιο νευρικοί, άνθρωποι που έχουν μεγάλη προσαρμοστικότητα και αντοχή και άλλοι που «τσιτώνουν» με το παραμικρό, όπως υπάρχουν μωρά πιο ευερέθιστα από άλλα. Ακόμη κι αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει ότι ένας γενικά ήρεμος άνθρωπος δεν μπορεί να έχει κάποιες φοβίες, κατά κανόνα όμως αυτές δεν θα πάρουν τις διαστάσεις που παίρνουν σε έναν πιο αγχώδη άνθρωπο. Γενικά, πάντως, άνθρωποι με υψηλό επίπεδο ευερεθιστότητας και χαμηλή ικανότητα προσαρμογής είναι πιο επιρρεπείς στο φόβο και το άγχος.
● Των στρατηγικών που έχει αναπτύξει για την αντιμετώπιση δυσκολιών: Αν ο τρόπος του είναι περισσότερο παθητικός και βασίζεται στο να αποφεύγει καταστάσεις που τον φοβίζουν, να στρέφεται στον εαυτό του και να αναμασά αρνητικές σκέψεις, τότε δημιουργεί προϋποθέσεις ευνοϊκές για διαταραχές φόβου και άγχους.
● Της αυτοεικόνας του: Του τρόπου δηλαδή που βλέπει τον εαυτό του, των προσδοκιών που έχει από αυτόν και από τη ζωή του γενικά και της εμπιστοσύνης στις δυνατότητές του. Η αυτοεικόνα και η εμπιστοσύνη στον εαυτό είναι κάτι που χτίζεται από την παιδική ηλικία μέσα από τις σχέσεις με τους γονείς. Για να το πούμε πολύ γενικά και απλουστευμένα, όσο περισσότερη αποδοχή και στήριξη είχε κάποιος στην πορεία του προς την αυτονομία, τόσο πιο θετική και σταθερή είναι η αυτοεικόνα του.
● Της μάθησης: Των τρόπων δηλαδή που έχει διδαχθεί (ή μιμηθεί) από τους γύρω του (κυρίως τους γονείς) για να αντιμετωπίζει καταστάσεις που προκαλούν φόβο. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί κάποιος να μάθει να φοβάται, π.χ. το ύψος, απλά και μόνο βλέποντας τη μητέρα του να το φοβάται.
● Της «χημείας»: Έχει αποδειχτεί ότι άνθρωποι που πάσχουν από διαταραχή πανικού παρουσιάζουν αυξημένα επίπεδα σε κάποιες ουσίες (π.χ. τη νοραδρεναλίνη) που σχετίζονται με την αίσθηση του φόβου. Αν και διίστανται οι απόψεις σχετικά με το αν η «χημεία» υπάρχει στους ανθρώπους αυτούς πριν τη διαταραχή ή αν είναι αποτέλεσμα των συναισθημάτων, το πιθανότερο είναι ότι η αλήθεια βρίσκεται κάπου στο μέσον και ότι υπάρχει μια βιολογική προδιάθεση σε ορισμένους ανθρώπους, η οποία όμως ενεργοποιείται με τα συναισθήματα και τις σκέψεις.
● Της κληρονομικότητας: Παρατηρείται ότι είναι μεγαλύτερες οι πιθανότητες να πάθουν κρίσεις πανικού ή φοβίες άνθρωποι στων οποίων την άμεση οικογένεια υπάρχουν συγγενείς που πάσχουν ή έπασχαν κάποτε κι αυτοί.
● O κύριος Η. αποφάσισε να επισκεφτεί κατ’αρχάς έναν ψυχίατρο. Αυτός του χορήγησε μια φαρμακευτική αγωγή με αντικαταθλιπτικά και του συνέστησε να ξεκινήσει μια ψυχοθεραπεία, ώστε να επεξεργαστεί και τα θέματα της ζωής του, τα οποία συνέβαλαν στο γενικότερο άγχος του, αλλά και στην εμφάνιση των κρίσεων πανικού. Επίσης, του υπέδειξε ορισμένες απλές τακτικές χαλάρωσης και άμεσης αντιμετώπισης των φοβικών συμπτωμάτων. Τα φάρμακα του έφεραν μεγάλη ανακούφιση ήδη μετά από 2-3 εβδομάδες. Ταυτόχρονα, στην ψυχοθεραπεία ένιωσε ασφαλής ώστε να μπορέσει να μιλήσει -για πρώτη φορά στη ζωή του- τόσο για την αγωνία που του είχε προκαλέσει ο αιφνίδιος θάνατος του πατέρα του, όσο και για την ανασφάλεια που ένιωθε σε σχέση με τη δουλειά του και την ικανότητά του να αντεπεξέλθει σε αυτήν. Η φαρμακευτική αγωγή διακόπηκε σταδιακά μετά από 8 περίπου μήνες. Η ψυχοθεραπεία διήρκεσε 2 ½ χρόνια. O κύριος Η. δεν έχει πάθει άλλη κρίση πανικού εδώ και 3 περίπου χρόνια. Κάποιες φορές που ένιωσε να αγχώνεται, κατάφερε να ηρεμήσει τον εαυτό του και να αποφύγει την κλιμάκωση του φόβου.
