Η έκθεση στην φύση έχει συσχετιστεί κατά καιρούς με πολλά οφέλη για την ψυχική και σωματική υγεία.
Η νέα μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Διεθνές Περιοδικό Ερευνών Περιβάλλοντος και Δημόσιας Υγείας, πραγματοποιήθηκε από το Ινστιτούτο Παγκόσμιας Υγείας της Βαρκελώνης.
Για την έρευνα χρησιμοποιήθηκαν δεδομένα περίπου 3.600 ενηλίκων από την Ισπανία, τη Λιθουανία, το Ηνωμένο Βασίλειο και την Ολλανδία.
Οι συμμετέχοντες συμπλήρωσαν ένα ερωτηματολόγιο σχετικά με τη συχνότητα με την οποία επισκέπτονταν φυσικά περιβάλλοντα ως παιδιά.
Ρωτήθηκαν επίσης κατά πόσο επισκέπτονται σήμερα τη φύση, πόσο ικανοποιημένοι αισθάνονται με τους φυσικούς χώρους , αλλά και σχετικά με τη σημασία που δίνουν σε αυτούς.
Η ψυχική υγεία των συμμετεχόντων, αναφορικά με αισθήματα νευρικότητας ή κατάθλιψης, καθώς και τα επίπεδα ενέργειας και κόπωσης, αξιολογήθηκαν μέσω ψυχολογικής εξέτασης.
Τα ευρήματα αποδεικνύουν ότι οι ενήλικες, που εκτίθονταν λιγότερο στη φύση κατά τα πρώτα χρόνια της ζωής τους, εμφάνιζαν χειρότερη ψυχολογία μετέπειτα.
Ο διευθύνων της μελέτης συμπληρώνει: «Σε γενικές γραμμές, οι συμμετέχοντες με μικρότερη έκθεση στη φύση ως παιδιά, αποδίδουν μικρότερη σημασία στα φυσικά περιβάλλοντα, αλλά χάνουν και πολλά οφέλη, όπως η χαλάρωση και το αίσθημα ευεξίας».
Οι ερευνητές τόνισαν επίσης τη σημασία της έκθεσης σε φυσικά τοπία κατά την παιδική ηλικία, όχι μόνο για τα ψυχοσωματικά οφέλη, αλλά και για την ανάπτυξη μιας στάσης που εκτιμά το φυσικό περιβάλλον.
«Η φύση δημιουργεί τις υποδομές για την ανάπτυξη μίας υγιούς ψυχολογίας που θα συνοδεύει το άτομο σε όλα τα στάδια της μετέπειτα ενήλικης ζωής του» καταλήγουν οι ερευνητές.