Οι έρευνες μας μπερδεύουν. Πιο δημιουργικοί και ενδιαφέροντες οι ακατάστατοι, μας λέει αμερικανική έρευνα από τη μία, αλλά λιγότερο υγιή τα παιδιά που δεν μεγαλώνουν σε τακτικό και οργανωμένο περιβάλλον και έχουν έλλειψη ρουτίνας, μαθαίνουμε από άλλη έρευνα. Η κοινωνία μας συνδέει την τάξη με την καθαριότητα και την οργάνωση. Απαιτεί και μαθαίνει κυρίως στα κορίτσια και στις γυναίκες να είμαστε πιο τακτικές, πιο νοικοκυρές και να έχουμε την ευθύνη του σπιτιού και της καθαριότητας. Για τους άνδρες, από την άλλη πλευρά, είναι πιο αποδεκτό να είναι και λίγο ακατάστατοι ή ανοργάνωτοι. Τι κρύβει όμως η ακαταστασία; Είναι θέμα προσωπικότητας ή μαθημένης συμπεριφοράς το πόσο τακτικός θα είναι κάποιος; Και πώς μπορούμε να κάνουμε τους γύρω μας, μικρούς και μεγάλους, πιο τακτικούς;

Γεννιόμαστε ή μαθαίνουμε;
Η τάξη και η νοικοκυροσύνη, η τάση δηλαδή να καθαρίζουμε και να τακτοποιούμε, δεν είναι χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς μας, αλλά οφείλονται σε μαθημένες συμπεριφορές που τείνουμε να μιμούμαστε από την οικογένειά μας. Η ακαταστασία, λοιπόν, εξηγούν οι ειδικοί, έχει να κάνει με το πώς έχουμε μάθει στο περιβάλλον που μεγαλώσαμε. Μερικές φορές, βέβαια, μπορεί να συναντήσουμε ανθρώπους που προέρχονται από ένα πολύ τακτικό σπίτι και οι ίδιοι, ως αντίδραση, να είναι πολύ ακατάστατοι ή και σπανιότερα το τελείως αντίθετο, άνθρωποι δηλαδή από ακατάστατη οικογένεια να μην μπορούν να λειτουργήσουν αν δεν υπάρχει απόλυτη τάξη. Αυτά όμως είναι οι εξαιρέσεις και κατά κανόνα η σχέση μας με την τάξη πηγάζει από το οικογενειακό μας πρότυπο. Πρόκειται, βέβαια, για ένα χαρακτηριστικό που αλλάζει και βελτιώνεται με το πέρασμα του χρόνου, αφού καθώς μεγαλώνει και ωριμάζει κανείς συνειδητοποιεί καλύτερα τις επιπτώσεις της ακαταστασίας και ταυτόχρονα αναλαμβάνει την ευθύνη της ζωής του. Επιπλέον, όσο μεγαλώνουμε κατανοούμε την ανάγκη να έχουμε τακτοποιημένα τόσο τα πράγματά μας, για να μπορούμε να τα βρίσκουμε και να τα χρησιμοποιούμε, όσο και τις υποθέσεις και τις εκκρεμότητές μας, για να νιώθουμε πιο ήρεμοι και για να μη μας δημιουργούνται προβλήματα.

Η προσωπικότητα του ακατάστατου
Η ακαταστασία, ακόμα και αν δεν αποτελεί στοιχείο της προσωπικότητας, συνδέεται με κάποιες πλευρές του χαρακτήρα μας, όπως είναι για παράδειγμα η τεμπελιά, η αναβλητικότητα, η αδιαφορία ή η βαρύτητα που δίνουμε σε κάποια πράγματα. Καθώς όμως η έννοια της τάξης δεν εφαρμόζεται μόνο στο σπίτι ή στο γραφείο μας και έχει να κάνει και με τις εκκρεμότητες και όλα όσα έχουμε να τακτοποιήσουμε καθημερινά στη ζωή μας, συχνά η έλλειψή της σχετίζεται με μια υπεραισιοδοξία του χαρακτήρα μας που μας κάνει να σκεφτόμαστε ότι όλα θα φτιάξουν ως διά μαγείας. Επίσης, μπορεί να σχετίζεται και με μια συγκεκριμένη φιλοσοφία που πρεσβεύει ότι δεν χρειάζεται να χάνουμε χρόνο από τη ζωή και τη διασκέδασή μας για «λεπτομέρειες». Από την άλλη πλευρά, θα πρέπει να σημειώσουμε ότι δεν είναι καθόλου απίθανο να βλέπουμε ανθρώπους που είναι τακτικοί και συνεπείς όχι τόσο από δική τους ανάγκη αλλά περισσότερο για να εντυπωσιάζουν τους άλλους και να μη δίνουν λαβή για σχόλια και συζητήσεις.

