Στις μέρες μας, και τα τελευταία δέκα χρόνια, παγκοσμίως 116 εκατομμύρια άτομα εμβολιάζονται κάθε χρόνο, με αποτέλεσμα να προλαμβάνονται 20 απειλητικές για τη ζωή ασθένειες. Επιπλέον εισάγονται στα εμβολιαστικά προγράμματα παγκοσμίως όλο και περισσότερα εμβόλια (π.χ. για τον καρκίνο του τραχήλου της μήτρας) αλλά και δημιουργούνται καινούργια, όπως είναι και το πρόσφατο παράδειγμα των εμβολίων κατά της COVID-19, που φτιάχτηκαν στο εντυπωσιακά μικρό διάστημα λίγων μηνών.
Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι η δημοσίευση της πλήρους αλληλουχίας του ιού έγινε στις 11 Ιανουαρίου 2020 και το mRNA εμβόλιο ξεκίνησε τις κλινικές δοκιμές στις 16 Μαρτίου 2020.
Τα νούμερα αποδεικνύουν τη σημασία των εμβολιασμών
Για να καταλάβουμε την αξία των εμβολίων είναι ίσως καλύτερο να μιλήσουμε με αριθμούς.
Εχουμε όλοι ακούσει για την ευλογιά η οποία έχει εκριζωθεί πλέον χάρη στον εμβολιασμό. Αρκεί ίσως να πούμε ότι εξαιτίας της ευλογιάς πέθαναν 300 εκατομμύρια άνθρωποι τον 20ό αιώνα, 3 φορές περισσότεροι από αυτούς που χάθηκαν εξαιτίας πολέμων και ενόπλων συγκρούσεων, οι οποίοι υπολογίζονται στα 100 εκατομμύρια.
Σήμερα, οι ειδικοί υπολογίζουν ότι παγκοσμίως κάθε 60 δευτερόλεπτα τα εμβόλια σώζουν 5 ζωές ενώ αποτρέπονται τελικά 2-3 εκατομμύρια θάνατοι ετησίως. Αλλοι υπολογισμοί μάλιστα ανεβάζουν το νούμερο των ζωών που σώζονται χάρη στα εμβόλια στα 6 εκατομμύρια τον χρόνο παγκοσμίως.
Αυτό που χρειάζεται να συνειδητοποιήσουμε είναι ότι τα εμβόλια δεν προστατεύουν μόνο όσους εμβολιάζονται αλλά και τα υπόλοιπα μέλη της κοινότητας, καθώς μειώνουν γενικά τον επιπολασμό της νόσου δημιουργώντας αυτό που ονομάζεται έμμεση προστασία ή συλλογική ανοσία.
Ως αποτέλεσμα αυξάνεται το προσδόκιμο ζωής (από την ηλικία των 50 ετών το 1900 σε ηλικία >80 ετών σήμερα) και μειώνεται η συνοσηρότητα.
Εμβόλια: περί τίνος πρόκειται
Τα εμβόλια είναι ειδικά αντιγόνα λοιμωδών παθογόνων παραγόντων, τα οποία διεγείρουν τους αμυντικούς μηχανισμούς του οργανισμού, σκοπεύοντας στην ανάπτυξη αντίστοιχων αντισωμάτων. Οταν αρρωσταίνουμε από κάποια ασθένεια με ή χωρίς συμπτώματα, αποκτούμε φυσική ανοσία ενώ όταν κάνουμε ένα εμβόλιο αποκτούμε την ονομαζόμενη τεχνητή ενεργητική ανοσία.
Ορισμένα εμβόλια παρέχουν σχεδόν πλήρη και διά βίου προστασία έναντι ασθενειών, μερικά παρέχουν προστασία έναντι των πιο σοβαρών εκδηλώσεων ή / και των συνεπειών της λοίμωξης εάν εκτεθεί σε αυτήν ο άνθρωπος που έχει εμβολιαστεί, και μερικά πρέπει να χορηγούνται περιοδικά για να διατηρηθεί η προστασία.
