«Μα θαρρώ πως θα τα μπλέξω, απ’ την Κική και την Κοκό ποια να διαλέξω;!», τραγουδούσε ο Αττίκ στον Μεσοπόλεμο, εκφράζοντας με τον καλύτερο δυνατό τρόπο το δίλημμα ενός αναποφάσιστου ανθρώπου. Και όπως όλοι οι αναποφάσιστοι, σκεφτόταν μια τα προτερήματα της μίας και μια της άλλης και η απόφασή του φαινόταν ακόμα πιο δύσκολη. Όπως είναι, λοιπόν, προφανές σε όλους μας, ο αναποφάσιστος είναι, σύμφωνα και με την ετυμολογία της ίδιας της λέξης, εκείνος που δυσκολεύεται να πάρει αποφάσεις μόνος του, αλλά και
που όταν τελικά καταφέρει να καταλήξει σε ένα συμπέρασμα, δεν νιώθει απόλυτη βεβαιότητα
για την κρίση του και είναι πιθανό να αλλάξει την απόφασή του.
Το προφίλ του
Όπως όλα τα υπόλοιπα χαρακτηριστικά, έτσι και η αναποφασιστικότητα είναι ένα ιδιοσυγκρασιακό χαρακτηριστικό, που γίνεται αντιληπτό συχνά και από την παιδική ηλικία ακόμη, αλλά σχετίζεται και με άλλα στοιχεία της προσωπικότητας, όπως είναι η ανασφάλεια, μια χαμηλή αίσθηση ικανότητας, η μειωμένη αυτοπεποίθηση και αυτοεκτίμηση, η έλλειψη εμπιστοσύνης στην κρίση του ατόμου, οι ενοχές και ο φόβος. Είναι πιθανό το χαρακτηριστικό αυτό να ενισχυθεί από την οικογένεια, εφόσον και άλλα μέλη της συμπεριφέρονται με τον ίδιο τρόπο ή αν οι γονείς είναι πολύ επικριτικοί απέναντι στις αποφάσεις του παιδιού ή αν προσπαθούν συχνά να του τις αλλάξουν ή να τις επηρεάσουν. Έτσι, το παιδί μπορεί να νιώθει ότι πιθανώς δεν έχει καλό κριτήριο, ότι οι άλλοι ξέρουν καλύτερα ή ότι δεν παίρνει σωστές αποφάσεις.
Μέσα στο μυαλό του
Ο αναποφάσιστος δυσκολεύεται να αποφασίσει γιατί κατ’ αρχάς και οι δύο -ή οι περισσότερες- επιλογές που ανοίγονται μπροστά του τού φαίνονται να έχουν εξίσου πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα. Άλλωστε, κάθε απόφαση εμπεριέχει μια επιλογή και μια απόρριψη – κάτι κερδίζουμε και κάτι χάνουμε που ίσως δεν θα το ξαναβρούμε! Επιπλέον, φοβάται ότι, ανεξαρτήτως του τι θα επιλέξει, θα κάνει λάθος, ότι το σφάλμα αυτό θα είναι σοβαρό, ότι θα το «χρεωθεί» και θα το πληρώσει. Έτσι, μπορεί πολύ εύκολα να επηρεαστεί από την άποψη ενός τρίτου ή από ένα εξωτερικό σημάδι, μια και βαθιά μέσα του θα ήθελε κάποιος άλλος να πάρει τη δύσκολη για εκείνον απόφαση, απαλλάσσοντάς τον από αυτό το βάρος. Έτσι, λοιπόν, μπορεί να αλλάξει γνώμη ακόμα και προς την τελείως αντίθετη κατεύθυνση από αυτήν στην οποία έτεινε αρχικά.
Πώς θα ξεπεράσουμε την αναποφασιστικότητα
* Για να γίνουμε πιο αποφασιστικοί, πρέπει να γίνουμε λιγότερο τελειοθηρικοί και να σταματήσουμε να θεωρούμε ότι είμαστε υποχρεωμένοι να κάνουμε την καλύτερη επιλογή.