Το στερεότυπο της νοικοκυράς

Όποιον και αν ρωτήσουμε, θα μας πει ότι κατά κανόνα οι γυναίκες είναι πιο τακτικές από τους άνδρες. Αυτό έχει να κάνει πολύ λιγότερο με τη φύση τους, όπως ίσως νομίζουν κάποιοι, και κυρίως με το γεγονός ότι τους έχει «ανατεθεί» αυτός ο ρόλος από την κοινωνία. Οι γυναίκες είναι οι νοικοκυρές. Πατροπαράδοτα, το πρότυπο λέει ότι η γυναίκα είναι υπεύθυνη για το σπίτι και έτσι και οι γονείς μαθαίνουν και απαιτούν περισσότερη τάξη και νοικοκυροσύνη από τις κόρες από ό,τι από τους γιους. Με αυτόν τον τρόπο δημιουργείται, αλλά και διαιωνίζεται, η εν λόγω συμπεριφορά.

Εκπαιδεύοντας τους ακατάστατους
Αυτό που συνηθίζει να λέει ο λαός: «Βρίσκουν και τα κάνουν» ταιριάζει γάντι στους ακατάστατους, που τείνουν να τεμπελιάζουν επειδή γνωρίζουν ότι κάποιος άλλος θα φροντίσει για όσα εκείνοι αδιαφορούν. Έτσι, θα μπορούσαμε να πούμε ότι για να είναι κάποιος τακτικός, θα πρέπει πρώτα να εκπαιδευτεί σε αυτό. Στα παιδιά πρέπει να εξηγήσουμε ότι τα παιχνίδια πρέπει να τακτοποιούνται και ότι έχουν μια συγκεκριμένη θέση αλλιώς κινδυνεύουν να χαθούν ή να πεταχτούν. Μάλιστα, αν τα παιδιά, ανάλογα με την ηλικία τους, δεν αναλαμβάνουν τις ευθύνες τους, οι γονείς πρέπει να επιμένουμε και να μην παραβλέπουμε μια τέτοια συμπεριφορά, αλλά να την τιμωρούμε με κάποιον τρόπο, δείχνοντας για παράδειγμα ότι μπορεί ακόμα και να χαθεί ένα παιχνίδι που συνεχίζουν να μην τακτοποιούν παρά τις συνεχείς συστάσεις μας. Θα πρέπει όμως να προσέξουμε να μην είμαστε υπερβολικά πιεστικοί, γιατί κάτι τέτοιο θα μπορούσε να μας οδηγήσει στην αντίπερα όχθη και να κάνει τα παιδιά μας να αντιδράσουν και να γίνουν τελείως ακατάστατα. Όταν, από την άλλη πλευρά, θέλουμε να αλλάξουμε τη συμπεριφορά ενός ενηλίκου, είναι σκόπιμο να γνωρίζουμε ότι έχουμε να αντιμετωπίσουμε μια πιο δύσκολη πρόκληση και ότι η λύση που έχουμε είναι να προσπαθήσουμε να μιλήσουμε μαζί του, να του δώσουμε να καταλάβει τι μας ενοχλεί και να ζητήσουμε να αλλάξει αυτή η συμπεριφορά.

ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΤΗ δρ. ΝΑΤΑΛΙΑ ΚΟΥΤΡΟΥΛΗ, MSc, ψυχολόγο υγείας, με εκπαίδευση στη Γνωσιακή Ψυχοθεραπεία και τη Συμβουλευτική, διευθύντρια στο Κέντρο Εφαρμοσμένης Ψυχοθεραπείας και Συμβουλευτικής.