Επιστήμονες ανακάλυψαν μια εκπληκτική σχέση μεταξύ των φυτικών ινών και της παραγωγής ευεργετικών χημικών ουσιών στο έντερο.

Σύμφωνα με τη νέα μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό Nature Microbiology, οι φυτικές ίνες «επαναπρογραμματίζουν» τα βακτήρια του εντέρου μας, μετατοπίζοντας τις μεταβολικές τους δραστηριότητες με τρόπους που θα μπορούσαν να ωφελήσουν την υγεία μας συνολικά.

Η ανακάλυψη αυτή εμβαθύνει την κατανόησή μας για το πώς η διατροφή επηρεάζει το σώμα μας και ξεκλειδώνει νέες δυνατότητες για τη διαχείριση της υγείας μέσω στοχευμένων διατροφικών παρεμβάσεων.

Αυτό που τρώμε δεν μας δίνει απλώς ενέργεια – αλλάζει θεμελιωδώς τον τρόπο λειτουργίας των βακτηρίων του εντέρου μας, επηρεάζοντας ενδεχομένως την υγεία μας με τρόπους που δεν είχαμε φανταστεί!

Στο επίκεντρο της έρευνας βρίσκεται η τρυπτοφάνη, ένα απαραίτητο αμινοξύ που βρίσκεται σε τρόφιμα όπως η γαλοπούλα, το τυρί και τα αυγά. Η τρυπτοφάνη (tryptophan) είναι εδώ και καιρό γνωστή για το ρόλο της στην παραγωγή σεροτονίνης, που συχνά αποκαλείται «ορμόνη της ευτυχίας». Φαίνεται, όμως, ότι έχει μια «μυστική» λειτουργία στο έντερό μας, όπου μετασχηματίζεται από βακτήρια σε μια ποικιλία ενώσεων, μερικές ευεργετικές και άλλες δυνητικά επιβλαβείς.

Οι ερευνητές παρατήρησαν ότι όταν τρώμε περισσότερες φυτικές ίνες, τα βακτήρια του εντέρου μας «αλλάζουν ταχύτητα». Αντί να παράγουν ινδόλη (indole), μια ένωση που συνδέεται με τη χρόνια νεφρική νόσο, αρχίζουν να παράγουν πιο ευεργετικές ουσίες όπως το ILA (indolelactic acid) και το IPA (indolepropionic acid). Αυτές οι ενώσεις έχουν συσχετιστεί με μια σειρά από οφέλη για την υγεία, από τη βελτιωμένη λειτουργία του φραγμού του εντέρου έως την προστασία από τον διαβήτη τύπου 2.

Φανταστείτε τα βακτήρια που ζουν στο έντερο σαν μια πόλη…

Όταν τρώμε φυτικές ίνες, ορισμένα βακτήρια τις διασπούν σε απλά σάκχαρα. Αυτά τα σάκχαρα γίνονται στη συνέχεια τροφή για άλλα βακτήρια, συμπεριλαμβανομένων ορισμένων που διαφορετικά θα ήταν απασχολημένα με τη μετατροπή της τρυπτοφάνης σε ινδόλη. Με την προσοχή τους στραμμένη σε αυτά τα σάκχαρα που προέρχονται από τις φυτικές ίνες, αυτά τα βακτήρια παράγουν λιγότερη ινδόλη, αφήνοντας περισσότερη τρυπτοφάνη διαθέσιμη σε άλλα βακτήρια για να τη μετατρέψουν σε ευεργετικές ενώσεις όπως η ILA και η IPA.

Αυτή η διαδικασία, γνωστή ως cross-feeding, είναι σαν μια μικροσκοπική εκδοχή της οικονομικής εξειδίκευσης. Ακριβώς όπως μια πόλη μπορεί να έχει κάποιους ανθρώπους που καλλιεργούν τρόφιμα και άλλους που διευθύνουν εστιατόρια, το έντερό μας έχει διαφορετικά βακτήρια που ειδικεύονται στη διάσπαση των φυτικών ινών, στην κατανάλωση απλών σακχάρων ή στην επεξεργασία της τρυπτοφάνης. Η διαθεσιμότητα των φυτικών ινών αλλάζει την ισορροπία αυτών των δραστηριοτήτων, όπως ακριβώς η εισαγωγή μιας νέας βιομηχανίας μπορεί να αναδιαμορφώσει την οικονομία μιας πόλης.

Τα βακτήρια στο έντερό μας δεν είναι απλώς περαστικοί – είναι ενεργοί συμμετέχοντες στη φυσιολογία μας, ικανοί να παράγουν ένα ευρύ φάσμα ενώσεων που επηρεάζουν την υγεία μας. Με απλά λόγια, αλλάζοντας αυτό που τα «ταΐζουμε», μπορούμε να αλλάξουμε αυτό που παράγουν, χρησιμοποιώντας ουσιαστικά τη διατροφή για να «χακάρουμε» τη χημεία του σώματός μας.