Ενα εμβόλιο κρίνεται κατάλληλο για εμβολιασμό με βάση την ανοσογονικότητά του (η παραγωγή των ειδικών αντισωμάτων που θα μετρηθούν μετά την κάθε δόση και μετά την ολοκλήρωση του εμβολιαστικού σχήματος), την αποτελεσματικότητά του και τις ελάχιστες ανεπιθύμητες ενέργειες που προκαλεί.
Πόσο ασφαλή είναι τα εμβόλια;
Εύλογο είναι ότι η ασφάλεια των εμβολίων είναι ένα ζήτημα που απασχολεί πολύ την επιστημονική κοινότητα.
Ερευνες από ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες, οργανισμούς αλλά και τον ΠΟΥ (Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας) έχουν δείξει ότι τα εμβόλια, στο σύνολό τους, είναι πολύ ασφαλή ειδικά σε σχέση με άλλα φάρμακα (άλλωστε τα εμβόλια χορηγούνται σε παιδιά και σε υγιείς ενηλίκους, οπότε η σημασία της ασφάλειάς τους είναι ακόμα μεγαλύτερη).
Μάλιστα, οι ειδικοί συχνά χαριτολογώντας λένε ότι το να οδηγήσουμε μέχρι το σημείο όπου θα εμβολιαστούμε είναι πιθανώς πιο επικίνδυνο από την ίδια τη διαδικασία του εμβολιασμού. Αυτό που θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας είναι ότι η παρασκευή κάθε καινούργιου εμβολίου απαιτεί μακροχρόνια και επίπονη διαδικασία.
Αν δεν τεκμηριωθούν η ποιότητα, η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητά του εμβολίου –μέσω κλινικών μελετών σε 3 φάσεις –, δεν μπορεί να κυκλοφορήσει, ενώ η μακροπρόθεσμη ασφάλειά του ελέγχεται από διεθνείς και εθνικούς οργανισμούς και μετά την κυκλοφορία του (καταγράφοντας πιθανές ανεπιθύμητες ενέργειες).
Βέβαια τα εμβόλια μπορεί να παρουσιάσουν κάποιες παρενέργειες, που όμως είναι ήπιες και παροδικές, όπως είναι για παράδειγμα ο πυρετός ή ο πόνος και η ερυθρότητα στο σημείο στο οποίο γίνεται το εμβόλιο.
Σπανιότατα μπορεί να παρουσιαστούν και σοβαρότερες παρενέργειες, οι οποίες όμως είναι λιγότερο σημαντικές από τα όσα μπορεί να προκαλέσει η νόσος για την αποφυγή της οποίας γίνεται το εμβόλιο.
Ετσι, παραδείγματος χάρη, η συχνότητα εμφάνισης πνευμονίας ως επιπλοκή της ιλαράς είναι 1%-6%, ενώ η πιθανότητα εμφάνισης πνευμονίας έπειτα από εμβολιασμό με το εμβόλιο της ιλαράς είναι μηδενική.
Οσον αφορά τον θάνατο έπειτα από εμβολιασμό, οι ειδικοί εξηγούν ότι οι θάνατοι που έχουν συνδεθεί με κάποιον εμβολιασμό είναι τόσο λίγοι που δεν μπορεί καν να υπολογιστεί η πιθανότητα του κινδύνου με στατιστική μεθοδολογία.
Σε κάποιες περιπτώσεις, όταν για τις παρενέργειες των εμβολίων ενοχοποιήθηκε κάποιο έκδοχο ή συνοδό υλικό του εμβολίου, τότε η αντικατάστασή του από άλλες φαρμακοτεχνικές μορφές έδωσε και τη λύση στο πρόβλημα (π.χ. πρωτεΐνη αβγού, αντιβιοτικά).