● Oι κρίσεις πανικού, όπως και οι άλλες αγχώδεις διαταραχές, μπορούν να θεραπευτούν και δεν υπάρχει κανένας λόγος ένας άνθρωπος να υποφέρει χρόνια από αυτές, πιστεύοντας ότι θα φύγουν από μόνες τους ή θα καταφέρει να τις καταπολεμήσει μόνος του. Εκτός, βέβαια, αν πρόκειται για πολύ περιορισμένες φοβίες ή ελαφριές κρίσεις άγχους σε καταστάσεις ιδιαίτερης συναισθηματικής φόρτισης, οι οποίες τότε δεν αποτελούν και διαταραχή. Όταν όμως οι πανικοί τείνουν να περιορίσουν και να δυσκολέψουν πολύ τη ζωή ενός ανθρώπου, τότε πρέπει να απευθυνθεί σε έναν ψυχίατρο ή ψυχολόγο για να ζητήσει βοήθεια.
● Στην αντιμετώπιση των κρίσεων πανικού πολύ ανακουφιστική και αποτελεσματική μπορεί να είναι καταρχήν η χορήγηση αντικαταθλιπτικών φαρμάκων, που γίνεται κατά κανόνα από έναν ψυχίατρο.
● Πολύ καλά αποτελέσματα μπορεί επίσης να έχουν διάφορα είδη ψυχοθεραπείας. Ιδιαίτερα αποτελεσματικός έχει αποδειχτεί ο συνδυασμός φαρμακευτικής αγωγής με ψυχοθεραπεία.
● Oι συμπεριφοριστικές-γνωσιακές ψυχοθεραπείες αποσκοπούν στο να βοηθήσουν τον άνθρωπο που πάσχει από κρίσεις πανικού να αναγνωρίσει και να αποδυναμώσει τις αρνητικές σκέψεις και συμπεριφορές που προκαλούν και κλιμακώνουν το αίσθημα του φόβου και του πανικού. Εστιάζουν στο να μάθει να χαλαρώνει, να ελέγχει τα συμπτώματα, αλλά και να αντιμετωπίζει τις καταστάσεις στις οποίες φοβάται ότι θα πάθει κρίση χωρίς να τις αποφεύγει.
● Άλλες ψυχοθεραπείες, όπως είναι η αναλυτική, η προσωποκεντρική, η συστημική, η αντλεριανή κλπ., εστιάζουν περισσότερο στον ίδιο τον πάσχοντα, τα συναισθήματα, τις συνθήκες ζωής του, τις σχέσεις του και λιγότερο στα συμπτώματα, και αποσκοπούν στο να φωτίσουν και να αποδυναμώσουν εντάσεις και συγκρούσεις μέσα στο ίδιο το άτομο ή στις σχέσεις του με τους άλλους, οι οποίες μπορεί να αποτελούν πρόσφορο έδαφος για αγχώδεις διαταραχές.
● Οι τεχνικές χαλάρωσης που μπορεί να προσφέρει η γιόγκα, η ύπνωση, το χαλαρωτικό μασάζ, οι ασκήσεις αναπνοής, είναι δυνατόν να αποβούν πολύ βοηθητικές για τους ανθρώπους που πάσχουν απο αγχώδεις διαταραχές.
Ένας πολύ απλός και αποτελεσματικός τρόπος για να αποφύγουμε τα δυσάρεστα συμπτώματα του υπεραερισμού (hyperventilation) είναι να βάλουμε μια μικρή πλαστική ή χάρτινη σακούλα (μπορούμε να έχουμε μία στην τσάντα για «ώρα ανάγκης») μπροστά στο στόμα και τη μύτη μας και να αναπνεύσουμε αργά λίγη ώρα μέσα εκεί, ώστε να εισπνεύσουμε ξανά αρκετό διοξείδιο του άνθρακα και να επανέλθει η αναπνοή μας στον κανονικό της ρυθμό.
Όταν αναμασάμε αρνητικές σκέψεις κινδυνεύουμε περισσότερο από τις φοβίες και το άγχος
Πώς να σταματάτε μια κρίση
Εδώ σας προτείνουμε μια τεχνική χαλάρωσης που μπορείτε να εφαρμόζετε μόνοι σας στο σπίτι, ώστε να σταματάτε την κλιμάκωση της έντασης όταν αισθάνεστε ελαφρά αγχωμένοι.
● Καθίστε ή ξαπλώστε σε άνετη θέση και κλείστε τα μάτια σας. Αφήστε το σαγόνι σας να πέσει και τα βλέφαρά σας να βαρύνουν χωρίς να είναι σφιχτά κλεισμένα.
● Τώρα «σκανάρετε» νοητικά το σώμα σας. Πηγαίνετε πρώτα στα δάχτυλα των ποδιών και συνεχίστε αργά-αργά προς τα πάνω, στις γάμπες, στους γλουτούς, στον κορμό, στα χέρια, στα δάχτυλα, στο λαιμό και στο κεφάλι. Εστιάστε σε κάθε μέρος ξεχωριστά. Όπου αισθάνεστε σφίξιμο, φανταστείτε το να λύνεται σιγά-σιγά και να φεύγει.
● Σφίξτε τους μυς σε μια περιοχή του σώματός σας. Κρατήστε την ένταση μετρώντας αργά ως το 5 και μετά χαλαρώστε και προχωρήστε στην επόμενη περιοχή. Κάντε το με τους μυς του προσώπου, των ώμων, των χεριών, των ποδιών και των γλουτών.
● Αφήστε τις σκέψεις να «ρέουν» μέσα από το μυαλό σας χωρίς να εστιάζετε σε καμία από αυτές. Πολλοί άνθρωποι βρίσκουν την αυθυποβολή πολύ βοηθητική. Πείτε στον εαυτό σας -μιλώντας από μέσα σας αργά και σταθερά στο πρώτο πρόσωπο, δηλαδή «Είμαι χαλαρός και ήρεμος»- ότι είστε χαλαροί και ήρεμοι, ότι τα χέρια σας είναι βαριά και ζεστά (ή δροσερά, αν ζεσταίνεστε), ότι η καρδιά σας χτυπάει ήρεμα και ρυθμικά και ότι νιώθετε απόλυτη γαλήνη.
● Αναπνεύστε αργά, ρυθμικά και βαθιά κατά τη διάρκεια της άσκησης αυτής. Όταν έχετε χαλαρώσει, φανταστείτε ότι είστε σε ένα πολύ όμορφο και γαλήνιο μέρος. Μετά από 5-10 λεπτά επαναφέρετε τον εαυτό σας σταδιακά από την κατάσταση χαλάρωσης.
Αν δυσκολεύεστε να το κάνετε μόνοι σας, ζητήστε την πρώτη φορά από κάποιον άνθρωπο, με τον οποίο αισθάνεστε άνετα, να σας καθοδηγήσει στη χαλάρωση διαβάζοντάς σας αργά τα βήματα. Δοκιμάστε να την κάνετε μερικές φορές την εβδομάδα σε μια ήσυχη στιγμή της μέρας σας. Για να μεγιστοποιήσετε το όφελος από την τεχνική αυτή, αποφεύγετε τον καφέ ή άλλα διεγερτικά, φροντίστε να κοιμάστε αρκετά και εντάξτε στο εβδομαδιαίο σας πρόγραμμα λίγη σωματική άσκηση που σας ευχαριστεί.
Όχι στον πανικό από τις κρίσεις πανικού!
Νέοι άνθρωποι, συνήθως από 20 έως 35 ετών, νιώθουν ξαφνικά να κυριεύονται από τον απόλυτο τρόμο. Δεν πεθαίνουν βέβαια, ούτε έχουν τρελαθεί, όπως νομίζουν, ούτε όμως είναι καταδικασμένοι να ζουν με τις κρίσεις πανικού. Πώς ξεπερνιέται αυτός ο εφιάλτης;
Μια κρίση πανικού, λοιπόν, έρχεται απροειδοποίητα, συχνότατα χωρίς κάποια φανερή αφορμή ή αιτία, αλλά είναι πολύ σφοδρή. Συνήθως κρατάει 5-10 λεπτά (από τις πρώτες ενδείξεις μέχρι την κορύφωση), αλλά κάποια συμπτώματα μπορεί να κρατήσουν περισσότερο. Τα συμπτώματα που έχει κανείς περιλαμβάνουν:
● Ταχυπαλμία.
● Πόνο στο στομάχι.
● Ζαλάδα, ναυτία.
● Δύσπνοια, αίσθηση πνιγμού.
● Τρέμουλο ή μούδιασμα στα χέρια.
● Εξάψεις ή ρίγη.
● Παραισθήσεις ή παραμορφωμένη αντίληψη.
● Τρόμος (η αίσθηση ότι κάτι τρομερό πρόκειται να συμβεί που δεν μπορεί να το αποφύγει).
● Φόβος ότι χάνει τον έλεγχο.
● Φόβος ότι πεθαίνει.