* Σημαντικό είναι επίσης να δουλέψουμε το κομμάτι της αυτοεκτίμησης και της πίστης στον εαυτό μας και να παραδειγματιζόμαστε από τους γύρω μας που αποφασίζουν και επιλέγουν
με αυτοπεποίθηση και σιγουριά.
* Θα μας βοηθήσει να εκπαιδευτούμε στην αποφασιστικότητα το να ξεκινήσουμε από πιο μικρές και κατά μία έννοια πιο ασήμαντες επιλογές, ώστε να είμαστε σε θέση προοδευτικά να φτάσουμε και στις πιο δύσκολες και μεγαλύτερης βαρύτητας επιλογές. Είναι σημαντικό να μάθουμε να διαχωρίζουμε τις αποφάσεις που είναι δύσκολες και με βαρύνουσα σημασία από εκείνες που συνιστούν ασήμαντες και απλές καθημερινές επιλογές.
* Ένας καλός σύμμαχος για να γίνουμε πιο σίγουροι και πιο αποφασιστικοί είναι η εμπειρία
που συσσωρεύουμε με το πέρασμα του χρόνου και μας βοηθά να αποφασίζουμε ευκολότερα και γρηγορότερα.
* Καθώς ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα των αναποφάσιστων είναι ότι επηρεάζονται από τη γνώμη των άλλων, θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι μπορούμε μεν να ζητάμε τη γνώμη ενός τρίτου, αλλά όχι ενός οποιουδήποτε. Είναι καλό να ζητάμε κάθε φορά τη γνώμη εκείνων που είναι περισσότερο σχετικοί, ενδεχομένως και ειδικοί, με το ζήτημα για το οποίο πρέπει να πάρουμε μια απόφαση.
Χτίζοντας την αποφασιστικότητα του παιδιού
Σκόπιμο είναι, συστήνουν οι ειδικοί, να βάζουμε τα παιδιά να αποφασίζουν και να επιλέγουν όσο πιο συχνά γίνεται, αλλά σε ένα ασφαλές πλαίσιο -μέχρι εκεί που μπορούν λόγω ηλικίας και ωριμότητας- και έχοντας περιορισμένες εναλλακτικές, γιατί οι πάρα πολλές θα τα μπερδέψουν. Αυτό σημαίνει ότι, όταν τους παρουσιάζουμε τις επιλογές τους, είναι σκόπιμο να μην τους δίνουμε πάρα πολλές εναλλακτικές, κυρίως αν δεν τις έχουμε σκεφτεί πρώτα (π.χ. να μην μπούμε σε ένα μαγαζί και πούμε πάρε ό,τι θες, όταν υπάρχουν και παιχνίδια που δεν μπορούμε να πληρώσουμε, επειδή για παράδειγμα είναι ακριβά). Επίσης, είναι βοηθητικό να τους έχουμε εξηγήσει περί τίνος πρόκειται όσον αφορά τις επιλογές τους, όταν αυτό είναι αναγκαίο (π.χ. αν πρέπει να διαλέξουν ανάμεσα σε 3 βιβλία, να τους περιγράψουμε λίγο την πλοκή του καθενός). Σημαντικό είναι να μην περνάμε στα παιδιά την εντύπωση ότι καλούνται να πάρουν την τέλεια απόφαση, πιέζοντάς τα ή δίνοντάς τους την εντύπωση ότι η επιλογή είναι ζήτημα ζωής και θανάτου. Ο στόχος μας θα πρέπει να είναι να τους μάθουμε ότι με τις ικανότητές τους και τη στήριξη των άλλων που εμπιστεύονται μπορούν να αποφασίσουν ικανοποιητικά. Όλες αυτές οι διαδικασίες θα τα βοηθήσουν να αποκτήσουν αυτοπεποίθηση.
ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΤΗ δρ. ΝΑΤΑΛΙΑ ΚΟΥΤΡΟΥΛΗ, MSc, ψυχολόγο υγείας, με εκπαίδευση στη Γνωσιακή Ψυχοθεραπεία και τη Συμβουλευτική, διευθύντρια στο Κέντρο Εφαρμοσμένης Ψυχοθεραπείας και Συμβουλευτικής.