Η διστακτικότητα απέναντι στα εμβόλια τεράστιο πρόβλημα
Πρόσφατα ο ΠΟΥ συμπεριέλαβε τη διστακτικότητα στους εμβολιασμούς ανάμεσα στις δέκα μεγαλύτερες απειλές για την παγκόσμια υγεία.
Το πρόβλημα με τα εμβόλια είναι ότι κατά κάποιον τρόπο είναι θύματα της ίδιας τους της επιτυχίας, αφού, έχοντας εξαλείψει τα λοιμώδη νοσήματα από τα οποία μας προστατεύουν, και τα οποία στο παρελθόν προκαλούσαν σοβαρή νόσηση, αναπηρία αλλά και θάνατο σε παιδιά και σε υγιείς ενηλίκους, δεν μπορούμε πλέον να δούμε από ποιες αρρώστιες κινδυνεύουμε και από τις οποίες μάς προστατεύουν.
Ετσι, βιώνουμε ένα παράδοξο φαινόμενο όπου τελικά η έμφαση δίνεται στους πιθανούς κινδύνους και στις επιπλοκές των εμβολίων και όχι στους κινδύνους και στις επιπλοκές των νοσημάτων που προλαμβάνουν.
Τι είναι η τεχνολογία RNA στα εμβόλια;
Πολύς λόγος έγινε τελευταία σχετικά με την τεχνολογία RNA που χρησιμοποιείται στην παραγωγή εμβολίων, ακριβώς επειδή με αυτή την τεχνολογία οι ερευνητές δημιούργησαν τουλάχιστον ένα από τα εμβόλια κατά του κορωνοϊού.
Στην τεχνολογία RNA χρησιμοποιείται μια προσέγγιση που διαφέρει από τον τρόπο που φτιάχνονται τα συμβατικά εμβόλια.
Ετσι, ο αντιγονικός παράγοντας εισάγεται στον οργανισμό ως γενετική πληροφορία, με τη μορφή αγγελιοφόρου RNA (messenger RNA-mRNA), και στη συνέχεια η πληροφορία αυτή μεταφράζεται σε πρωτεΐνη από το ίδιο το κύτταρο. Στα συμβατικά εμβόλια, αντίθετα, ο αντιγονικός παράγοντας εισάγεται εξαρχής σε μορφή πρωτεΐνης.
Τα εμβόλια RNA παρουσιάζουν κάποια σημαντικά πλεονεκτήματα. Καταρχάς, είναι εύκολο να παραχθούν μαζικά σε λιγότερο χρόνο και με μικρότερο κόστος από τα συμβατικά εμβόλια.
Είναι επίσης πολύ ασφαλή και αποκλείουν τον κίνδυνο να προκληθεί η ασθένεια – από την οποία προστατεύουν – ακριβώς επειδή – σε αντίθεση με τα συμβατικά εμβόλια – φτιάχνονται χωρίς τη χρήση τμημάτων των παθογόνων ή με αδρανοποιημένους παθογόνους.
Επιπλέον, το RNA που εμπεριέχεται στο εμβόλιο δεν ενσωματώνεται στον οργανισμό που εισάγεται και αποδομείται μετά την έκφραση του πρωτεϊνικού αντιγόνου.
Τέλος, τα εμβόλια DNA και RNA μπορούν να εξατομικευθούν όσον αφορά τα γενετικά δεδομένα τόσο της νόσου όσο και του ασθενούς, όπως συμβαίνει για παράδειγμα με τα εμβόλια που στοχεύουν στην αντιμετώπιση κάποιων μορφών καρκίνου.
Ευχαριστούμε για τη συνεργασία τη δρα Αναστασία Μπαρμπούνη, MD, MSc, PHD, καθηγήτρια Δημόσιας Υγείας, Υγιεινής και Πρόληψης Νόσων, Τμήμα Δημόσιας και Κοινοτικής Υγείας, Σχολή Δημόσιας Υγείας, Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής.